Ζέφη Συρίβλη «Η εξαφάνιση της Μπέλλας», εκδόσεις Πατάκης
Η Λένη είναι «μύτη»! Μπορεί να σε καταπλήξει από το πώς αναλύει τις διάφορες μυρωδιές. Πέφτει μέσα στο άρωμα και τη μάρκα του απορρυπαντικού που καθαρίζεται ένα σπίτι. Τρελαίνεται με ευωδιές στο ασυνήθιστο μπακάλικο του Ανέστη με τα εξωτικά χρωματιστά μπαχαρικά, τα σαλάμια και τα σπαράγγια στο βαζάκι. Βεβαίως λατρεύει να λύνει μυστήρια. Ήρωάς της ο Ηρακλής Πουαρό. Ζει με την κουλ δικηγόρο μαμά της σε μια πολυκατοικία, ψηφιδωτό πολυσυλλεκτικών ανθρώπων. Κολλητάρι της ο σούπερ κουλ Νικόλας με τις οικολογικές ανησυχίες, γιος του πολυταξιδεμένου αρχιτέκτονα Λεωνίδα, γείτονας στην πολυκατοικία. Ζει με τη μαμά του αλλά επισκέπτεται τον μπαμπά του συχνότατα. Μαζί τους κι η Μπέλλα «η όμορφη κοπέλα», η σκυλίτσα, που πατέρας και γιος λατρεύουν. Μέχρι που εξαφανίζεται. Και πλέον το παζλ των μυστηρίων που η Λένα έχει εντοπίσει παίρνει δραματικές διαστάσεις. Τίνος είναι τα μαύρα γλυφιτζούρια; Γιατί το χαλί του κυρίου Ραούλ ήταν βαρύ; Τόσο πολύ χρειαζόταν λεμόνι ο κύριος Αζαρίας για το αρνάκι λαδορίγανη που έφτιαχνε; Ο αγέλαστος και ακατάστατος Βλαντιμίρ τι ρόλο παίζει; Κι όλα αυτά ενώ ο ποδηλατικός γύρος της Αθήνας είναι πρώτη είδηση στα κανάλια.
Η συγγραφέας Ζέφη Συρίβλη, «που πιστεύει στη δύναμη και στη μαγεία των βιβλίων», δυναμικά μας μεταφέρει σε ένα ανάγνωσμα αστυνομικής εφηβικής λογοτεχνίας. Η δίχως περιττούς εντυπωσιασμούς χρήση της νεολαιίστικης γλώσσας πείθει για την αυθεντικότητα των ηρώων, καθώς η γραφή είναι σε πρώτο πρόσωπο και εναλλάσσεται ανάμεσα στην Ρένα και στον Νικόλα. Πατά γερά η γραφή στη σύγχρονη πραγματικότητα. Απομυθοποιεί τα καθημερινά προβλήματα, σεβόμενη τα συναισθήματα των παιδιών, αποδέχεται πλήρως νέες μορφές οικογένειας, μας εκπλήσσει, πείθοντάς μας πως τα πράγματα, πολλάκις, δεν είναι αυτά που φαίνονται. Και, τελικά, υποψιαζόμαστε, ως ενόχους, όλους και κανέναν ταυτοχρόνως. Ακόμα και τον «γαλάζιο παπαγάλο», την καντίνα με τα λαχταριστά βρώμικα σαντουιτσάκια, δίχως βιολογικό ψωμί και λουκάνικα γαλοπούλας που ορέγεται ο Νικόλας.
Οι μικρές εικαστικές πινελιές, από την Λέλα Στρούτση, απαραίτητες. Κεντημένα μοιάζουν τα κλειδιά και κομψότατο το περιλαίμιο της Μπέλλας.
* * *
Βιλ Γκμέλινγκ «Καλοκαίρι στην πισίνα», εκδόσεις Καστανιώτη
«Όλοι έλεγαν πως είμαστε ήρωες. Όμως δεν ήμασταν, απλά έτυχε να βρισκόμαστε εκείνη τη στιγμή εκεί». Έτσι, ο Αλφ, η Κατίνκα και ο Ρόμπι, τρία όλο ζωντάνια αδέλφια, σώζουν ένα παιδάκι από βέβαιο πνιγμό στην πισίνα της πόλης του. Την βγάζανε καθημερινά στην ανοιχτή πισίνα όλο το καλοκαίρι διότι ο διευθυντής του κολυμβητηρίου τους τίμησε με δωρεάν είσοδο. Θερμαινόμενη βέβαια δεν ήταν, «ήταν λες και είχαν ρίξει παγάκια, τουλάχιστον δέκα τόνους», μα τα «παράπονά σου στον δήμαρχο», όπως λέει ο επόπτης με φυσιογνωμία θαλάσσιου ελέφαντα. Πάντως το παρεάκι διασκέδασε τρελά. Μοιράζονταν δύο μερίδες τηγανιτές πατάτες, τόσες μπορούσαν να πάρουν με το λιγοστό χαρτζιλίκι τους. Γίνονταν ατσίδες στο κολύμπι, η κυριούλα με το πορτοκαλί μαγιό πολύ τους ενθάρρυνε. Κάνουν παρέα με τους νεαρούς από το Μάλι που ο επόπτης τους προγκάει «δεν είναι Αφρική εδώ», μα, ουάου, ξέρουν γαλλικά! Μένουν άφωνοι με την ομορφιά της Γιοχάνας, ο Αλφ δηλαδή, και ναι! Είναι υπερήφανοι για τους γονείς τους που δεν ντρέπονται να τρώνε κεφτεδάκια και βραστά αβγά στο γκαζόν της πισίνας και μιλούν κανονικά «με κάποιον που έμενε στο δρόμο (...) τους ήταν αδιάφορο αν ήταν διευθυντής σχολείου ή συλλέκτης μπουκαλιών».
Ο Βιλ Γκμέλινγκ από τη Βρέμη της Γερμανίας είναι ζωγράφος και συγγραφέας παιδικών αναγνωσμάτων. Το βιβλίο τούτο πήρε αρκετές διακρίσεις και μεταφράστηκε πολλάκις. Δικαίως. Με γλώσσα άμεση, νεανική και δίχως ενοχές ακτινογραφεί πλήρως τη σύγχρονη γερμανική κοινωνία και τις ανισότητές της. Οικονομικοί μετανάστες, πρόσφυγες, άστεγοι, υφέρπων ρατσισμός, ταξικοί αποκλεισμοί στην παιδεία, πετσοκομμένα εργασιακά δικαιώματα. «Το μόνο σίγουρο ήταν πως δεν θα πήγαιναν σε γυμνάσιο που πήγαιναν αυτοί που ήθελαν να σπουδάσουν». Αποδέχεται ο Αλφ τη σκληρή πραγματικότητα που δεν πρόκειται ν’ αλλάξει. Όπως και «το αφεντικό που δεν έλεγε ποτέ ευχαριστώ». Κι ενώ διάθεση ανατροπής δεν φαίνεται να υπάρχει, «ο ήλιος το σούρουπο όταν γυρίζει σπίτι» δείχνει πως «όλα ήταν καλά, όλα ήταν όπως έπρεπε. Η ζωή εννοώ».
Ανάγλυφο το τοπίο του καπιταλισμού. Η καταγραφή του, όμως, μέσα και από την εφηβική λογοτεχνία, ίσως να συνιστά την απαρχή μιας διαδικασίας ανατροπής.