Στις 2 Φεβρουαρίου, σύμφωνα με τα απανταχού κινηματογραφικά ημερολόγια, γιορτάζεται η μέρα της μαρμότας. Ήταν η μέρα αυτή, στην κινηματογραφική ομώνυμη ταινία του Harold Ramis, στην οποία ζούσε εγκλωβισμένος ο Phil Connors (Bill Murray), ένας μισάνθρωπος μετεωρολόγος της τηλεόρασης πηγαίνει μαζί με την παραγωγό του και τον καμεραμάν στο Πανξατόνι της Πενσυλβάνια για να καλύψουν την ετήσια Μέρα της Μαρμότας (αμερικανικό τρωκτικό). Αφού θα κάνει απρόθυμα το ρεπορτάζ για τον εορτασμό της μέρας, ο Φιλ μαζί με την ομάδα του παίρνουν το δρόμο του γυρισμού. Μια χιονοθύελλα όμως θα τους κλείσει τους δρόμους με αποτέλεσμα να γυρίσουν υποχρεωτικά πίσω στο Πανξατόνι και να περάσουν εκεί ακόμη μία νύχτα. Το επόμενο πρωί, ο Φιλ ξυπνά μέσα στην ίδια μέρα. Είναι και πάλι 2 Φεβρουαρίου και όλα τα περιστατικά είναι όμοια όπως τα έζησε μια μέρα πριν. Από εδώ και πέρα, ο Φιλ θα ξυπνάει διαρκώς στην ίδια μέρα. Θα είναι ο μόνος που θα έχει συναίσθηση της επανάληψης, ο μόνος που θα βιώνει αυτή τη μέρα ως κόλαση χωρίς διέξοδο. Σταδιακά θα προσπαθήσει να βγει από την επανάληψη, στη συνέχεια θα προσπαθήσει να την εκμεταλλευτεί και τελικά θα στραφεί και στην αυτοκτονία. Μα δεν μπορεί καν να πεθάνει. Τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει την μοίρα του. Κάθε μέρα θα ξυπνά αμετάκλητα στις 2 Φεβρουαρίου.
Πίστευα πάντα πως ο βασικός λόγος να δεις αυτή την ταινία είναι πως αποτελεί μία από τις πιο έξυπνες κωμωδίες της εποχής της. Ένα εξαιρετικό εύρημα που λειτουργεί χωρίς ίχνος σοβαροφάνειας καταφέρνοντας τελικά να φτάσει σε βαθύτερα επίπεδα, μια εξαιρετική ερμηνεία από την μεριά του Bill Murray που ενσαρκώνει όλη την κατήφεια και τη σκόνη του κόσμου και μια θετική έκβαση για φινάλε που η απλοϊκότητα της μοιάζει να μην έχει τίποτα το απλοϊκό. Και να που από το πουθενά, ο κόσμος μας ολόκληρος έχει μεταμορφωθεί σε μια ατελείωτη μέρα της μαρμότας.
Έγκλειστοι και μεις μέσα στην επανάληψη, συναντούμε τους ίδιους ανθρώπους, βιώνουμε τις ίδιες καθημερινές ήττες, ντυνόμαστε τον καθημερινό μας φορητό μισανθρωπισμό σπρωγμένοι από τη ρουτίνα. Τίποτα εδώ δεν αλλάζει, μόνο η δική μας στάση απέναντι στα γεγονότα. Και κοντεύει σχεδόν ένας χρόνος που είμαστε κολλημένοι στις 2 Φεβρουαρίου, σε ένα πλανητικό Πανξατόνι της Πενσυλβάνια. Οικείο και εγκλωβιστικό. Όπως η επαρχία, όπως η ρουτίνα, όπως μια καθημερινή τελετουργία που έπαψε να σου προσφέρει την οποιαδήποτε απόλαυση εδώ και καιρό. Κάθε μέρα μας ξυπνά το ίδιο τραγούδι, κάθε μέρα μισούμε με την ίδια ένταση το λόγο που μας κρατάει εδώ, κάθε μέρα βιώνουμε με τον ίδιο τρόπο τον εγκλεισμό μας στον χρόνο. Ποιος θα μας το έλεγε πως ο εφιάλτης του παρόντος μας θα είχε το σχήμα μιας φιλικής κωμωδίας. Μια μορφή που αδυνατεί να σε τρομάξει αλλά σε καταδικάζει σε έναν ατελείωτο εναγκαλισμό του οικείου. Χωρίς εξόδους διαφυγής μόνο με τρωκτικές μαρμότες να επιθεωρούν τον καιρό σου.
Οι μέρες περνούν. Και μεις διαβάζουμε τα ίδια βιβλία, βλέπουμε τις ίδιες ταινίες, επαναλαμβάνουμε τις ίδιες κουβέντες. Κάθε τι νέο άλλωστε θα μπορούσε να σηματοδοτήσει μια πρόοδο και αυτό δεν θα ταίριαζε καθόλου με την γύρω ακινησία. Επιθεωρούμε την σταθερότητα, εξετάζουμε το διαρκές μούδιασμα, παρακολουθούμε την καχυποψία και την οργή μας απέναντι σε όλους αυτούς που μας έκλεισαν εδώ. Και αναρωτιόμαστε αν πρέπει να προσαρμοστούμε στην επανάληψη που ενδεχομένως θα κρατήσει ακόμα έναν χρόνο ή να παραμείνουμε ενοχλημένοι.
Όπως ο Bill Murray το Πανξατόνι. Έτσι μισούμε και εμείς την καραντίνα. Με την ίδια ένταση, τον ίδιο οίστρο, την ίδια άγρια απογοήτευση. Μέχρι να καταργηθούν επιτέλους οι τρωκτικές μας μέρες.