Οκτάβ Μιρμπώ «Ο θάνατος του Μπαλζάκ», μτφ. Μαρία Γυπαράκη, εκδόσεις Στιγμός, 2020
Το 1907 ο Οκτάβ Μιρμπώ εκδίδει ένα βιβλίο με τον παράξενο τίτλο Το 628-Ε8: είναι ο αριθμός της πινακίδας του αυτοκινήτου με το οποίο ο συγγραφέας ταξιδεύει στην Ευρώπη: «Ιδού λοιπόν το Ημερολόγιο αυτού του ταξιδιού που έκανα με το αυτοκίνητο περνώντας λίγο από τη Γαλλία, το Βέλγιο, την Ολλανδία, τη Γερμανία αλλά και λίγο μέσα από τον ίδιο τον εαυτό μου». Από το πολυσέλιδο κείμενο, όμως, λείπουν μερικές σελίδες, τρία κεφάλαια που αναφέρονται στον Μπαλζάκ και τα οποία ο Μιρμπώ συναίνεσε να αφαιρεθούν μιας και ήταν σαφές ότι προκαλούσαν σκάνδαλο προτού ακόμη κυκλοφορήσει το βιβλίο. Η περιγραφή της εκδοτικής αυτής περιπέτειας, μαζί με πολύ ενδιαφέροντα σχόλια για τον Μιρμπώ και το συγκεκριμένο βιβλίο, περιέχονται στο πολύ κατατοπιστικό «Προλογικό σημείωμα» της έκδοσης, το οποίο υπογράφει η μεταφράστρια του βιβλίου.
Στις σελίδες αυτές, ο Μιρμπώ αποτυπώνει την αγάπη του για τον Μπαλζάκ («μπροστά στον Μπαλζάκ μένω εκστατικός»), μιλώντας ταυτόχρονα αναλυτικά για το έργο και τους χαρακτήρες του, τον μανιακό τρόπο που δούλευε, την υποδοχή που είχε το έργο του από κοινό και Ακαδημία: «Αν τον περιορίσουμε στο στενό κελί της τρέχουσας ηθικής και της κοινωνικής ευπρέπειας είναι σαν να μην καταλαβαίνουμε τίποτα από έναν τέτοιο άνθρωπο».
Το πιο επίμαχο είναι προφανώς το τρίτο και τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου, που περιγράφει τη νύχτα της 18ης Αυγούστου 1850, τη νύχτα δηλαδή που πέθανε ο Μπαλζάκ. Εκεί ο Μιρμπώ παραθέτει μια προφορική μαρτυρία, αφήνοντας όμως ένα ερωτηματικό ως προς το κατά πόσο την υιοθετεί πλήρως και ο ίδιος: «την παραθέτω όπως την άκουσα […] δεν αλλάζω τίποτα… Δεν τη διανθίζω, ούτε τη φορτώνω αλλά ούτε και την ελαφρώνω». Μια αφήγηση ενός αυτόπτη (με μια έννοια) μάρτυρα, που βάζει μια παραπάνω τραγική πινελιά στον θάνατο του μεγάλου συγγραφέα.
Με αυτό το πολύ ενδιαφέρον βιβλίο άνοιξε την αυλαία της η σειρά Opusculum του νέου εκδοτικού σήματος Στιγμός, που υπάγεται στις εκδόσεις Ευρασία. Η σειρά ξεκίνησε την πορεία της με άλλους τρεις καλαίσθητους και ιδιαίτερα φροντισμένους μικρούς τόμους. Στην Ιστορία μιας νουβέλας (μτφ. Γιάννης Λειβαδάς), ο Τόμας Γουλφ πραγματεύεται, μεταξύ άλλων, το θεμελιακό (και απελπιστικό, ενίοτε) ερώτημα «πότε μπαίνει η τελεία σε ένα έργο», ενώ Η γεροντοκόρη, γραμμένη το 1924 (μτφ. Χρύσα Τσαλικίδου), θεωρείται ένα από τα καλύτερα έργα της Ίντιθ Γουόρτον. Ως σταθερός αναγνώστης του Ιούλιου Βερν, δεν μπορώ να μην κάνω ιδιαίτερη αναφορά στο τομίδιο της σειράς με τον αριθμό 0, τις Παιδικές και νεανικές αναμνήσεις του (μτφ. Μαρία Παπαδήμα), όπου στο σύντομο αυτοβιογραφικό κείμενο που γράφει ο Βερν, σε ηλικία 60 ετών πια, ανακαλύπτουμε διάφορα μικρά κλειδιά για το έργο του, ανάμεσα σε διάφορες αναμνήσεις από την παιδική και νεανική του ηλικία, αλλά και σχόλια για τα βιβλία και το έργο του. «Μερικές φορές τα βιβλία μου έχουν κατηγορηθεί ότι παροτρύνουν τα νεαρά αγόρια να εγκαταλείψουν την οικογενειακή εστία για να περιπλανηθούν ανά τον κόσμο», γράφει ο Βερν, προτού μιλήσει για τη λογοτεχνία του («αποστολή μου ήταν να περιγράψω τη γη ολόκληρη, τον κόσμο ολόκληρο, με τη μορφή μυθιστορήματος») και να υπενθυμίσει, βέβαια, στο τέλος αυτού του σύντομου κειμένου, πως «όμως ο κόσμος είναι πολύ μεγάλος και η ζωή πολύ σύντομη!».