Νικόλα Πουλιέζε «Σκοτεινό νερό», μτφ. Ευαγγελία Γιάννου, εκδόσεις Loggia, 2020
«Τέσσερις μέρες βροχής στην πόλη της Νάπολης εν αναμονή ενός εκπληκτικού γεγονότος»: με αυτόν τον υπότιτλο που βάζει στο βιβλίο του ο Νικόλα Πουλιέζε κάνει εξαρχής σαφές το πλαίσιο στο οποίο θα κινηθεί η αφήγησή του.
Στις 3 τα ξημερώματα της 23ης Οκτωβρίου (κάποιας ακαθόριστης χρονιάς) αρχίζει να πέφτει στην πόλη μια καταρρακτώδης βροχή, η οποία θα συνεχίζει να πέφτει ακατάπαυστα επί τέσσερις μέρες, μέχρι τις 26 Οκτωβρίου. Στη διάρκεια αυτών των ημερών εξελίσσεται και το βιβλίο του Νικόλα Πουλιέζε. Στις τέσσερις αυτές μέρες η πόλη βουλιάζει, καταρρέει, πνίγεται: το ρεύμα κόβεται, τα νερά πλημμυρίζουν τα πάντα, σπίτια γκρεμίζονται, τρύπες και χάσματα ανοίγουν στους δρόμους καταπίνοντας αυτοκίνητα, υπάρχουν και νεκροί, πανικός, ενώ συνάμα συμβαίνουν και κάποια παράξενα γεγονότα, όπως οι φωνές που ακούγονται πάνω από την πόλη και προέρχονται από κούκλες που βρίσκονται δίπλα σε νεκρούς. Ταυτόχρονα, ένα αίσθημα απειλής πλανάται πάνω από την πόλη, μια απροσδιόριστη ανησυχία καταλαμβάνει τους κατοίκους της μισοβυθισμένης πόλης: «πάνω από την πόλη πλανιόταν η σκοτεινή παρουσία και μαζί ο φόβος και το προαίσθημα».
Σε αυτό το πλαίσιο, σε αυτές τις συνθήκες, η ζωή των ανθρώπων συνεχίζεται, αλλιώς κάποιες φορές, αλλά συνεχίζεται. Και μερικές από αυτές τις ιστορίες αποτυπώνει ο συγγραφέας, δημιουργώντας ένα ψηφιδωτό από αφηγήσεις, «μια σειρά από αλυσιδωτά διηγήματα», όπως διαβάζουμε στο επίμετρο.
Δεν είναι η πρώτη ή η μοναδική φορά που η αλληγορία της πλημμύρας χρησιμοποιείται στη λογοτεχνία. Ωστόσο, αυτό που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στο βιβλίο του Πουλιέζε είναι ο τρόπος που δομείται η ιστορία του, η σύνθεση των επιμέρους ιστοριών, σε συνδυασμό με τη γλώσσα και το ύφος του, τον μακροπερίοδο λόγο, το πυκνό κείμενο.
Ενδιαφέρον έχει και ο κατεδαφιστικός τρόπος με τον οποίο ο Πουλιέζε σχολιάζει την πολιτική σκηνή της πόλης που βρίσκεται σε κρίση: τους γραφειοκράτες που απλώς διεκπεραιώνουν, το πλειοψηφικό κόμμα που προσπαθεί να συγκαλύψει τα προβλήματα, την αντιπολίτευση που είναι προφανές ότι «κάνει την παρέμβασή της αποκλειστικά και μόνο για λόγους τιμής, αφού πράγματι είχε φροντίσει να μην τραβήξει πολύ το σκοινί». Και «η βροχή να πέφτει, να πέφτει ασταμάτητα».
Το βιβλίο έχει τη δική του εκδοτική ιστορία, που αποτελεί από μόνη της ένα ιδιαίτερο θέμα. Ο Πουλιέζε ήταν δημοσιογράφος. Το Σκοτεινό νερό κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1977. Όπως λέει στο πλούσιο επίμετρό της η μεταφράστρια, το βιβλίο γράφτηκε μέσα σε 45 μέρες, το 1976, και παραδόθηκε στα χέρια του Ίταλο Καλβίνο, που είχε τότε την ευθύνη του λογοτεχνικού τμήματος στον εκδοτικό οίκο Einaudi. Ο Καλβίνο το είδε θετικά και έκανε κάποιες παρατηρήσεις, τις οποίες ο Πουλιέζε έκανε δεκτές. Κατόπιν ο Καλβίνο έκανε και νέες παρατηρήσεις, τις οποίες όμως ο Πουλιέζε αρνήθηκε να εντάξει. Το μυθιστόρημα τελικά κυκλοφόρησε τον Ιούνιο του 1977 και εξαντλήθηκε πολύ σύντομα, αλλά ο συγγραφέας, για διάφορους λόγους, αρνήθηκε να επιτρέψει την επανέκδοση του βιβλίου, το οποίο κυκλοφόρησε ξανά το 2013, μετά τον θάνατο του Πουλιέζε, κι ενώ μέχρι τότε είχε γίνει «κάτι σαν μύθος για τις νέες γενιές των συγγραφέων της Νάπολης αλλά και για το αναγνωστικό κοινό, αφού η αναπαραγωγή του γινόταν μέσω φωτοτυπιών που κυκλοφορούσαν σε πανεπιστήμια και βιβλιοθήκες».