Jean-Luc Nancy «Ο Παρείσακτος», μτφ: Πάνος Αγγελόπουλος, εκδόσεις Petites-Maisons, 2020
Ο Jean-Luc Nancy είναι ένας φιλόσοφος με αξιοσημείωτο έργο, πολιτικά ευαίσθητο, στην αιχμή της σύγχρονης συζήτησης για τα κοινά, τη δημοκρατία, τη σχέση ατόμου και συλλογικότητας. Διετέλεσε καθηγητής φιλοσοφίας από το 1967 έως το 2004 στο Στρασβούργο. Μέρος του έργου του έχει μεταφραστεί στην ελληνική γλώσσα. Επίσης, ο Nancy έχει επισκεφτεί την Ελλάδα προκειμένου να συμμετάσχει σε συνέδριο αφιερωμένο στο έργο του.
Εξαιτίας πολύ σοβαρών προβλημάτων υγείας υπεβλήθη σε μεταμόσχευση καρδιάς. Το 2000 δημοσιεύει ένα σύντομο κείμενο, στο οποίο η εμπειρία της μεταμόσχευσης μετουσιώνεται σε φιλοσοφικό στοχασμό. Το διανοητικό αυτό ταξίδι μας παρουσιάζουν οι εκδόσεις Petites-Maisons – ένας νέος εκδοτικός οίκος με έδρα τη Θεσσαλονίκη, η εμφάνιση του οποίου είναι ένα από τα λιγοστά θετικά που μας άφησε η προηγούμενη χρονιά.
Με αφετηρία τη μεταμόσχευση αυτή διαπραγματεύεται την ιδέα του ξένου, της παρείσφρησής του η οποία προβληματοποιεί περαιτέρω την αβέβαιη ακεραιότητά του:
«Πάνε 22 χρόνια –σύντομα 23– που μου μεταμόσχευσαν την καρδιά μου. Έχει πια (εξ όσων γνωρίζω) σχεδόν τη διπλάσια ηλικία από αυτήν που είχε τότε ο δότης μου (ο «δότης» μου; Παράξενος τρόπος να μιλά κανείς… Ναι, εκείνος ή εκείνη με παρέδωσε εκ νέου στον εαυτό μου). Ανάμεσα σε εκείνον ή εκείνη και σε εμένα δεν υπάρχει τίποτα από αυτά για τα οποία κάποιοι αρέσκονται τόσο συχνά να μιλάνε: μυστικές επικοινωνίες, πνευματικές ωσμώσεις, μίξεις ταυτοτήτων. Όλα αυτά δεν έχουν θέση παρά στις φαντασιώσεις, ενίοτε των μεταμοσχευμένων και πολύ συχνότερα όσων λατρεύουν τις έντονες συγκινήσεις. Η ζωή όμως με το ληφθέν δώρο πηγαίνει πολύ πιο μακριά από αυτά τα υποθετικά ρίγη. Είναι μια ζωή μοιράσματος πολύ περισσότερων πραγμάτων απ’ ότι μιας άλλης ζωής: ενός μοιράσματος, κατ’ αρχάς της ίδιας της ζωής…» (σελ. 53-54).
Η εμπειρία μιας μεταμόσχευσης καρδιάς είναι ένα συμβάν που αναδιοργανώνει το σύνολο της ζωής. Θα μπορούσε κανείς να φανταστεί ότι μια αυτοβιογραφική αποτύπωση μιας τέτοιας ολικής εμπειρίας θα έβριθε από αγωνία και φόβο, περιγραφές για τις ιατρικές πρακτικές αλλά και για τις προσδοκίες ανάκτησης μιας κανονικής ζωής μετά την επέμβαση. Ωστόσο, ερχόμαστε αντιμέτωποι με ένα κείμενο ελλειπτικό, διανοητικά απαιτητικό, καθώς οι λέξεις είναι ζυγιασμένες, μία προς μία – το ότι είναι ταυτόχρονα ευανάγνωστο οφείλεται στην ποιότητα της μετάφρασης. Ο Nancy δεν περιορίζεται σε μια αυτοβιογραφικού τύπου καταγραφή της ζωής με την καρδιά ενός άλλου. Μας εισάγει με μαεστρία, μέσω των δικών του εμπειριών, σε ένα στοχασμό για την οντολογία της ατομικότητας, της προβληματικής συνεκτικότητάς της, για το αναπόφευκτο του «μπολιάσματος», της «παρείσφρησης».
Η παρείσφρηση των ξένων
Η ξένη καρδιά είναι ο παρείσακτος στον οποίο ο συγγραφέας αρχικά αναφέρεται. Είναι τόσο ξένος όσο είναι παρείσακτος. Ένας ξένος η έλευση του οποίου, παραδόξως, επιτρέπει τη συνέχιση της ύπαρξης του εγώ, το οποίο «μπολιάζεται», μετατρεπόμενο έτσι σε υβρίδιο, σε κάτι άλλο, εν τέλει σε κάτι ανοίκειο: «Ο παρείσακτος δεν είναι ένας άλλος από εμένα τον ίδιο και τον ίδιο τον άνθρωπο. Δεν είναι ένας άλλος από τον ίδιο που δεν σταματά να γίνεται άλλος […]» (σελ. 44). Ωστόσο, η παρείσφρηση των ξένων, όπως η μεταμόσχευση μιας καρδιάς, δεν είναι ένα γεγονός που λαμβάνει χώρα μια συγκεκριμένη στιγμή, ένα συμβάν. Η «στιγμή» της παρείσφρησης συνιστά μια συμβατική χρονική αφετηρία ενός παραγωγικού γίγνεσθαι διεισδύσεων, αναμίξεων, μπολιασμάτων, που αποδομούν την αίσθηση της οικειότητας του εαυτού, κάθε φορά με διαφορετικό τρόπο: «Δεν υπήρξε ποτέ μία και μόνη παρείσφρηση: Άπαξ και προκύψει μία, πολλαπλασιάζεται, και ταυτοποιείται στις εσωτερικές της διαφοροποιήσεις που ανανεώνονται διαρκώς» (σ. 32).
Πολλαπλές αναγνώσεις
Ο Παρείσακτος είναι ένα ολιγοσέλιδο κείμενο το οποίο επιδέχεται πολλαπλές αναγνώσεις, ανάλογα με την αφετηρία και τα ερωτήματα που θα του θέσει ο αναγνώστης ή η αναγνώστρια. Σαφώς μπορεί να διαβαστεί ως μια ψυχαναλυτικού τύπου πραγματεία σε σμίκρυνση περί της σχέσης οδύνης, επιθυμίας και ανοίκειου, περί της προβληματικής της επιδίωξης ακεραιότητας του ενσώματου Εγώ. Υπό μια κοινωνιολογική οπτική, μας παρέχει μια σημειολογική χαρτογράφηση της διαχείρισης της ζωής από την ιατρική και της βαθιάς –αποξενωτικής;– σχέσης που έχει σφυρηλατηθεί μεταξύ αυτής και των σωμάτων των «αναπτυγμένων». Αλλά πάνω απ’ όλα, η ιατρική επέμβαση, πέρα από την υλικότητα της τροποποίησης του σώματος, παρουσιάζεται από τον συγγραφέα ως μια αλληγορία της σχέσης ετερότητας και ταυτότητας. Η «ξενότητα» του εκάστοτε ξένου μετριέται από το βαθμό διασάλευσης των ισορροπιών: κάθε παρείσφρηση ενεργοποιεί προϋπάρχοντα ταυτοτικά ρήγματα. Η όποια υποτιθέμενη ενσωμάτωσή του, η πολιτογράφησή του, δεν γίνεται με μιας. Εάν και στο βαθμό που επιτευχθεί, είναι αποτέλεσμα μιας μακράς διεργασίας επίμονης διατήρησης της ξενότητας, διαπλοκής αυτής της τελευταίας με άλλες παρεισφρήσεις, με επιμέρους προβληματοποιήσεις του οικείου κόσμου.
Από ατομική εμπειρία σε πολιτικό στοχασμό
Η έκδοση του Παρείσακτου στην οποία αναφερόμαστε είναι πλήρης, καθώς περιλαμβάνει και τα τρία επίμετρα τα οποία πρόσθεσε ο συγγραφέας στις επανεκδόσεις του αρχικού κειμένου. Τα επίμετρα αυτά έχουν ιδιαίτερη σημασία σε ένα βιβλίο βασισμένο στην εμπειρία μιας μεταμόσχευσης καρδιάς. Ακολουθούν τη γενική ιδέα του κειμένου, προεκτείνοντας την ατομική εμπειρία σε πολιτικό στοχασμό. Έτσι, το πρώτο επίμετρο αναφέρεται στην έννοια της «επιβίωσης», με αφορμή το θάνατο, τη μη επιβίωση του φίλου του συγγραφέα Jacques Derrida. Στο δεύτερο διαπραγματεύεται τη διάσταση της συμφιλίωσης με τις επιμέρους διαστάσεις της ατομικής ύπαρξης: «Στην πραγματικότητα, το κατανοώ όλο και περισσότερο, υπάρχουν πολλοί οργανισμοί: τουλάχιστον ο μηχανικός, ο χημικός, ο νευρικός, ο αισθητηριακός και ο σπλαχνικός. Ο παρείσακτος μου παρέχει μια πιο εκλεπτυσμένη πρόσληψη αυτής της διάρθρωσης που με κάνει "εγώ"» (σελ. 50). Στο τρίτο post-scriptum, γραμμένο τον Αύγουστο του 2017, η διάσταση της ανάμειξης εξαιτίας της παρείσφρησης των παρείσακτων-ξένων γενικεύεται, πολιτικοποιείται περεταίρω, συνδέεται με το αναπόφευκτο μπόλιασμα των πολιτισμών.
Πρόκειται για ένα έργο το οποίο έχει εμπνεύσει δύο ταινίες, καθώς και μια χορευτική παράσταση στη χώρα μας το 2017, από την Ομάδα Χορευτές. Ένα κείμενο που φωλιάζει εν τέλει στη σκέψη και σαν ένας άλλος παρείσακτος αναδεικνύει διχόνοιες, υπογραμμίζει ασυνέχειες, αναδιανέμει εννοιολογικές γαίες, κατακερματίζοντας νοητικές επικράτειες: «Η μεταμόσχευση μιας καρδιάς δεν είναι παρά μια ακόμα μακρινή εικόνα –ή μια εκδήλωση– του πλήθους των παρεισφρήσεων που συνεπάγεται στην πραγματικότητα το "να είναι κανείς ο εαυτός του" (και αυτό το "κανείς" μπορεί να είναι ένα πρόσωπο, μια χώρα, μια γλώσσα, μια σκέψη). Χωρίς αυτές τίποτα δεν θα συνέβαινε, τίποτα δεν θα άρχιζε να ατομικοποιείται ούτε να ταυτοποιείται» (σελ. 60).