Ένας από τους πιο ανατρεπτικούς σύγχρονους σκηνοθέτες, ο Έιμπελ Φεράρα, επανέρχεται με τη νέα του ταινία, «Τομάζο» (Tommaso). Ως πρωταγωνιστή επέλεξε για τέταρτη φορά τον αγαπημένο του Γουίλεμ Νταφόε, σε έναν ρόλο που θυμίζει πολύ τον ίδιο τον σκηνοθέτη.
Σε αυτή, λοιπόν, την ημι-αυτοβιογραφική ταινία του Φεράρα, ο Νταφόε υποδύεται τον Τομάσο, έναν αμερικανό σκηνοθέτη ο οποίος ζει στη Ρώμη με την πολύ μικρότερη Μολδαβή σύζυγό του, Νίκι και την 3χρονη κόρη τους, Ντίντι. Παράλληλα προσπαθεί να αφήσει πίσω του τον εθισμό σε ουσίες και να ετοιμάσει την επόμενη ταινία του. Εν τω μεταξύ κάνει γιόγκα, παρακολουθεί και ομάδα πρώην τοξικομανών, παραδίδει μαθήματα υποκριτικής και μαθαίνει ιταλικά. Θα μπορούσε η ζωή του να είναι ιδανική, όπως δείχνει εκ πρώτης όψεως, αλλά σύντομα διαπιστώνουμε πως η σχέση με τη γυναίκα του έχει διαρραγεί και το ζευγάρι τσακώνεται διαρκώς.
Ο Φεράρα είναι ένας σκηνοθέτης που οι ταινίες του πάντοτε προκαλούν συζητήσεις και δέχονται αντιφατικές κριτικές. Υπάρχουν πολλά σημεία τα οποία χρήζουν αποκωδικοποίησης ώστε ο θεατής να «δει» πίσω από το προφανές. Αυτό συμβαίνει και εδώ. Μάλιστα επειδή η ταινία περιέχει πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία, είναι περισσότερο προσιτή στους γνωρίζοντες το έργο του σκηνοθέτη και τους κώδικές του.
Πίσω από το οικογενειακό δράμα, όπως εξελίσσεται, βλέπουμε διάφορες εμβόλιμες σκηνές με τους «δαίμονες» που βασανίζουν τον Τομάσο. Η ζωή του, οι σχέσεις του και κυρίως, το καλλιτεχνικό του έργο. Ένα έργο το οποίο, όπως δείχνει με τις παραβολικές του εικόνες ο Φεράρα, μοιάζει με αυτό-θυσία ή και αυτό-καταστροφή.
Ενώ καταπιάνεται εξαντλητικά με τον κεντρικό χαρακτήρα, δεν αναλύει καθόλου τους δευτερεύοντες, όπως για παράδειγμα το χαρακτήρα της Νίκι, με αποτέλεσμα να μοιάζει ξεκρέμαστος.
Ο Φεράρα, αν μη τι άλλο, ξέρει να προκαλεί και να εγείρει το ενδιαφέρον του θεατή. Να τον οδηγεί στα ζόρικα μονοπάτια της σκέψης του και ύστερα να του ζητά να λύσει το γρίφο. Είναι ένα σινεμά που μισιέται και λατρεύεται. Οι σινεφίλ το εκτιμούν χρόνια τώρα, όπως θα εκτιμήσουν και τον «Τομάζο».