Η ελληνική ανανεωτική Αριστερά είχε πάντα στενούς δεσμούς συντροφικότητας και ιδεολογικής συνάφειας με το PCI, το ιταλικό κομμουνιστικό κόμμα. Δεν θα μπορούσε, λοιπόν, να μην αφιερώσει με ιδιαίτερη αγάπη και, αϊμέ, νοσταλγία, λίγες γραμμές στα εκατό χρόνια από την ίδρυσή του. Έτσι, η «Εποχή» φιλοξενεί ένα άρθρο ενός νέου κομμουνιστή, γνωστού δημοσιογράφου και συγγραφέα, του Ματέο Πουτσιαρέλι. Το τελευταίο βιβλίο του Ματέο συνδέεται άμεσα με το θέμα του άρθρου του. Ονομάζεται Comunisti d’Italia (Κομμουνιστές της Ιταλίας) και αφηγείται την ιστορία 100 γνωστών, αλλά και άγνωστων κομμουνιστών, που, με τους αγώνες και τις θυσίες τους, οικοδόμησαν τη μεταπολεμική Ιταλία και έβαλαν το λιθαράκι τους για τη δημιουργία του δημοκρατικότερου Συντάγματος της Ευρώπης και για την κατάκτηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων.
T. T.
Σε κάποια στιγμή της ιστορίας τους, οι λεγόμενοι «κληρονόμοι» ντράπηκαν προφανέστατα για το παρελθόν. Ήταν το 2007, όταν οι Δημοκράτες της Αριστεράς, πρώην Δημοκρατικό Κόμμα της Αριστεράς, πρώην Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα, συγχωνεύτηκαν με τους πρώην χριστιανοδημοκράτες, που ήταν περισσότερο προσανατολισμένοι προς τον κοινωνικό καθολικισμό και ίδρυσαν το Δημοκρατικό Κόμμα. Όμως, ως θύμα μιας πατρογονικής εικονοκλαστικής μανίας, ο τότε γραμματέας του νεογέννητου κόμματος, ο Βάλτερ Βελτρόνι –για μια ζωή ηγετικό στέλεχος του ΙΚΚ, παρόλο που εξομολογήθηκε μετά από δεκαετίες ότι δεν υπήρξε ποτέ κομμουνιστής, σαν ένας καρδινάλιος που ανακαλύπτει ότι είναι άθεος- αφαίρεσε το κόκκινο χρώμα από τις σημαίες και άλλαξε όνομα στις θερινές Γιορτές της Unita, ιστορικό πολιτικό, κοινωνικό, πολιτιστικό και ανθρώπινο χώρο συνάντησης της κομμουνιστικής ιστορίας. Τέλος, κατάργησε τη λέξη «σύντροφος», ένα ακόμη διακριτικό χαρακτηριστικό της αριστεράς, με τη λιγότερο δεσμευτική «φίλος». Έτσι, το παρελθόν κατέληξε στη σοφίτα και ανατέθηκε σε ιδρύματα που δημιουργήθηκαν στις διάφορες περιοχές για να φυλάξουν αρχεία και έγγραφα του παρελθόντος, για να κρατήσουν ασφαλή -από την άποψη της ιδιοκτησίας- ακίνητα σαν τα παλαιά «σπίτια του λαού» και ίσως για να οργανώνουν κάπου - κάπου μερικά σκονισμένα συνέδρια στη μνήμη των παλιών καλών καιρών, καλύτερα μεταξύ γέρων βετεράνων.
Η εγκατάλειψη του μετασχηματισμού
Όμως τα σύμβολα δεν έχουν απλά νόημα σαν εικόνα. Η επιχείρηση των κληρονόμων ήταν ο τελικός προορισμός μιας εξαιρετικά πολιτικής πορείας, η οποία εγκαινιάστηκε αμέσως μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου. Η ιταλική Αριστερά εγκατέλειψε κάθε διάθεση μετασχηματισμού της κοινωνίας, προτείνοντας τον εαυτό της ως αξιόπιστο διαχειριστή του παρόντος, αποδεχόμενη με άκριτο τρόπο τη διάταξη της εξουσίας και τη νέα πολιτιστική ηγεμονία του δυτικού κόσμου: τις αρετές της αγοράς, την απόσυρση του κράτους και άρα το όργιο ιδιωτικοποιήσεων, την υπέρβαση των ενδιάμεσων οργάνων και των συλλογικών οργανισμών προς χάρη μιας ρευστής κοινωνίας και ενός ρευστού κόμματος. Δεν ήταν το τέλος του κομμουνιστικού ιδεώδους, αλλά μέχρι και η υπέρβαση της σοσιαλδημοκρατίας για το μετασχηματισμό του κόμματος σε ένα ήσυχο φιλελεύθερο - δημοκρατικό κόμμα.
Έτσι, λοιπόν, οι ψυχροί εορτασμοί των 100 χρόνων του Κομμουνιστικού Κόμματος Ιταλίας, το οποίο στη συνέχεια έγινε PCI, λίγα χρόνια μετά την ίδρυσή του, ήταν για τους κληρονόμους του μια αναγκαστική τελετή –οι παππούδες μας είναι πάντα οι παππούδες μας, τι να κάνουμε- αλλά με μια τεράστια ιστορική απώθηση: το σοσιαλισμό. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο καθένας πήρε και θυμήθηκε από το παρελθόν ό,τι προσαρμόζεται στον παρόν του. Το PCI κόμμα της ευθύνης, το PCI κόμμα των θεσμών, το PCI μεταρρυθμιστικό κόμμα, το PCI κόμμα της μετριοπάθειας, το PCI κόμμα που έβλεπε προς το δυτικό κόσμο παρά τους δεσμούς του με τη Μόσχα. Έπειτα, επιστρέφοντας στο 1921, σ’ εκείνη την τραγική, σε ένα βαθμό, υπόθεση για την ιταλική Αριστερά, δηλαδή τη διάσπαση του σοσιαλιστικού κόμματος, με την κομμουνιστική φράξια που ίδρυσε το Κομμουνιστικό Κόμμα Ιταλίας, πόση λύπη γι’ αυτό τον χωρισμό! Ένας έγκριτος δημοσιογράφος όπως ο Έτσιο Μάουρο, για είκοσι χρόνια διευθυντής της Repubblica, τον αποκάλεσε «κατάρα», που είναι ο τίτλος του βιβλίου του, που εκδόθηκε από τη Feltrinelli για την εκατονταετία.
Είναι όλα αλήθεια. Το PCI υπήρξε κεντρικός παράγοντας της ιταλικής ιστορίας στη μεταπολεμική περίοδο, παρόλο που, ουσιαστικά, βρισκόταν πάντα στην αντιπολίτευση σε εθνικό επίπεδο. Όμως η σημερινή απώθησή του αποσιωπά όλο αυτό, αφηγείται μόνο ένα μέρος της ιστορίας του. Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ιταλίας γεννήθηκε στην πραγματικότητα ως επαναστατικό κόμμα, με στόχο την άμεση εγκαθίδρυση του σοσιαλισμού. Επίσης, ακόμη και οι μεταρρυθμιστές του Σοσιαλιστικού Κόμματος, όπως ο Φιλίππο Τουράτι, ήταν μαρξιστές και έβλεπαν με ενδιαφέρον και ελπίδα τα όσα συνέβαιναν στη Σοβιετική Ένωση. Ο σοσιαλισμός ήταν ο ορίζοντας όλης της Αριστεράς, για κάποιους (τους κομμουνιστές) απείχε ένα βήμα, αρκούσε μια σπρωξιά στο αστικό σύστημα για να καταρρεύσει. Σύμφωνα με ένα τμήμα, και μάλιστα μειοψηφικό, του Σοσιαλιστικού Κόμματος, έπρεπε να φθάσουν εκεί βήμα - βήμα, με σταδιακές κατακτήσεις. Όμως αυτό ήταν το πεπρωμένο, ο στόχος, το τελικό αποτέλεσμα, σε όφελος των καταπιεσμένων.
Το κόμμα των εργατών και των φτωχών
Το PCI, στη συνέχεια, είναι το παράνομο κόμμα που πολεμάει το φασισμό, που οργανώνει τις πολυπληθέστερες αντάρτικες ταξιαρχίες, είναι το κόμμα των εργατών, είναι το κόμμα των φτωχών ανθρώπων. Μετά το τέλος του πολέμου, ένας κομμουνιστής, ο Φάουστο Γκούλο, είναι αυτός που κάνει το πρώτο βήμα για την αναδιανομή της γης των τσιφλικιών στους αγρότες του νότου. Στα μεγάλα εργοστάσια του βορρά το PCI αγωνίζεται μαζί με το συνδικάτο για να δώσει μεγαλύτερη εξουσία στους εργάτες, έτσι ώστε τα μοντέλα παραγωγής και η εσωτερική οργάνωση να είναι αντικείμενο διαπραγμάτευσης με τους εργαζομένους και να μην έρχονται από πάνω, σύμφωνα με λογικές που να ανήκουν αποκλειστικά στα αφεντικά. Είναι χρόνια αγώνων, ή μάλλον δεκαετίες, με κομμουνιστές δολοφονημένους στις εργατικές διαδηλώσεις και στις καταλήψεις γαιών. Ο ιταλικός δρόμος προς το σοσιαλισμό είναι στρωμένος με θυσίες, αν όχι με μάρτυρες, και είναι καμωμένος από μια λεπτομερή οργάνωση των περιοχών, από ένα μαζικό κόμμα που δείχνει ένα δρόμο και κατακτά από τη θέση της αντιπολίτευσης νέα δικαιώματα και νέους χώρους για τους εργαζομένους και τις εργαζόμενες. Υπό αυτή την έννοια, το PCI είναι ένα κόμμα πραγματικά μεταρρυθμιστικό: δεν προτείνει πλέον το γκρέμισμα του συστήματος, αλλά μέσα από τη δύναμή του κατορθώνει να καθορίσει τις επιλογές αυτών που κυβερνούν -και το κάνει προς όφελος της κοινωνικής τάξης αναφοράς του. Όμως πρόκειται για έναν ρεφορμισμό συγκεκριμένο και πολύ διαφορετικό από το σημερινό, μια έννοια που συνοδεύεται από αοριστία και συχνά κακή πίστη, ενώ, αντίθετα, δεν προϋποθέτει μια αύξηση των δικαιωμάτων των πολλών, αλλά μια σταδιακή και μερική απώλεια των κατακτημένων δικαιωμάτων.
Η μετατόπιση σήμερα
Η ρήξη των κληρονόμων με την ιστορία τους υπάρχει στα χρονικά. Διηγιόταν ένα παλαιό στέλεχος της ηγεσίας στη Ρώμη ότι ο Βάλτερ Τότσι, που για πολλά χρόνια ήταν ένας ικανός αντιδήμαρχος της πρωτεύουσας, στη δεκαετία του ‘70, παρατηρώντας την κατασκευή των νέων λαϊκών συνοικιών, σκεφτόταν: αυτές οι οικογένειες που θα πάνε να μείνουν εκεί μέσα, θα είναι άλλες τόσες ψήφοι για μας. Το PCI ήταν το κόμμα που είχε τεράστια επιτυχία στις περιφέρειες και στις εργατικές περιοχές, μολονότι το έβλεπαν με συμπάθεια και εκτίμηση και οι αστοί διανοούμενοι. Το κέντρο βάρους σήμερα έχει μετατοπιστεί. Στις ίδιες εκείνες εγκαταλειμμένες, μπερδεμένες συνοικίες, σήμερα ψηφίζουν τη δεξιά Λέγκα, ή –όπως συνέβη κυρίως το 2018- τους 5 Αστέρες. Το ίδιο συμβαίνει στα εργοστάσια. Οι κληρονόμοι, αντίθετα, είναι πολύ δυνατοί στο ιστορικό κέντρο, που κατοικείται από καθωσπρέπει άτομα, από ανθρώπους που ξέρουν πώς να κινούνται σ’ αυτόν τον κόσμο, ανθρώπους που από το σύστημα ζητάνε πάνω απ’ όλα να τους εγγυάται ένα γαλήνιο μέλλον, σαν το παρόν τους.
Μια μεγάλη ιστορία χειραφέτησης χάθηκε, λοιπόν, μέσα σε ένα αιώνιο παρόν, που αποτελείται από εκλογικές επιτροπές και στρατηγικές. Είναι μια πολιτική χωρίς «αίμα και σκατά», ιστορικός ορισμός του σοσιαλιστή Ρίνο Φορμίκα, αλλά μάλλον ένα ρίσκο, μια αμερικανική τηλεοπτική σειρά για γνώστες, με συνεχείς ανατροπές, όπου όλα είναι δυνατά για τους κληρονόμους του Κομμουνιστικού Κόμματος: συμπεριλαμβανομένων των εορτασμών για την έλευση ενός τραπεζίτη στο τιμόνι της χώρας και, με κάθε πιθανότητα, της συγκυβέρνησης μαζί με τη δεξιά Λέγκα.