Έρευνα μεγάλων ευρωπαϊκών εφημερίδων αποκάλυψε ότι στον φορολογικό παράδεισο του Λουξεμβούργου τίποτα ουσιαστικά δεν έχει αλλάξει, παρά τις υποσχέσεις που δόθηκαν το 2014 μετά την αποκάλυψη των LuxLeaks.
Ήταν αποκαλύψεις που παρά λίγο να στοιχίσουν στον Ζαν Κλοντ Γιούνκερ το πολιτικό του μέλλον. Το 2014 ένα ευρύ δίκτυο ερευνητών δημοσιογράφων είχε καταδείξει πως η πατρίδα του το Λουξεμβούργο μέσα από μια σειρά από φορολογικές ρυθμίσεις, αλλά και μυστικές προνομιακές συμφωνίες με μεγάλες πολυεθνικές είχε μετατραπεί σε φορολογικό παράδεισο, που σε τίποτα δεν είχε να ζηλέψει τις υπεράκτιες εξωτικές χώρες. Ήταν η υπόθεση των περίφημων LuxLeaks που είχε προκαλέσει παγκόσμιο σάλο.
Οι ευθύνες του πρώην προέδρου της Κομισιόν ήταν προφανείς, όπως και η προσπάθεια της «θεσμικής» Ευρώπης να υποβαθμίσει και να καταχωνιάσει στα αρχεία το σκάνδαλο. Ο ίδιος είχε θητεύσει ως υπουργός Οικονομικών του Μεγάλου Δουκάτου (1989-2009) και ως πρωθυπουργός (1995-2013) και άσχετα αν ποτέ το παραδέχτηκε ή όχι, θεωρήθηκε ο αρχιτέκτονας αυτής της πολιτικής προσέλκυσης χρήματος.
Τότε από το μικρό κρατίδιο στα σύνορα με το Βέλγιο, την Ολλανδία, τη Γαλλία και τη Γερμανία είχαν δοθεί υποσχέσεις ότι όλα αυτά θα αλλάξουν, θα υπάρξει μεγαλύτερη διαφάνεια και αυστηρότεροι έλεγχοι για να αντιμετωπιστούν μεταξύ των άλλων και παράνομες διαδρομές ξεπλύματος βρώμικου χρήματος. Την περασμένη χρονιά σε έκθεσή του το Ευρωκοινοβούλιο μάλλον παραδεχόταν ότι λίγα πράγματα έχουν αλλάξει, αλλά προτιμούσε να φωτογραφίσει το Μεγάλο Δουκάτο χωρίς να το κατονομάσει.
Αυτή την εβδομάδα μεγάλες εφημερίδες από την Ευρώπη, αλλά και τις ΗΠΑ αποκάλυψαν τα ντοκουμέντα OpenLux. Στην ουσία καταγράφουν ότι ελάχιστα πράγματα έχουν αλλάξει. Το Λουξεμβούργο παραμένει ένα σημαντικό παγκόσμιας «ακτινοβολίας» χρηματοπιστωτικό κέντρο, που διογκώθηκε ακριβώς επειδή ευνοεί και βοηθά την φοροαποφυγή. Τα διαφυγόντα κέρδη μόνο για τις χώρες της ΕΕ υπολογίζονται σε περίπου 10 δισ. ευρώ ετησίως. Τα βαριά ονόματα των εφημερίδων, που δεν μπορείς να τις χαρακτηρίσεις καν αριστερές δεν αφήνουν περιθώρια για αμφιβολίες. Πρόκειται για τις Suddeutsche Zeitung (Γερμανία), Le Soir (Βέλγιο), Le Monde (Γαλλία), Miami Herald (ΗΠΑ), Woxx (Λουξεμβούργο).
Οι μέθοδοι είναι ουσιαστικά οι ίδιες, ίσως λίγο πιο εκλεπτυσμένες και «προχωρημένες» μετά την προ εξαετίας εμπειρία. Σύσταση μιας εταιρίας «γραμματοκιβωτίου», όπου δηλαδή αρκεί απλώς μια ταχυδρομική διεύθυνση ή κάποιου Ιδρύματος ή κάποιου Ταμείου. Τα χρήματα φτάνουν στο Λουξεμβούργο και «εξαφανίζονται» μέσα από δαιδαλώδεις διαδικασίες, που οι φορολογικές αρχές των κρατών αδυνατούν ή αδιαφορούν να ελέγξουν. Την τακτική αυτή δεν ακολουθούν μόνο μια σειρά από πολυεθνικές όπως οι Pfizer, Amazon, Decathlon, KFC, Hermes, αλλά και «επώνυμοι» από τον καλλιτεχνικό ή αθλητικό χώρο· Μπραντ Πίτ, Αντζελίνα Τζολί, Σακίρα, Κλόντια Σίφερ, Κριστιάνο Ρονάλντο, Τάιγκερ Γουντς, αλλά και ο πρίγκηπας της Σαουδικής Αραβίας. Φυσικά υπάρχουν και υπόνοιες για την αξιοποίηση αυτών των μεθόδων από την ιταλική Μαφία ή Ρώσους ολιγάρχες. Αλλά όσο λείπει η πολιτική θέληση για την αντιμετώπιση αυτού του καρκινώματος ποτέ δε μπορείς να ξέρεις το συνολικό εύρος των χρημάτων, ούτε και τους ιδιοκτήτες τους.
Οι πρώτες αντιδράσεις τόσο της κυβέρνησης του Λουξεμβούργου όσο και της Κομισιόν δείχνουν ότι αυτή η πολιτική θέληση δεν υπάρχει. Διαψεύσεις, υποβάθμιση, άρνηση. Σε μια περίοδο που οι ευρωπαίοι ηγέτες αναφέρονται στην ανάγκη πάταξης της φοροαποφυγής και φοροδιαφυγής που «κλέβουν» δισ. από τις οικονομίες των χωρών, που τόσο πολύ έχουν ανάγκη από χρήματα για να αντιμετωπίσουν την πανδημία και τις κοινωνικές της συνέπειες, ο στρουθοκαμηλισμός φαίνεται να έχει σταθερά το πάνω χέρι. Δείχνοντας πόσο υποκριτικά είναι τα λόγια περί «ευρωπαϊκής αλληλεγγύης», που κάθε τόσο ακούμε από τις Βρυξέλλες. Αλλά και από το ίδιο το Λουξεμβούργο, που επίσης στεγάζει μια σειρά από θεσμικά όργανα της ΕΕ. Η υποκρισία στο απόγειό της.