Δεν είναι μόνο η Μπεκατώρου, ο Νίκος Σ., ο Μοθωναίος, είναι αυτοί και άλλοι πολλοί που έχουν υποστεί κακοποίηση. Δεν είναι μόνο αυτοί που το ήξεραν. Είναι όμως αυτοί που μίλησαν. Μαζί με πολλές και πολλούς που παίρνουν το λόγο και τραβάνε την κουρτίνα, όχι για να δούμε, αλλά για να μιλήσουμε, αφού ακούσουμε.
Η κακοποίηση έχει πολλά προσωπεία, αλλά το πρόσωπο του κακοποιητή είναι εκείνο της εξουσίας, της αυθεντίας, του μέντορα που καταχράται την προνομιακή του θέση γιατί του το επιτρέπει η διαφθορά, η συγκάλυψη και η σιωπή.
Ό,τι άλλο κι αν βρίσκεται πίσω από το κύμα αποκαλύψεων, δεν μπορούμε και δεν πρέπει να αγνοήσουμε τη δύναμη ενός αγώνα που έρχεται από πολύ μακριά για να μας θυμίσει ότι οι δυνάστες συντρίβονται με το «μαζί». Την ορμή της ανανέωσης που αναζητά νέα πρότυπα, μέχρι να πάψουν να διαφθείρονται από την εξουσία του βάθρου τους. Να ακούσουμε τους φοιτητές της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου που έγραψαν δημόσια: «Ο ασκός του Αιόλου άνοιξε και έφτασε η ώρα να φανερωθούν τα αμέτρητα περιστατικά εργασιακού εκφοβισμού, σεξιστικής βίας, ρατσισμού, ομοφοβίας, τρανσοφοβίας, μισοαναπειρισμού, ηλικισμού και αποκλεισμών του θεάματος – ενός χώρου, που αν και φαινομενικά μοιάζει ρόδινος, είναι γεμάτος από ανθρώπους που εκμεταλλευόμενοι τη θέση ισχύος μπορούν να υποτιμούν ή ακόμη και να συμπεριφέρονται παραβιαστικά, να εκβιάζουν συναισθηματικά και παρενοχλούν σεξουαλικά. Εμείς οι ίδιες και οι ίδιοι, άλλες περισσότερο, άλλοι λιγότεροι, άλλοι ευτυχώς καθόλου, έχουμε βιώσει αντίστοιχα περιστατικά – τα οποία δυστυχώς δεν έχουμε μπορέσει να αρθρώσουμε λόγω φόβου μήπως εμείς κάτι δεν καταλάβαμε καλά και μήπως μελλοντικά στιγματιστούμε. Αυτό που έγινε μας δίνει ελπίδα ότι κάτι αλλάζει.»
Να ακούσουμε τους φοιτητές της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών που έγραψαν δημόσια: «μετά τη δημοσιοποίηση περιστατικών με έμφυλη διάσταση που αφορούν την Α.Σ.Κ.Τ. σε διάφορους διαδικτυακούς τόπους, προχωρήσαμε σε μια αυτοοργανωμένη πρωτοβουλία, δημοσιεύοντας μια φόρμα ανώνυμης καταγραφής τέτοιου είδους περιστατικών, προκειμένου να επιχειρήσουμε τη χαρτογράφηση και ανάδειξη του προβλήματος και των διαστάσεών του εντός της Σχολής. Από την πρώτη αυτή κίνηση, μέσα σε μόλις λίγες ημέρες, συγκεντρώθηκαν σχεδόν 40 καταγραφές. […] Ο όγκος και η βαρύτητα των καταγραφόμενων περιστατικών, έμφυλης ή άλλης διάκρισης, σεξουαλικής και μη παρενόχλησης και παραβιαστικών συμπεριφορών, που φτάνουν μέχρι και τον βιασμό –με τους φερόμενους ως θύτες να είναι συχνότερα μέλη του διδακτικού προσωπικού– καθιστούν αντιληπτή την έκταση του προβλήματος εντός της Σχολής μας. […] Τονίζουμε πως πρόκειται για περιστατικά που για την κοινότητα της Α.Σ.Κ.Τ. συνιστούν κοινό μυστικό».
Αλλά η κυβέρνηση δεν συζητά με φοιτητές, δεν τους ακούει, είναι απασχολημένη να νομοθετεί απρόσκοπτα τη φίμωσή τους. Για τη δε υπουργό Πολιτισμού, είναι φήμες και δεν την αφορούν.
Σε αυτό το φύλλο της Εποχής προσπαθούμε να προσεγγίσουμε το κύμα δημοσιοποίησης περιστατικών κακοποίησης και κατάχρησης εξουσίας από διαφορετικές οπτικές. Όλες όμως έχουν εν τέλει ένα κοινό παρονομαστή: η αλλαγή πρέπει να γίνει από την παιδεία. Προς την αντίθετη κατεύθυνση όμως από αυτή που νομοθετεί η κυβέρνηση.

Eνημέρωση και πρόληψη
να διαπερνά την παιδεία
Όλγα Θεμελή, αναπληρώτρια καθηγήτρια Εγκληματολογικής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης
Από την εμπειρία σας σε ποιες συνθήκες φύεται πιο έντονα η κακοποίηση και τι χαρακτηριστικά έχει ως επί το πλείστον;
Οι προσβολές της γενετήσιας σφαίρας αποτελούν το κατ’ εξοχήν σκοτεινό έγκλημα. Γνωρίζουμε μόνο την κορυφή του παγόβουνου καθώς στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων τα εγκλήματα αυτά παραμένουν στην αφάνεια, σκοτεινά και ανεύρετα. Συνεπώς τα στατιστικά στοιχεία που κατά καιρούς δημοσιοποιούνται, καταγράφουν ένα μικρό μόνο μέρος της έκτασης του προβλήματος. Όσο πιο ευάλωτο το θύμα, τόσο πιθανότερη η σεξουαλική του κακοποίηση. Έτσι υπερεκπροσωπούνται οι ανήλικοι και οι κοινωνικά αποκλεισμένες ομάδες. Παράλληλα, οι ασύμμετρες σχέσεις που αναπτύσσονται ανάμεσα στα πρόσωπα εξουσίας και στα μελλοντικά τους θύματα σε αθλητικούς, καλλιτεχνικούς, πολιτικούς, εκπαιδευτικούς και άλλους χώρους, ευνοούν την κατάχρηση, τον εκβιασμό και εκφοβισμό, την παγίδευση και καθυπόταξη και τέλος την παραβίαση. Καθοριστικό ρόλο διαδραματίζει σε όλες τις περιπτώσεις αφενός μεν η μαθημένη και βαθιά ριζωμένη κουλτούρα της αποσιώπησης, αφετέρου δε η διαιώνιση μιας μυθολογίας σχετικά με το άμεμπτο και το ακέραιο όσων κατέχουν εξέχουσες θέσεις με κοινωνική αναγνώριση. Ο φανερός θρίαμβος της αφανούς εγκληματικότητας.
Ποιες είναι οι παράμετροι που συνδυαζόμενες κρατούν τα στόματα κλειστά, των θυμάτων αλλά και του περίγυρου που τυχόν υποψιάζεται ή γνωρίζει;
Υπάρχουν τρεις σημαντικές παράμετροι: η θέση εξουσίας, η αποσιώπηση και η συγκάλυψη. Η ολοκληρωτική επιβολή του θύτη στο πλαίσιο της άσκησης της εξουσίας του και η εκμετάλλευση μιας ιδιαίτερης σχέσης εμπιστοσύνης που έχει δομήσει με το θύμα, αποτελεί κοινό τόπο σε όλες τις περιπτώσεις προσβολής της γενετήσιάς αξιοπρέπειας. Στη συνέχεια, η γερά θεμελιωμένη αντίληψη της αποσιώπησης αλλά και της συγκάλυψης –ιδίως όταν πρόκειται για επώνυμους δράστες– αντανακλούν την κοινωνικοπολιτική σήψη και αποσάθρωση. Είναι επίσης ενδιαφέρον ότι κατόπιν εορτής και μετά τη δημοσιοποίηση ενός συμβάντος, κάποιοι δηλώνουν με προθυμία ότι γνώριζαν, ενώ άλλοι προσπαθούν να καρπωθούν ακόμα και οφέλη. Ένα μικρό κομματάκι από το χρυσό μετάλλιο, μια προσωπική –έστω και πρόσκαιρη– λάμψη.
Θα πρέπει κάποτε να αποποιηθούμε τους μύθους μας, που μεταξύ άλλων περιλαμβάνουν την Αγία ελληνική οικογένεια, τη θρησκευτική μας πίστη, και το «greek φιλότιμο». Βουλιάζουμε φωταγωγημένοι από τα ΜΜΕ, δηλώνοντας έκπληκτοι κάθε φορά που ένα περιστατικό κακοποίησης χτυπά την πόρτα μας.
Υπάρχει επαρκές θεσμικό και νομικό πλαίσιο για να αναλάβει έναν ανήλικο που καταγγέλλει περιστατικό κακοποίησης εις βάρος του;
Το νομικό οπλοστάσιο για την προστασία των ανήλικων θυμάτων σεξουαλικής κακοποίησης είναι επαρκές. Παραδόξως ωστόσο, αν και η Πολιτεία το έχει στη διάθεσή της, δεν το ενεργοποιεί. Έτσι, παρά το θεσμικό πλαίσιο που προβλέπει την υιοθέτηση της θεμελιώδους αρχής της φιλικής προς τα παιδιά δικαιοσύνης, τα ανήλικα θύματα εξακολουθούν να συνθλίβονται σε διαδικασίες που δεν μπορούν να αντέξουν ούτε οι ενήλικες, με αποτέλεσμα τον συνεχή τους επανατραυματισμό του και συχνά την απόσυρσή τους.
Σήμερα ένα παιδί χρειάζεται μετά την αποκάλυψή του να καταθέσει αναρίθμητες φορές, σε διαφορετικούς και δίχως καμία εκπαίδευση επαγγελματίες, οδηγούμενο κάθε φορά σε διαφορετικές υπηρεσίες. Δυστυχώς, η θεσμοθέτηση ήδη από το 2017 των κατά τα διεθνή πρότυπα δομών «Σπίτια του Παιδιού», στα οποία σε ειδικά διαμορφωμένους χώρους που επιτρέπουν τη βιντεοσκόπηση, τα παιδιά καταθέτουν μια μόνο φορά σε εκπαιδευμένους ψυχολόγους οι οποίοι κάνουν χρήση δομημένου πρωτόκολλου, έπεσε στο κενό. Στη δική μας δικαιοταξία το πρόβλημα ήταν πάντα η εφαρμογή του θεσμικού πλαισίου και όχι η ανυπαρξία του. Υπογράφουμε συμβάσεις, ενσωματώνουμε κοινοτικές οδηγίες, γιορτάζουμε πανηγυρικά την παγκόσμια μέρα των δικαιωμάτων του παιδιού, αλλά δεν εφαρμόζουμε τη νομοθεσία!
Μέσα δε σε όλη αυτή την απαξίωση και την εγκληματική αδιαφορία για την προστασία των θυμάτων, η πιο αναμενόμενη απάντηση της πολιτείας είναι η αύξηση των προβλεπόμενων ποινών και των ορίων των παραγραφών. Όσο το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο δεν θα εφαρμόζεται και όσο η αυστηροποίηση θα αποτελεί τη μοναδική καταφυγή της Πολιτείας, τόσο το αφανές έγκλημα θα θριαμβεύει. Επιλογές ανώφελες και αναποτελεσματικές.
Όσο θα βολευόμαστε στους μύθους μας, όσο θα επιλέγουμε τη σιωπή παρότι γνωρίζουμε, όσο θα εξακολουθούμε να μην εντάσσουμε στην εκπαίδευσή μας –από την προσχολική ήδη αγωγή– προγράμματα ενημέρωσης και πρόληψης και όσο θα επιτρέπουμε τη συγκάλυψη «των εγκλημάτων των ισχυρών», τόσο θα τρέχουμε ιλιγγιωδώς προς το σκοτάδι χύνοντας κροκοδείλια δάκρυα.
Μην αλεστούν όλα
στη μεγάλη χοάνη των «ειδήσεων»
Ιωάννα Βώβου, επίκουρη καθηγήτρια στο Τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού του Παντείου Πανεπιστημίου
Βιώνουμε ένα χείμαρρο αποκαλύψεων μέσω των μέσων μαζικής ενημέρωσης και κοινωνικής δικτύωσης για γεγονότα που αναδεικνύουν μια βία ριζωμένη και εκτεταμένη σε μεγάλο βαθμό στην κοινωνία. Τι ρόλο παίζουν τα μέσα ενημέρωσης στην αποκάλυψη και τη διαχείριση αυτών των γεγονότων;
Μια πρώτη παρατήρηση που μπορούμε να κάνουμε είναι πως υπάρχει ένα δημόσιο βήμα εξελιγμένο και ανανεωμένο, λόγω των τεχνολογικών εξελίξεων, η ύπαρξη του οποίου όμως δεν επαρκεί για να δικαιολογήσει τη χιονοστιβάδα αποκαλύψεων που παρακολουθούμε αυτήν την περίοδο. Χρειάζεται, ωστόσο, προσοχή αυτός ο λόγος, που περιγράφει αποτροπιαστικές πράξεις σε διάφορες κλίμακες και είδη, από ποινικά αδικήματα, όπως προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας, μέχρι αδικήματα σημαντικά που εμπίπτουν στο εργατικό δίκαιο, που εισάγει ένα νομικό λεξιλόγιο στην καθημερινότητά μας, να μη λειτουργήσει μόνο ως συμβολική κάθαρση. Να μην αρκεστεί στη δημόσια καταγγελία και κατακραυγή στη δημόσια μιντιακή σφαίρα και στη συνέχεια να εκτονωθεί. Να μην αλεστεί μέσα στη μεγάλη χοάνη των «ειδήσεων». Η ωριμότητα της κοινωνίας θα φανεί από το αν αυτές οι αποκαλύψεις οδηγήσουν σε πράξεις θεσμικές, που θα πλαισιώσουν και θα δώσουν την αξία που αναλογεί στις κοινωνικές αλλαγές που παρατηρούμε, όπως κώδικες δεοντολογίας στον εργασιακό χώρο, ένταξη σχετικών μαθημάτων σε διάφορες βαθμίδες της εκπαίδευσης.
Τα ΜΜΕ χρειάζεται να αναφέρονται σε αυτές τις αποκαλύψεις, αλλά με τρόπο που δεν θα τα υποβαθμίσει σε ηδονοβλεπτική επίδειξη. Να μην λειτουργήσουν καθησυχαστικά για τον θεατή που παρακολουθεί, είτε επειδή αναγνωρίζει τον εαυτό του είτε επειδή ο ίδιος αποδεικνύεται «προστατευμένος». Η καλλιέργεια μιας τέτοιας αίσθησης δεν βοηθάει στην υπέρβαση της διαπίστωσης «έλα μωρέ αυτά πάντα γίνονταν».
Πόσο βοηθητικός ή ειλικρινής είναι ο ρόλος ενός μέσου όταν στις 10πμ με δάκρυα στα μάτια αναδεικνύει καταγγελίες για άσκηση βίας και στις 9μμ ενσωματώνει και προωθεί αυτή τη βία μέσα από άλλα προγράμματα;
Τίθεται ένα πολύ μεγάλο ζήτημα, σχεδόν άλυτο. Στο ερώτημα πού αρχίζει και πού τελειώνει ο ρόλος ενός μέσου ενημέρωσης, θα έτεινα να απαντήσω πουθενά. Διότι είναι τόσο ενσωματωμένο στην καθημερινότητα και άρρηκτα συνδεδεμένο με τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε την πραγματικότητα. Ένας τρόπος που σχεδόν πάντοτε εμπεριέχει κάποιου είδους διαμεσολάβηση, κάποιο μέσο. Στα ΜΜΕ ενυπάρχουν διαφορετικά είδη γραφής, παρουσίασης ή προγραμμάτων, δηλαδή κάτι άλλο περιμένουμε από ένα ριάλιτι ή μια μυθοπλασία και κάτι άλλο από ένα ειδησεογραφικό πρόγραμμα. Το τι αποτελεί πρόγραμμα σε μια δεδομένη στιγμή, βέβαια, δεν είναι άσχετο με το τι θεωρείται ποιοτικό ή ηθικό σε μια κοινωνία μια δεδομένη στιγμή. Ωστόσο και πάλι επιστρέφουμε στο θέμα της εκπαίδευσης, όσον αφορά το τι γίνεται αντιληπτό ως ειλικρινές και θεμιτό. Έχοντας πλέον μια μιντιακή κουλτούρα χρόνων, χρειάζεται να ακονίζουμε τα εργαλεία εκείνα που θα μας επιτρέπουν να κρίνουμε μέσα στη νέα ψηφιακή πραγματικότητα των νέων μέσων κοινωνικής δικτύωσης και μαζικής ενημέρωσης.
Παρακολουθώντας τα καταγγελόμενα παρατηρούμε ότι το τέρας της βίας και της κατάχρησης εξουσίας τρέφεται και από άλλες παραφυάδες, όπως το πελατειακό κράτος, η πρακτική ότι με ένα πλάγιο, παράτυπο τρόπο θα βολέψουμε τον δικό μας και θα καλλιεργήσουμε μια «προνομιακή» μεταχείριση, όπως πεποιθήσεις ότι ο φορέας της γνώσης μπορεί και επιτρέπεται να συμπεριφέρεται αυταρχικά.
Αυτά θέτουν ζητήματα βαθιά ριζωμένα στην κοινωνία. Τέτοια φαινόμενα ενυπάρχουν σε πολλούς εργασιακούς χώρους, παραδείγματα μόνο αποτελούν ο δημοσιογραφικός ή ο πανεπιστημιακός χώρος. Πρόκειται για την ανάδειξη αυθεντιών, που μας πηγαίνει βαθιά σε ένα σύστημα αξιών με παλιά θεμέλια, αφορά το πώς έχει δομηθεί η κοινωνία σε πάρα πολλές εκφάνσεις της. Κλονίζονται συθέμελα άξονες όπως δάσκαλος - μαθητής ή άντρας - γυναίκα. Χρειάζεται να σκεφτούμε οργανωμένα και να μην πελαγώσουμε ακριβώς επειδή τα παρακλάδια αυτών των φαινομένων πηγαίνουν σε πλείστες εκδοχές των κοινωνικών και οικογενειακών σχέσεων.
Προσωπικές εμπειρίες
αναδεικνύουν κοινούς τόπους
Έλενα Τζελέπη, επίκουρη καθηγήτρια στο Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας
Τι είναι αυτό που χαρακτηρίζει και συνέχει τις ξεχωριστές αποκαλύψεις περιστατικών κακοποίησης που συναποτελούν το κύμα που γιγαντώνεται ενώπιον μας;
Έχουν ενδιαφέρον τα συμφραζόμενα αυτού του φαινομένου, τα hashtag «μην φοβάστε» και «είμαστε όλοι μαζί». Υποδηλώνεται ένα συλλογικό υποκείμενο, ότι δεν πρόκειται για μια προσωπική ιστορία, αλλά για ένα γεγονός που μας αφορά όλους και όλες. Αυτό μετατοπίζει το κέντρο βάρους από το ατομικό και ιδιωτικό στο συλλογικό και το κοινωνικο-πολιτικό. Δεν είναι πως δεν μετρούν οι προσωπικές ιστορίες, αλλά οι κοινωνικοί ρατσισμοί και αποκλεισμοί κάθε είδους αφορούν όλους και όλες. Όταν η διαμαρτυρία δεν είναι μόνο προσωπική αλλά δημόσια αποκτά μια διαφορετική σημασία. Ενεργοποιούνται συλλογικοί και μη βίαιοι τρόποι αντίστασης.
Υπάρχει ένα σημείο ιστορικό ή κοινωνικό στο οποίο φαίνεται να ανάγονται με κάποιο τρόπο όλα αυτά;
Υπάρχει μια ιστορία φεμινιστικών κινημάτων στην Ελλάδα αλλά και στο διεθνή χώρο που μας έχει δώσει μια πλούσια ιστορία συλλογικών διεκδικήσεων και αγώνων, που από ευάλωτες θέσεις έχουν επηρεάσει και το παρόν και το μέλλον. Μας έχουν μάθει ότι οι αγώνες και οι αντιστάσεις για ένα πιο δίκαιο εδώ και τώρα δεν υποτάσσονται στους αυτοματισμούς και τις ευκολίες της επικαιρότητας. Το μεγάλο διακύβευμα είναι πώς η κοινωνία θα αλλάξει τον τρόπο που αντιλαμβάνεται το κανονικό, το διαφορετικό, τα πρότυπα.
Φαίνεται ένας συγχρονισμένος βηματισμός με ανάλογα γεγονότα, περισσότερο ή λιγότερο διευρυμένα, και σε άλλες χώρες, όπως για παράδειγμα στη Γαλλία, όπου τους τελευταίους μήνες γίνονται ανάλογες συγκλονιστικές αποκαλύψεις. Είναι τυχαίος;
Υπάρχει ένα μεγάλο βάθος χρόνου πατριαρχικής αντίληψης. Παράλληλα όμως υπάρχει και μια παρακαταθήκη αγώνων, θεωρίας, εμπειρίας, γνώσης από θέση, λόγου και πράξης δηλαδή. Υπάρχουν ιδεοληψίες εγκαθιδρυμένες που φαίνονται παράλληλα κυρίαρχες αλλά βρίσκονται υπό συνεχή αμφισβήτηση. Οι αποκαλύψεις που τώρα συμβαίνουν θα αδικούνταν αν γίνονταν αντιληπτές απλώς ως ένα ξέσπασμα ξεκομμένο που συμβαίνει εδώ και τώρα. Οι προσωπικές ιστορίες αναδεικνύουν τις κοινές εμπειρίες καταπίεσης και είναι σημαντικό να αναδείξουμε την εγγύτητα αγωνιστικά.
Χρειάζονται συγκεκριμένα αποτελέσματα
σε θεσμικό επίπεδο
Η Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου εξηγεί την ανάγκη κύρωσης της Διεθνούς Σύμβασης Εργασίας 190 του ILO, αλλά και λήψης άμεσων μέτρων
Την εβδομάδα που μας πέρασε 50 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, με πρωτοβουλία της τομεάρχη Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και βουλεύτριας Β1’ Βόρειας Αθήνας Μαριλίζας Ξενογιαννακοπούλου, κατέθεσαν ερώτηση προς τους υπουργούς Εσωτερικών και Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων σχετικά με την κύρωση της Διεθνούς Σύμβασης Εργασίας 190 του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας (ILO) που αφορά την εξάλειψη της βίας και της παρενόχλησης στο χώρο της εργασίας, η οποία κυρώθηκε στη Γενεύη τον Ιούνιο του 2019.
Σύμφωνα με το κείμενο της ερώτησης, οι αρμόδιοι υπουργού ερωτώνται πότε προτίθεται η κυβέρνηση να φέρει προς κύρωση τη Διεθνή Σύμβαση Εργασίας 190 και πως θα διασφαλίσει την αποτελεσματική εφαρμογή της. Αλλά και ειδικότερα ο υπουργός Εργασίας ερωτάται αν προτίθεται να ενισχύσει το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας ως μηχανισμό ενημέρωσης, ελέγχου, υποβολής καταγγελιών και διερεύνησης για περιπτώσεις βίας και παρενόχλησης στην εργασία. Η Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου δήλωσε σχετικά στην «Εποχή»:
«Οι δηλώσεις των γυναικών και ανδρών, που είχαν το θάρρος να μιλήσουν ανοιχτά για τη σεξουαλική κακοποίηση, τη βία και την παρενόχληση που έχουν υποστεί, έσπασε το φράγμα της σιωπής και του φόβου. Το τόσο σοβαρό αυτό θέμα, που αναδείχθηκε με δραματικό τρόπο τις τελευταίες εβδομάδες, δεν πρέπει να εξαντληθεί σε μια συγκυριακή συζήτηση. Χρειάζεται να οδηγήσει σε συγκεκριμένα αποτελέσματα σε θεσμικό και εργασιακό επίπεδο και, κυρίως, σε αλλαγή αντιλήψεων και συμπεριφορών. Χρειάζονται αποφάσεις σε νομοθετικό επίπεδο, ενίσχυση των δομών για την αντιμετώπιση της έμφυλης βίας, διαδικασίες ενημέρωσης και πρωτοβουλίες στους χώρους εργασίας, στον πολιτισμό, στην ακαδημαϊκή κοινότητα, στα ΜΜΕ και στις τοπικές κοινωνίες. Σε αυτήν την κατεύθυνση ως ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία καταθέσαμε ερώτηση στη Βουλή καλώντας την κυβέρνηση να φέρει άμεσα προς κύρωση και εφαρμογή τη Διεθνή Σύμβαση Εργασίας 190 σχετικά με την εξάλειψη της βίας και της παρενόχλησης στον χώρο της εργασίας για όλους τους εργαζομένους, στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, σε κάθε χώρο, είδος και περίσταση που σχετίζονται με την εργασία, στο γραφείο, στο κατάστημα, στο εργοστάσιο, στο χωράφι, στον πολιτισμό, στην ενημέρωση, στην εκπαίδευση. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργαζομένων χρειάζεται επίσης να αναλάβουν πρωτοβουλίες και να συμπεριληφθεί η αντιμετώπισης της βίας και της παρενόχλησης στην εργασία στο πλαίσιο των συλλογικών συμβάσεων εργασίας.»