Την Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου, το Συμβούλιο Επικρατείας έκανε δεκτό το αίτημα 46 πολιτών από την Θεσσαλονίκη, οι οποίοι διαδήλωσαν στην επέτειο του Πολυτεχνείου 2020 και τους επιβλήθηκε πρόστιμο 300 ευρώ στον καθένα για παραβίαση της απαγόρευσης συναθροίσεων που είχε εκδώσει ο Αρχηγός της ΕΛ.ΑΣ. Έτσι, η προσφυγή τους θα συζητηθεί ενώπιον του ΣτΕ με τη διαδικασία της πρότυπης ("πιλοτικής") δίκης.
Από τη σκοπιά του Συνταγματικού Δικαίου, το διακύβευμα είναι σπουδαίο: Οι δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις είναι δυνατό να απαγορευτούν σύμφωνα με το άρθρο 11 του Συντάγματος αν επίκειται σοβαρός κίνδυνος για τη δημόσια ασφάλεια ή αν απειλείται σοβαρή διατάραξη της κοινωνικοοικονομικής ζωής. Τον Μάρτιο, με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, η κυβέρνηση πρόσθεσε – χωρίς να έχει τη συνταγματική ευχέρεια να το κάνει - έναν ακόμα λόγο απαγόρευσης, την προστασία της δημόσιας υγείας. Ως μόνη προϋπόθεση έθεσε την προηγούμενη διατύπωση γνώμης από την Εθνική Επιτροπή Προστασίας της Δημόσιας Υγείας. Στην περίπτωση του Πολυτεχνείου, η απαγόρευση, επίσης κατά παραβίαση του Συντάγματος, δεν αφορούσε συγκεκριμένες συναθροίσεις αλλά όλες τις συναθροίσεις, στο σύνολο της επικράτειας και για τέσσερις ημέρες. Επιπλέον, είναι εντυπωσιακό ότι ο Αρχηγός της Αστυνομίας δεν ζήτησε τη γνώμη της Επιτροπής πριν ανακοινώσει την απαγόρευση. Αντίθετα, επικαλέστηκε μια παλιότερη γνώμη της Επιτροπής, η οποία διατυπώθηκε στις 4.11.2020 ενόψει της έκδοσης της από 6.11.2020 ΚΥΑ που επέτρεπε τις δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις!
Το ΣτΕ θα πρέπει να αποφανθεί όμως και ως προς την τήρηση της αρχής της αναλογικότητας, ιδίως για το εάν υπήρχαν άλλοι ηπιότεροι περιορισμοί του δικαιώματος στη συνάθροιση και κατά πόσο διερευνήθηκαν από την κυβέρνηση και την ΕΛ.ΑΣ.. Το ζήτημα αυτό ανακύπτει με ιδιαίτερη ένταση αν αναλογιστεί κανείς ότι τα Ανώτατα Δικαστήρια χωρών όπως η Γερμανία, η Γαλλία και οι ΗΠΑ έχουν κρίνει ως αντισυνταγματικούς τους απόλυτους περιορισμούς συνταγματικών δικαιωμάτων, με αρκετές περιπτώσεις να αφορούν και την απαγόρευση συναθροίσεων.
Παράλληλα, είναι προφανές ότι η δίκη αυτή έχει επίσης κορυφαία πολιτική σημασία. Η κυβέρνηση της ΝΔ ανέβασε στο Πολυτεχνείο πολύ ψηλά τον πήχη του αυταρχισμού, στρατευμένη σε μια ιδεολογία «νόμου και τάξης» με βάση την οποία προσπαθεί να διατηρήσει τις κοινωνικές της συμμαχίες με συντηρητικά ακροατήρια. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι πίσω από τις απαγορεύσεις και την καταστολή, κρύβεται η έγνοια της κυβέρνησης για την προληπτική θωράκισή της απέναντι στις κοινωνικές αντιστάσεις.
Από αυτήν την άποψη, είχε ιδιαίτερη σημασία το γεγονός ότι πολύς κόσμος έκανε στις 17 Νοέμβρη τη δύσκολη επιλογή να αμφισβητήσει την απαγόρευση στην πράξη. Διαδηλώνοντας εκείνη τη μέρα τηρώντας όλα τα υγειονομικά μέτρα, εξέθεσε την κυβέρνηση που επικαλούταν προσχηματικά την πανδημία. Σ’ αυτό το πλαίσιο, ο παραλληλισμός του Μητσοτάκη με τον Όρμπαν χρειάζεται μια προσοχή. Μεταξύ τους δεν υπάρχει ουσιαστική διαφορά στις επιδιώξεις ή στις μεθόδους. Υπάρχει όμως μια σημαντική διαφορά που είναι ότι η κοινωνική και πολιτική αριστερά στην Ελλάδα δεν είναι διαλυμένη όπως στην Ουγγαρία.
Τούτη η επισήμανση δεν αποσκοπεί στον εφησυχασμό. Οι δημοκρατικές ελευθερίες βρίσκονται διαρκώς σε κίνδυνο από τον αυταρχισμό της κυβέρνησης. Η μάχη στα δικαστήρια είναι κρίσιμη, δεν ξεχνούμε όμως ότι σ’ αυτό το πεδίο τα κινήματα παίζουν «εκτός έδρας». Τα κόμματα της Αριστεράς θα πρέπει να πάρουν πρωτοβουλία για τη διαγραφή των προστίμων που επιβλήθηκαν στις 17 Νοέμβρη, στις 6 Δεκέμβρη και στις άλλες αντίστοιχες περιπτώσεις. Ταυτόχρονα, η εμπειρία του φετινού Πολυτεχνείου αποδεικνύει ότι η καλύτερη προστασία των δημοκρατικών μας δικαιωμάτων δεν είναι άλλη παρά η άσκησή τους. Αυτός είναι ο δρόμος για να θυμίσουμε στον Κυριάκο Μητσοτάκη την περίφημη φράση που φέρεται να είχε χρησιμοποιήσει ο Ναπολέοντας για να περιγράψει την αδυναμία οποιουδήποτε καθεστώτος να στηριχτεί μακροπρόθεσμα στην καταστολή: «με τις ξιφολόγχες μπορείς να κάνεις τα πάντα εκτός από το να καθίσεις πάνω τους».