Μια μαύρη θωρακισμένη BMW με φιμέ τζάμια στη Λαμία τράβηξε την προσοχή ενός περιπολικού και την σταμάτησε για έλεγχο. Όταν άνοιξε η πόρτα, οι αστυνομικοί δεν πίστευαν στα μάτια τους. Συνοδηγός ήταν ο βαρυποινίτης Αλκέτ Ριζάι, που είχε πάρει άδεια από τις φυλακές Δομοκού, ενώ οδηγός ένα από τα πλέον γνωστά πρόσωπα στη νύχτα της Αθήνας. Στο αυτοκίνητο επέβαινε και ένας τριανταεξάχρονος που καταζητoύνταν για ανθρωποκτονία.
(αστυνομικό ρεπορτάζ, 30.1.2021)
Στη συνέχεια, τα «πιπεράτα» ρεπορτάζ διηγούνται τον πρότερο βίο του Ριζάι, γράφουν ότι του επεβλήθη πρόστιμο για… παράβαση των μέτρων περί κορονοϊού κ.ο.κ. Δεν είναι όμως αυτό το θέμα μας εδώ, αλλά το ότι ο Ριζάι (με δύο αποδράσεις από τις φυλακές – θυμάστε, με ελικόπτερο) παίρνει άδεια, ενώ ο Κουφοντίνας όχι, και μάλιστα η πολιτεία τού αρνείται το πολύ απλούστερο και σύννομο αίτημα να μεταφερθεί στον Κορυδαλλό.
Στην ερώτηση ποιανού τα αδικήματα και η προσωπικότητα έχουν μεγαλύτερη απαξία, ξέρω αρκετούς που θα πούνε απερίφραστα του Ριζάι, άλλους που θα υποστηρίξουν με σθένος του Κουφοντίνα και άλλους που, εξίσου σθεναρά, θα αρνηθούν τις συγκρίσεις. Ωστόσο, στην περίπτωσή μας, το ερώτημα είναι παραπλανητικό. Η βαρύτητα των αδικημάτων και η μεταχείριση του κρατούμενου είναι ζητήματα εντελώς διακριτά. Οι δυσμενείς διακρίσεις λόγω της βαρύτητας των αδικημάτων βρίσκονται έξω από κάθε δικαιική λογική. Ας σκεφτούμε ότι και η υπέρτατη ποινή, η ισόβια στέρηση της ελευθερίας, δεν αποκλείει τη δυνατότητα του κρατούμενου να πάρει άδεια, ακόμα και το ενδεχόμενο και να αποφυλακιστεί («υφ’ όρον απόλυση»). Αυτό αφορά τον Ριζάι, τον Κουφοντίνα, τον Γιωτόπουλο, μεθαύριο τον Μιχαλολιάκο – τους πάντες.
Κάπου εδώ θα μπορούσε να αρχίζει και τελειώνει όλη η συζήτηση για το αίτημα Κουφοντίνα: υφίσταται ή όχι δυσμενή μεταχείριση; Πολλοί έχουν τεκμηριώσει τις αλλεπάλληλες διακρίσεις: για πολλά χρόνια δεν του δίνονταν άδειες, στη συνέχεια, έπειτα από βραχύ διάστημα, αυτές σταμάτησαν παρότι τηρούσε τους όρους, ενώ οι δικαστικοί που τις έδωσαν υπέστησαν πειθαρχικές διώξεις. Μετά ψηφίστηκε φωτογραφική διάταξη για να μην μπορεί να παραμείνει σε αγροτικές φυλακές, και τώρα του αρνούνται τη μεταφορά στον Κορυδαλλό, όπως προβλέπει ο νόμος (παραπέμπω σχετικά στο άρθρο του Βασίλη Παπαστεργίου, Η Εποχή, 31.1.2021). Ο Κουφοντίνας λοιπόν θα έπρεπε να βρίσκεται ήδη στον Κορυδαλλό, χωρίς καμιά απεργία πείνας. Θα μπορούσα να κλείσω και εδώ, θεωρώ ωστόσο χρήσιμα μερικά γενικότερα σχόλια.
Καταρχάς, θα ξαναπώ ότι η σύνδεση της βαρύτητας του εγκλήματος με τη δυσμενή μεταχείριση του δράστη, αρκετά κοινή στον κοινό και καφενειακό λόγο, είναι επικίνδυνη. Αν ήταν έτσι, οι βαριοί εγκληματίες θα πρέπει να δικαιούνται λιγότερα (ή και καθόλου;) επισκεπτήρια, πιο υγρά κελιά, χειρότερη τροφή, κακουχίες, ίσως και βασανιστήρια – η «λογική» αυτή δεν έχει πάτο.
Ακόμα, είναι επικίνδυνη η ταύτιση: υποστηρικτής των δικαιωμάτων του Κουφοντίνα = υποστηρικτής του Κουφοντίνα = υποστηρικτής των απόψεων και της πρακτικής του. Ένας συνεπής υποστηρικτής των δικαιωμάτων θα υπερασπιστεί τα δικαιώματα όλων, άσχετα με την άποψή του για τους ίδιους και τις απόψεις τους· όχι μόνο των ομοϊδεατών του. Για λόγους αρχής. Είναι λυδία λίθος. Στα τέλη της δεκαετίας του 1980, κάποιοι αντιδικτατορικοί αγωνιστές είχαν υποστηρίξει, για ανθρωπιστικούς λόγους, όχι απλώς τη χορήγηση αδειών, αλλά την αποφυλάκιση των χουντικών. Είχαν γίνει συμπαθούντες της χούντας; Αστεία πράγματα! Τέτοιες ταυτίσεις, στιγματίζοντας ως «φιλοτρομοκράτη» καθένα που μιλάει για τα δικαιώματα, εκτός της σπίλωσης προσώπων, «χαρίζουν» στην τρομοκρατία ένα ευρύ φάσμα υποστηρικτών.
Ασφαλώς, πολλοί από όσους κινητοποιούνται για τα δικαιώματα του Κουφοντίνα αντιμετωπίζουν με ανοχή, συμπάθεια ή και συμφωνία τις απόψεις και την πρακτική του. Είναι αναμενόμενο: σε όλες τις περιπτώσεις, οι ομοϊδεάτες, οι συμπαθούντες, οι φίλοι, οι οικείοι θα πρωτοστατήσουν. Τα κρίσιμα ερωτήματα όμως είναι δύο: Πρώτον, αυτό σημαίνει ότι οι υπόλοιποι πρέπει να σιωπήσουμε, να δεχτούμε την παραβίαση των δικαιωμάτων του; Δεύτερον, όποιος δεν σιωπά αυτομάτως πρέπει να χαρακτηριστεί «φιλοτομοκράτης». Ασφαλώς όχι, και στα δύο.. Το πολιτικό και αξιακό χάσμα που μας χωρίζει από τη 17Ν, δεν μπορεί να μας κάνει ανεκτικό στη δυσμενή και εκδικητική αντιμετώπισή του Κουφοντίνα, και, φυσικά, στο ενδεχόμενο να πεθάνει.
Είναι τρομακτικό να πεθάνει ένας απεργός πείνας. Κάτι τέτοιο κλονίζει τα θεμέλια της δημοκρατικής μεταπολιτευτικής συνθήκης. Ας σκεφτούμε, μάλιστα, ότι ο συγκεκριμένος δεν ζήτησε να… σιτίζεται στο πρυτανείο, αλλά να μεταφερθεί σε ένα υπόγειο κελί στον Κορυδαλλό. Πέρα από το σύνομμο, υπάρχει και η αίσθηση του μεγέθους: είναι αδιανόητο να κινδυνεύει η ζωή του και να υφίσταται ήδη βλάβες στην υγεία του για ένα τέτοιο αίτημα.
Τα γράφω όλα αυτά με μεγάλο φόβο για το τι μπορεί να συμβεί. Ταυτόχρονα χωρίς πάθος αλλά με βεβαιότητα για το τι πρέπει να γίνει: το αίτημα του Δ. Κουφοντίνα πρέπει να ικανοποιηθεί αμέσως. Είναι μείζον ζήτημα δικαιοσύνης, ισονομίας και ανθρωπισμού.