Ο Μάριο Ντράγκι είναι ο νέος πρωθυπουργός της Ιταλίας μετά την ψήφο εμπιστοσύνης της ιταλικής Βουλής, το βράδυ της Πέμπτης. Από την ομιλία του πρώην προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κατά την παρουσίαση του προγράμματος της κυβέρνησής του για την ανασυγκρότηση της χώρας, που δοκιμάζεται σφόδρα από τη διπλή κρίση, συγκρατήστε μια φράση: «Όπως οι μεταπολεμικές κυβερνήσεις, έχουμε την ευθύνη να ξεκινήσουμε τη νέα ανοικοδόμηση, να αφήσουμε μια καλύτερη και δικαιότερη χώρα στα παιδιά και στα εγγόνια μας». Και θυμηθείτε, ποιο υπόδειγμα οικονομικής και κοινωνικής ανασυγκρότησης εφάρμοσαν, με παραλλαγές, οι μεταπολεμικές κυβερνήσεις στο δυτικό κόσμο –και κατ’ εξοχήν στην καθημαγμένη Ευρώπη- για την ανοικοδόμηση των χωρών τους. Ένα αναπτυξιακό μοντέλο κεϋνσιανής έμπνευσης με προέχοντα το ρόλο του κράτους. Ενός κράτους στοιχειώδους έστω κοινωνικής μέριμνας και, κυρίως, απαλλαγμένου από δουλείες, αποζημιώσεις και χρέη, από όσα, δηλαδή, είχαν οδηγήσει –μετά από έναν ταραγμένο Μεσοπόλεμο– στον Δεύτερο Παγκόσμιο.

 

Η Ευρώπη

 

Μετά την κρίση, η Ευρώπη θα είναι μια μεταπολεμική Ευρώπη. Τα χαρακτηριστικά της διαφαίνονται ήδη και δεν εμπνέουν αισιοδοξία. Το μέλλον της, το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα είναι λιγότερο αβέβαιο μόνο αν επιχειρηθούν τολμηρές λύσεις. Η Ευρώπη χρειάζεται μια ισχυρή δημοσιονομική τόνωση. Τα 750 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης από την πανδημία –νόθο μείγμα επιχορηγήσεων και δανείων, άλλωστε– δεν αρκούν. Ως μέγεθος είναι μικρότερο από τους εθνικούς προϋπολογισμούς. Υπολογίζεται ότι οι πόροι του θα συνδράμουν τις ευρωπαϊκές οικονομίες έως 2% του ΑΕΠ, το πολύ.

Όταν, στην ομιλία του, ο Μ. Ντράγκι αναφερόταν, με συγκρατημένη αισιοδοξία, στο ότι η χώρα του θα έχει στη διάθεσή της περίπου 210 δισ. ευρώ για μια περίοδο έξι ετών, που «πρέπει να δαπανηθούν για να βελτιωθεί η αναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας μας», ήξερε ότι πρόκειται για σταγόνα στον ωκεανό, όταν μιλάμε για μια χώρα που το 2020 απώλεσε 444.000 θέσεις εργασίας.

Όταν, με το βλέμμα στραμμένο στο Βερολίνο και τη Φρανκφούρτη, ο Μ. Ντράγκι υπογράμμιζε την ανάγκη περαιτέρω «ολοκλήρωσης» της Ε.Ε., με στόχο έναν «κοινό δημόσιο προϋπολογισμό ικανό να υποστηρίζει τα κράτη-μέλη σε περιόδους ύφεσης», τονίζοντας, παράλληλα, με νόημα ότι «χωρίς την Ιταλία, δεν υπάρχει Ευρώπη», δεν μιλούσε απλώς εκ μέρους της τρίτης σε μέγεθος οικονομίας της ευρωζώνης. Μιλούσε εκ μέρους μιας χώρας που το 2020 κατέγραψε τη δεινότερη ύφεσή της μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο, με το ΑΕΠ της να μειώνεται κατά 8,8%. Η Ιταλία κουβαλά ένα χρέος 2,6 τρισ. Αν αφεθεί μόνη της στην υπηρέτησή του, θα σημάνει η αρχή του τέλους της Ε.Ε.

Αυτή η ροπή θα επιταχυνθεί αν ισχύσει το ίδιο για τη Γαλλία, που το δημόσιο χρέος της αγγίζει το 120% του ΑΕΠ, για την Πορτογαλία (130%), την Ισπανία (122%), το Βέλγιο (118%).

 

Οι προσεγγίσεις

 

Η Ελλάδα, με μακράν το μεγαλύτερο χρέος (208%) στην ευρωζώνη, μπορεί μόνο να ελπίζει στη ευτυχή κατάληξη της συζήτησης που έχει ξεκινήσει στην Ευρώπη ενόψει μιας «νέας οικονομικής κρίσης πολεμικών διαστάσεων» μετά την πανδημία.

Οι προσεγγίσεις ποικίλουν, όμως συγκλίνουν στο ζητούμενο. Οι πιο συντηρητικές προκρίνουν «κούρεμα» του χρέους με τη μορφή μετακύλισής του σε ομόλογα μακράς διάρκειας. Οι ριζοσπαστικότερες «δείχνουν» πλήρη διαγραφή του κρατικού χρέους που έχει στα χέρια της η ΕΚΤ, η οποία κατακρατά το 25% του δημόσιου χρέους της ευρωζώνης.

Συμβαίνει το εξωφρενικό να «οφείλουμε στο εαυτό μας το 25% του χρέους μας, που για να το αποπληρώσουμε θα πρέπει να καταφύγουμε είτε σε άλλες πηγές δανεισμού είτε αυξάνοντας του φόρους ή μειώνοντας τις δαπάνες», όπως επισημαίνουν στην έκκληση που απηύθυναν πρόσφατα οι πάνω από 100 οικονομολόγοι διεθνούς κύρους, ζητώντας το χρέος αυτό είτε να διαγραφεί είτε να «σπάσει» σε άτοκες δόσεις στο διηνεκές, με αντάλλαγμα τη δέσμευση των κρατών «να επενδύσουν ισόποσα στην οικολογική και κοινωνική ανοικοδόμηση».

Η συζήτηση δεν θα προχωρήσει ανεμπόδιστα. Οι λεγόμενοι «φειδωλοί του βορρά» και ο σκληρός πυρήνας της γερμανικής χριστιανοδημοκρατίας, θα αντιταχθούν στη διαγραφή χρεών, όπως αντιτάσσονται στη χαλάρωση των δημοσιονομικών περιορισμών του Μάαστριχτ. Όμως η ανάγκη της θα γίνεται ολοένα επιτακτικότερη, καθώς η Γαλλία, η Ιταλία και η Ισπανία, οι τρεις μεγαλύτερες οικονομίες της ευρωζώνης μετά τη Γερμανία, θα πλησιάζουν στο ανεκτό όριο υπερχρέωσης.

Στη Γαλλία έχει ήδη συγκροτηθεί από τον πρόεδρο Μακρόν επιτροπή εμπειρογνωμόνων διαχείρισης του «χρέους της πανδημίας» χωρίς περιορισμούς στην αναζήτηση λύσεων.

Θεωρείται βέβαιο ότι ο Ντράγκι δεν θα υστερήσει. Όταν κινηθεί στο ζήτημα του χρέους, θα το κάνει με την αποφασιστικότητα που επέδειξε όταν, ως επικεφαλής της ΚΤΕ, διέσωζε το 2012 το ευρώ (και την Ε.Ε. με την ποσοτική χαλάρωση. Και σύντομα. Εντός των επόμενων δύο ετών, μέχρι τις ιταλικές εκλογές την άνοιξη του 2023.

Ελπίζεται ότι όταν θα δράσει η Ρώμη, η Αθήνα να έχει αφυπνιστεί, εγκαταλείποντας την αποχή από τη συζήτηση. Σύμφωνα με την Κομισιόν, το χρέος του ελληνικού δημοσίου, δηλαδή των φορολογουμένων, δεν θα επιστρέψει στα προ επιδημίας επίπεδα πριν από το 2060, και αυτό υπό τις καλύτερες προϋποθέσεις. Αν, μετά τον κύκλο της πανδημικής ύφεσης, το πρόβλημα του κολοσσιαίου χρέους δεν έχει λυθεί, η πιστοληπτική ικανότητας της Ελλάδας θα υποβαθμιστεί, με ορατό τον κίνδυνο νέας χρεωκοπίας – των φορολογουμένων, εννοείται.

ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet