Παρασκευή μεσημέρι, επί του πιεστηρίου, παρακολουθήσαμε μια κακοστημένη παράσταση αποφυγής του επικοινωνιακού και πολιτικού κόστους από τους χειρισμούς των καταγγελιών κατά του πρώην διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου, με πρωταγωνίστρια την υπουργό Πολιτισμού κ. Μενδώνη.
Πιεσμένη από τα γεγονότα που τρέχουν και από το κύμα της απαίτησης να αναλάβει την ευθύνη που της αναλογεί και να παραιτηθεί, η κ. Μενδώνη οργάνωσε διαδικτυακή συνέντευξη Τύπου, στην οποία υποστήριξε ούτε λίγο ούτε πολύ ότι η ευθύνη για την επιλογή τού συγκεκριμένου προσώπου δεν ανήκει στην κυβέρνηση και την ίδια, αλλά σε όσους τόσα χρόνια ήξεραν και δεν μιλούσαν. Αυτοί δεν ήξεραν.
Εκείνο που δεν μπόρεσε να εξηγήσει, είναι γιατί, όταν πια κάτι άκουσαν, προσπάθησαν να κρατήσουν χαμηλούς τόνους, να ροκανίσουν το χρόνο ελπίζοντας ότι το θέμα δεν θα πάρει διαστάσεις, προτίμησαν να πειστούν από τις υποκριτικές –όπως η ίδια είπε – διαψεύσεις των φημών από τον ίδιο τον κ. Λιγνάδη, αντί να ζητήσουν αμέσως την παραίτησή του, μέχρι να διερευνηθούν οι καταγγελίες. Γιατί έπρεπε να περάσουν δεκαπέντε μέρες από την πρώτη επώνυμη καταγγελία, όχι από τις φήμες που προηγήθηκαν κατά πολύ, για να καταθέσει μόλις χθες η υπουργός σχετική μηνυτήρια αναφορά στον Άρειο Πάγο.
Ας αφήσουμε τα γεγονότα να μιλήσουν. Μέχρι την Παρασκευή δεν υπήρχε επώνυμη καταγγελία για βιασμό ανηλίκου σε χρόνο που δεν συνεπάγεται παραγραφή του κακουργήματος. Μόλις κατατέθηκε η σχετική μήνυση, που συνεπάγεται δίκη, δημοσιότητα με στοιχεία και όχι με «κουτσομπολιά», που λέει και η κ. Μενδώνη, και πολύ πιθανή καταδίκη, ο κύβος είχε ριφθεί. Ο επίλεκτος αφήνεται στην τύχη του, με την κατηγορία μάλιστα ότι εξαπάτησε και την κ. υπουργό, και η μάχη δίνεται για να απαλλαγεί από οποιαδήποτε ευθύνη η ίδια και η κυβέρνηση. Γι’ αυτό και δεν ακούστηκε ούτε στη συνέντευξη, ούτε πουθενά αλλού αυτές τις μέρες μία έστω λέξη με υπόνοια αυτοκριτικής. Δεν γνώριζε κανείς κανέναν και τίποτα, κι ας κυκλοφορούν φωτογραφίες από τον Μάιο του 2019 με όλους τους πρωταγωνιστές μαζί και προαναγγελίες της ίδιας -προεκλογικής- εποχής ότι έχει ήδη επιλεγεί ο νέος διευθυντής του Εθνικού, ενόψει της προσδοκίας επικράτησης της ΝΔ, παρότι είχε ήδη προκηρυχτεί δημόσιος διαγωνισμός για την κάλυψη της θέσης από την υπάρχουσα ακόμη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Ας μην κάνει, λοιπόν, η κ. Μενδώνη και ο κ. Μητσοτάκης ότι δεν καταλαβαίνουν. Δεν τους κατηγορεί κανείς γιατί δεν έβλεπαν μέσα από την κλειδαρότρυπα ή γιατί δεν πέρασαν από ιερά εξέταση τον επίλεκτό τους. Έχουμε κάθε λόγο να τους ψέξουμε γιατί δεν αντέδρασαν στις φήμες ζητώντας την παραίτησή του, δεν είχαν αυτόματα αντανακλαστικά όταν οι φήμες έγιναν επώνυμες καταγγελίες, και γιατί, όταν πια τα πράγματα έφτασαν στο μη παρέκει, δεν τολμούν να αναλάβουν οποιαδήποτε ευθύνη. Νοιάζονται μόνο για την ελαχιστοποίηση του επικοινωνιακού κόστους. Ακόμα και με την ενοχοποίηση όλων των άλλων, σαν τεχνητό αντίβαρο στη δική τους υπαρκτή πολιτική ευθύνη. Το ίδιο δεν κάνουν και με την πανδημία, και με τον πρόσφατο χιονιά;