Ο πρωθυπουργός καλεί τους αρχηγούς των κομμάτων στη Βουλή, για να συζητήσουν με ποιο τρόπο θα ανακοπεί αυτό το κύμα της χυδαιότητας που απειλεί να πνίξει το κοινωνικά θεραπευτικό κίνημα «κι εγώ επίσης». Πόσο ειλικρινής είναι, άραγε; Νιώθει πραγματικά αυτή την ανάγκη ή πρόκειται για ένα ακόμα επικοινωνιακό εγχείρημα, προκειμένου να βγει από τη δύσκολη πολιτικά θέση;
Ας αφήσουμε τα γεγονότα να μιλήσουν. Από την ημέρα που η κ. Μπεκατώρου βρήκε το κουράγιο και πήρε την απόφαση να φέρει στη δημοσιότητα μια ζοφερή πραγματικότητα από το χώρο του αθλητισμού, από την πλευρά της κυβέρνησης δεν είδαμε ούτε ένα ουσιαστικό βήμα για την αντιμετώπιση αυτού του σημαντικού προβλήματος, το οποίο απλώνεται σ’ όλους τους χώρους, ιδίως όπου διαμορφώνονται σχέσεις εξάρτησης, και έχει τη ρίζα του, τελικά, στα περιθώρια που η ίδια η κοινωνία και η πολιτεία αφήνει για κάθε είδους κατάχρηση εξουσίας σε βάρος των πιο ανυπεράσπιστων. Κάπως αργά, λοιπόν, θυμήθηκε ότι υπάρχουν κι άλλες πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις, που θα ήταν χρήσιμο να συστρατευτούν σε μια πολιτική ανατροπής τού απαράδεκτου καθεστώτος.
Πότε ανησύχησε
Πότε εμφανίζεται να αλλάζει άποψη; Όταν πια το κύμα που φούσκωσε, μοιάζει να απειλεί την προστασία του πολιτικού και επικοινωνιακού θερμοκηπίου, που του εξασφάλιζαν ως τώρα τα φιλικά μέσα και συμφέροντα. Απόδειξη το γεγονός ότι ακόμα και στην κορύφωση του δράματος με την υπόθεση Λιγνάδη, η σπουδή και η έγνοια που έδειξε η κυβέρνηση της ΝΔ και ο επί κεφαλής της, ήταν πώς θα μειώσει τις απώλειες από τις πολιτικές ευθύνες και τις επικοινωνιακές συνέπειες και όχι η διαλεύκανση της υπόθεσης. Αποκορύφωμα αυτής της συμφεροντολογικής τακτικής ήταν η περιβόητη συνέντευξη τύπου της υπουργού του κ. Μενδώνη.
Αν αξίζει να ξεχωρίσουμε αυτό το επεισόδιο, είναι γιατί ανατρέπει όλη αυτή τη φιλολογία, που επιχειρεί ο κ. Μητσοτάκης να αξιοποιήσει, περί χυδαιότητας. Στην πραγματικότητα, το εναρκτήριο λάκτισμα για το ξεχείλισμα της χυδαιότητας και της ρυπαρότητας δεν το έδωσε η αυστηρή πολιτική αντιπαράθεση των κομμάτων της αντιπολίτευσης, αλλά το περιεχόμενο και η επιχειρηματολογία, η λογική αυτής της συνέντευξης, των πρωταγωνιστών και των υποβολέων της. Εκεί δόθηκε το σύνθημα ότι καλύτερη άμυνα για τον πολιτικά στριμωγμένο, είναι η επίθεση με λάσπη εναντίον του επιτιθέμενου. Αυτό δεν ήταν που έκανε η κ. Μενδώνη; Δεν έριχνε διαρκώς την ευθύνη σε όλους τους άλλους, κυρίως στους πολιτικούς αντιπάλους και ειδικά στον ΣΥΡΙΖΑ, γυρνώντας πίσω μέχρι δεκάτης τετάρτης γενεάς, προκειμένου να διασώσει εαυτούς και αλλήλους;
Η σκυτάλη στις «ομάδες ψεύδους»
Αν σταματούσε εκεί το κακό, πάει κι έρχεται. Όμως, οι διάφορες ομάδες του ψεύδους, που χρησιμοποιούν το ψευδώνυμο της αλήθειας, παίρνουν, όπως έχουν μάθει απ’ τους δασκάλους και καθοδηγητές τους, το μήνυμα και ρίχνονται στη μάχη με τα όπλα που τους έχουν δώσει: τη χυδαιότητα και τη ρυπαρότητα. Ας υποπέσετε, έστω για μία και μόνη φορά, στο αμάρτημα να παρακολουθήσετε τι κυκλοφορεί στα λεγόμενα κοινωνικά δίκτυα εναντίον όσων καλούν σε ανάληψη της πασίδηλης πολιτικής ευθύνης, και θα καταλάβετε τι έγκλημα διαπράττουν όσοι εκτελούν διατεταγμένη υπηρεσία στο διαδίκτυο υπό τη σημαία «ΣΥΡΙΖΑ-βούρκος» και άλλες τέτοιες μοσκομύριστες. Αυτή τη χυδαιότητα πυροδοτεί ο κ. Μητσοτάκης με το ένα χέρι ενώ με το άλλο, το κοστουμάτο, εγκαλεί τους πάντες και καλεί τους αρχηγούς στη Βουλή, για να σταματήσουν το κακό.
Υπάρχουν, βέβαια, και κάποιοι που νομίζουν ότι πρέπει να του ανταποδοθούν τα ίσα, ότι αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος να του απαντήσεις. Ή, ακόμα χειρότερα, που ενεργούν σαν προβοκάτορες δίνοντας τη βάση στους μεγιστάνες της χυδαιότητας να παρουσιαστούν σαν θύματα. Μακριά απ’ αυτούς! Δεν υπάρχει μεγαλύτερο δώρο όχι μόνο προς την κυβέρνηση, αλλά και προς τα συμφέροντα που τη στηρίζουν, από το να μετατραπεί μια αναγκαία και σκληρή πολιτική αντιπαράθεση για ένα σοβαρότατο πολιτικό θέμα, σε ένα λάκκο με λάσπη, όπου κανείς δεν θα μπορεί να αναγνωρίσει θύτες και θύματα, αθώους και φταίχτες, πολιτικά παμπόνηρους και πολιτικά αφελείς.
Υπαρκτός κίνδυνος
Αφήστε που μέσα σε τέτοιο κλίμα βρίσκει το γονιμότερο έδαφος για να αναδειχθεί και να αναπτυχθεί ένας παράπλευρος κίνδυνος: να συνοδευτεί αυτό το απελευθερωτικό ξέσπασμα της δημοσιοποίησης της προσβολής των δικαιωμάτων των θυμάτων, από μια συντηρητικοποίηση ή και αντιδραστική υποχώρηση από θετικές κοινωνικές αλλαγές που έχουν γίνει, με ενοχοποίηση των βημάτων σεξουαλικής απελευθέρωσης που έχουν πραγματοποιηθεί ή με ένταση της ομοφοβίας και καταδίκη της διαφορετικότητας. Δεν είναι καθόλου δύσκολο να κερδίσει πόντους σ’ αυτό το πεδίο ο κοινωνικός και πολιτικός συντηρητισμός, αν δεν προσέξει η αριστερά. Ο εκδότης του «Μακελειού» μπορεί να έχει συλληφθεί, αλλά το φαρμάκι κυκλοφορεί ακόμα στον οργανισμό.