Πολλά και μεγάλα είναι τα προβλήματα που απασχολούν τους νέους εργαζόμενους/ες. Το κορυφαίο, βέβαια, είναι η ανεργία και η εργασιακή επισφάλεια, ενώ η υποαπασχόληση και η ετεροαπασχόληση, δηλαδή η εργασία που είναι άσχετη με τις γνώσεις και την ειδικότητα του εργαζόμενου, αποτελούν τις βασικές μορφές απορρόφησης των νέων. Επιπλέον, το βιοτικό επίπεδο των εργαζόμενων νέων είναι χαμηλότερο, καθώς στο ξεκίνημα της επαγγελματικής τους ζωής αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα, τα οποία χωρίς την οικογενειακή βοήθεια θα είχαν οξυνθεί ακόμη περισσότερο.
Ο φόβος της ανεργίας και η ανάγκη της επιβίωσης αναγκάζει πολλούς νέους να εργάζονται με την ώρα (μερική απασχόληση), με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, και σε αρκετές περιπτώσεις αδήλωτα και χωρίς κοινωνικοασφαλιστικά και συνδικαλιστικά δικαιώματα. Ιδιαίτερα στον επισιτισμό, το εμπόριο και τις υπηρεσίες, το 8ωρο γίνεται 12ωρο ή 3ωρο, το πενθήμερο κόβεται σε τετραήμερο με μειωμένες αποδοχές, οι ατομικές συμβάσεις αντικαθιστούν τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας, η εντατικοποίηση δυναμώνει και η ευελιξία στην εργασία γίνεται καθεστώς.
Κατά πως φαίνεται, η νεολαία αποτελεί το ζωντανό «πειραματόζωο», στο οποίο δοκιμάζονται και πραγματοποιούνται οι αναδιαρθρωτικές κινήσεις του κεφαλαίου και οι αλλαγές στην εργασία.
Όλα υπό αίρεσιν
Η νεολαία σήμερα βιώνει ένα παρόν που δεν της υπόσχεται τίποτα για το μέλλον της. Το άγχος και η εντατικοποίηση ξεκινούν από την παιδική ηλικία και συνοδεύουν τον άνθρωπο για όλη του τη ζωή.
Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η νεολαία, καταρρακώνουν την προσωπικότητα του νέου και της νέας. Διότι όλα είναι «υπό αίρεσιν»: η απασχόληση, η αμοιβή, το ωράριο, η κοινωνική ασφάλιση, οι εργασιακές δεξιότητες, η διασκέδαση, η κάλυψη των ενδιαφερόντων, τα οράματα, οι ερωτικές σχέσεις, η οικογένεια, και τέλος η σχέση των νέων με την κοινωνία. Την ίδια στιγμή, επιχειρείται η μείωση του ελεύθερου χρόνου και η μη συμμετοχή στα κοινά (στον εργασιακό χώρο, τη γειτονιά, την τοπική αυτοδιοίκηση, τους πολιτικούς και πολιτιστικούς φορείς κτλ.), εφόσον η βασική σκέψη και ενέργεια αφορά την ύπαρξη ή όχι της εργασίας, ενώ εντείνεται ο ανταγωνισμός για «μια θέση στον ήλιο».
Οι ασφυκτικοί ρυθμοί σπουδών, τα φροντιστήρια, η συνεχής αναζήτηση εργασίας, η διπλοβάρδια, η υπερωρία, η ελαστικότητα στην εργασία, η εντατικοποίηση των ρυθμών δουλειάς και η ανεργία, έχουν φυσικοποιηθεί. Το μοντέλο της «απασχολησιμότητας» είναι η σύγχρονη ταυτότητα της νεολαίας. Ένα μοντέλο που οδηγεί άμεσα στην υποταγή και την πλήρη εξάρτηση από τον εκάστοτε εργοδότη, όπου η νεολαία συνηθίζει να μην απαιτεί, να μη διεκδικεί, να μην αντιστέκεται, αγνοώντας την αλληλεγγύη και τη συλλογική δράση.
Έτσι, η συλλογική διαπραγμάτευση αντικαθίσταται από την ατομική, με συνέπεια την παραίτηση από κάθε διεκδίκηση και την ατομικοποίηση, τα οποία έχουν περάσει στη συνείδηση μιας μεγάλης μερίδας νέων και γενικά εργαζομένων.
Εργαζόμενη νεολαία και συνδικάτα
Η σημασία του ρόλου της νέας γενιάς, εκτός από την πλευρά της βιολογικής ανανέωσης του εργατικού δυναμικού, είναι ότι φέρνει μαζί της και το καινούργιο, το νέο.
Παρ’ όλα αυτά, οι σχέσεις των εργαζόμενων νέων με το συνδικαλιστικό κίνημα είναι υποβαθμισμένη, ενώ η συμμετοχή τους στα συνδικάτα είναι πολύ μικρή. Χαρακτηριστικό είναι ότι από τους 472.752 νέους, κάτω των 29 ετών, εργαζόμενους στη χώρα μας, ή τους 672.075 που υπάγονται στο συνολικό εργατικό δυναμικό των νέων (απασχολούμενοι και άνεργοι), η πλειονότητα όχι μόνο δεν είναι γραμμένη στα συνδικάτα, αλλά δεν έχει καμία σχέση με αυτά.
Αυτό δείχνει ότι η συντριπτική πλειονότητα των νέων εργαζόμενων βρίσκεται έξω από την εμβέλεια του συνδικαλιστικού κινήματος, με συνέπεια να προκύπτει ένα μεγάλο πρόβλημα επικοινωνίας των σωματείων με τους νέους. Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει επίσης και πανελλαδική έρευνα, του 2015. Από τα στοιχεία, προκύπτει ότι το 82,5% των μελών των συνδικάτων έχει ηλικία ίση ή μεγαλύτερη από 40 έτη, υποδεικνύοντας ένα συνδικαλιστικό κίνημα αποτελούμενο κατά βάση από μισθωτούς, που έχουν διατρέξει το ήμισυ και πλέον του εργασιακού τους βίου. Αντίθετα, η ηλικιακή κατηγορία 25-29 ετών, αν και αποτελεί το 20,4% του συνόλου των μισθωτών, εντούτοις εκπροσωπείται στο συνδικαλιστικό κίνημα με ποσοστό μόλις 1,7% (βλ. Ι. Ζησιμόπουλος, «Ταξική σύνθεση των συνδικάτων και προσδιοριστικοί παράγοντες της συνδικαλιστικής πυκνότητας στην Ελλάδα», διδακτορική διατριβή). Τα προαναφερθέντα δείχνουν ένα συνδικαλιστικό κίνημα που γερνάει, αλλά και την αδυναμία του να εντάξει στους κόλπους του τις νεότερες γενιές μισθωτών.
Αν όλα τα παραπάνω στοιχεία τα συγκρίνουμε με τα συμπεράσματα από παλαιότερες έρευνες της ΓΣΕΕ, τότε είναι δυνατό να διαπιστώσουμε ότι το πρόβλημα της εκπροσώπησης των νεότερων ηλικιακών ομάδων στα συνδικάτα είναι διαχρονικό. Αυτό που αναδεικνύεται, είναι η άρνηση των νέων να συμμετέχουν σε αυτά, με συνέπεια να οδηγούνται σε ηθελημένη άγνοια ή αδιαφορία. Επίσης, οι νέοι ασκούν κριτική στα συνδικάτα για την κομματικοποίηση-παραταξιοποίησή τους, για μη δημοκρατική λειτουργία κ.λπ. Οι τάσεις απομάκρυνσης των νέων από την πολιτική και από την πολιτική πρακτική των κομμάτων είναι φαινόμενο πασιφανές.
Για τους νέους εργαζόμενους, όπως και για τις μεγαλύτερες ηλικίες, κυριαρχεί η απαίτηση να ασχοληθεί το συνδικαλιστικό κίνημα με τα πραγματικά προβλήματα των εργαζομένων, που δεν είναι μόνο τα εργασιακά, αλλά και εκείνα που ταλαιπωρούν τους εργαζομένους έξω από τον χώρο εργασίας, όπως αυτά της ποιότητας ζωής (ακρίβεια, συγκοινωνία, στέγη, περιβάλλον, ψυχαγωγία, ανθρώπινες σχέσεις).
Ο απαραίτητος ρόλος της νεολαίας
Από τα προαναφερθέντα είναι δυνατό να συμπεράνουμε ότι η αδυναμία εκπροσώπησης των νέων εργαζόμενων στα συνδικάτα, εξαιτίας της γενικότερης κρίσης του συνδικαλιστικού κινήματος, της μη ύπαρξης διεκδικητικών αγώνων, καθώς επίσης της έλλειψης σωματείων στον ιδιωτικό τομέα, μειώνει τις δυνατότητες για ιδεολογική και οργανωτική ανασυγκρότηση των συνδικάτων, εφόσον δεν εισβάλλουν δυναμικά σε αυτά οι νέοι με τις φρέσκιες και ριζοσπαστικές ιδέες τους.
Όσο, λοιπόν, τα συνδικάτα αφήνουν έξω από τις δομές τους τη νεολαία, τόσο περισσότερο θα αποδυναμώνεται ο ρόλος τους. Με τη σειρά του, αυτό σημαίνει ότι το συνδικαλιστικό κίνημα θα πρέπει να αναπροσαρμόσει τις οργανωτικές του δομές, προκειμένου να υποδεχθεί και να εντάξει στις δομές του όλους τους ανέργους και επισφαλώς απασχολούμενους νέους, γυναίκες, αλλοδαπούς εργάτες κ.λπ., οι οποίοι εργάζονται στη μαύρη εργασία, τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις ή οπουδήποτε αλλού.
Τα συνδικάτα θα πρέπει να καταβάλουν προσπάθειες, προκειμένου να δραστηριοποιηθεί η εργαζόμενη νεολαία στις συνδικαλιστικές οργανώσεις (σωματεία, ομοσπονδίες, εργατικά κέντρα), με τη δημιουργία Επιτροπών Νέων Εργαζόμενων παντού, στις οποίες οι νέοι θα προωθούν τις διεκδικήσεις τους.
Επίσης, άλλοι τρόποι έκφρασης των αναγκών της νέας γενιάς θα μπορούσαν να είναι πρωτοβουλίες για τη συγκρότηση επιτροπών ή ενώσεων σε επίπεδο συνοικίας ή πόλης, οι οποίες θα επιδιώκουν τη συσπείρωση των νέων εργαζομένων, ανέργων, αποφοίτων, εργαζόμενων μαθητών, με κέντρο δράσης συγκεκριμένα κομβικά ζητήματα (π.χ. ωράριο εργασίας, ασφάλιση, ανεργία, πολιτισμός, κ.λπ.).
Τέλος, οι λύσεις των προβλημάτων των νέων εργαζόμενων εντάσσονται στα γενικότερα προβλήματα όλων των εργαζομένων, ενώ ταυτόχρονα αποτελούν ουσιαστικές προϋποθέσεις τόσο για τη συμμετοχή και τη δράση τους στους θεσμούς, όσο και για την ανάπτυξη μαζικού συνδικαλιστικού κινήματος. Το γεγονός ότι το πιο σημαντικό κομμάτι του οικονομικά ενεργού πληθυσμού είναι έξω από τα συνδικάτα, αποτελεί πρόκληση προς κάθε κατεύθυνση.
Στοιχεία για τους νέους εργαζόμενους
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το 2020, οι νέοι ηλικίας 15-29 ετών φθάνουν τα 1.611.230 άτομα και αποτελούν το 15,2% του συνολικού πληθυσμού της χώρας και το 24,5% του παραγωγικού πληθυσμού ηλικίας 15-64 ετών. Το εργατικό δυναμικό (απασχολούμενοι και άνεργοι) των νέων μέχρι 29 ετών ανέρχεται σε 672.075 άτομα, τα οποία αναλογούν στο 41,7% του συνολικού πληθυσμού των νέων και στο 14,6% του εργατικού δυναμικού της χώρας. Στις αστικές περιοχές, όπου υπάρχει το 71,5% του συνολικού πληθυσμού, συγκεντρώνεται η πλειονότητα των νέων προς αναζήτηση ευκολότερης εξεύρεσης απασχόλησης ή λόγω σπουδών, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η προσφορά εργασίας και κατά συνέπεια η ανεργία των νέων σε περιόδους οικονομικής ύφεσης.
Η απασχόληση των νέων μέχρι 29 ετών ανέρχεται στα 472.752 άτομα, αριθμός που αναλογεί στο 12,3% της συνολικής απασχόλησης. Η κατανομή της απασχόλησης των νέων ηλικίας 15-29 ετών, κατά τομέα οικονομικής δραστηριότητας, δείχνει ότι η συντριπτική πλειοψηφία των νέων εργάζονται στον τριτογενή τομέα της οικονομίας (81,4%), ενώ στο δευτερογενή το 12,6% και στον πρωτογενή το 9%. Η μεγαλύτερη παρουσία των νέων σε σχέση με την οικονομική δραστηριότητα, σύμφωνα πάντα με τα στατιστικά στοιχεία, εντοπίζεται στο εμπόριο, τα ξενοδοχεία - εστιατόρια, τη μεταποιητική βιομηχανία (βιομηχανία - βιοτεχνία) και τη γεωργία - κτηνοτροφία. Έτσι, περίπου, σχεδόν ένας στους πέντε νέους απασχολούμενους εργάζεται είτε στο εμπόριο, είτε στα ξενοδοχεία - εστιατόρια, ενώ ένας στους δέκα νέους εργάζεται στις μεταποιητικές βιομηχανίες και ένας στους εννέα στη γεωργία - κτηνοτροφία. Η πλειοψηφία των νέων (385.650 άτομα) σε σχέση με τη θέση στο επάγγελμα είναι με μισθό ή ημερομίσθιο, δηλαδή το 81,6% της απασχόλησης των νέων και το 14,8% του συνόλου των μισθωτών.
Οι προτάσεις των φορέων
Υπάρχει πλέον η ανάγκη πέρα από την ανάδειξη των προβλημάτων, να δοθούν αξιόπιστες λύσεις και να ληφθούν γενικότερα μέτρα. Πιο συγκεκριμένα, προς αυτήν την κατεύθυνση διάφοροι φορείς (συνδικάτα, σύλλογοι, πολιτικές νεολαίες κ.λπ.), έχουν επεξεργαστεί ανάλογες προτάσεις, οι οποίες σε γενικές γραμμές είναι οι εξής:
-Ίση αμοιβή για ίση εργασία μέσα από την εφαρμογή των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας (ΣΣΕ) και σε καθεστώς πλήρους και σταθερής απασχόλησης. Όλοι οι μαθητευόμενοι να αμείβονται με τον κατώτερο μισθό της ΕΓΣΣΕ.
-Μείωση του ορίου συνταξιοδότησης και εφαρμογή της μείωσης των ωρών εργασίας στις 35 ώρες και λιγότερο, χωρίς μείωση των αποδοχών, επειδή το εν λόγω μέτρο θα συμβάλει στην αύξηση της απασχόλησης, ενώ ταυτόχρονα θα διασωθούν επαπειλούμενες θέσεις εργασίας.
-Οι νέοι που ζητούν πρώτη φορά εργασία, καθώς επίσης οι απόφοιτοι όλων των βαθμίδων εκπαίδευσης, να θεωρούνται άνεργοι και να δικαιούνται επίδομα ανεργίας. Συγχρόνως, να υπάρξει κοινωνική πολιτική, ιδιαίτερα για τους ανέργους (περίθαλψη, δωρεάν μετακίνηση, ψυχαγωγία κ.λπ.).
-Απαγόρευση της παιδικής εργασίας.
-Για τους εργαζόμενους μαθητές, σπουδαστές και φοιτητές να καθιερωθεί η εξάωρη εργασία, χωρίς μείωση των αποδοχών, και να δίνεται άδεια μετ’ αποδοχών στις περιόδους των εξετάσεων, χωρίς περιορισμό ορίου ηλικίας.
-Να δημιουργηθεί δημόσιο σύστημα συνεχούς εκπαίδευσης και επιμόρφωσης.
-Να δημιουργηθούν μέσα στους χώρους των συνδικάτων αίθουσες ψυχαγωγίας με βιβλιοθήκη, μουσική, παιχνίδια, διάφορες ομάδες κ.ά., ώστε να πάψουν οι νέοι εργαζόμενοι/ες να υποσιτίζονται πνευματικά και για να μπορούν να καλύψουν τον ελεύθερο χρόνο τους δημιουργικά.