Για 36 χρόνια η Γουατεμάλα σπαράχτηκε από ένα αιματηρό εμφύλιο πόλεμο με χιλιάδες θύματα και συνεχή στρατιωτικά πραξικοπήματα. Στις 23 Μαρτίου 1982, πήρε την εξουσία ο στρατηγός Εφραίν Ρίος Μοντ, την οποία κράτησε μόλις 17 μήνες, αφού στις 8 Αυγούστου 1983 ανετράπη από τον Όσκαρ Μεχία Βίκτορες. Ωστόσο, η μικρή περίοδος που έμεινε στην εξουσία σημαδεύτηκε από μαζική εξόντωση των αυτοχθόνων Ιξίλ, στη βόρεια επαρχία Κιτσέ, όπου εκατοντάδες χωριά εξαφανίστηκαν από το χάρτη. Ο Ρίος Μοντ θεωρείται υπεύθυνος για τη σφαγή 1.771 ιθαγενών Ιξίλ, ενώ έκθεση του ΟΗΕ μιλάει για 626 σφαγές, στις 500 από τις οποίες ισοπεδώθηκαν ολόκληρες κοινότητες.
Το 2013 δικάστηκε και με μια ιστορική απόφαση καταδικάστηκε σε κάθειρξη 80 ετών για γενοκτονία. Όμως, μετά από μία εβδομάδα η απόφαση ακυρώθηκε από το Συνταγματικό Δικαστήριο. Ο δικτάτορας πέθανε το 2018, σε ηλικία 91 ετών, ενώ βρισκόταν σε εξέλιξη νέα δίκη εναντίον του.
Στην ταινία του Χάιρο Μπουσταμάντε, «Η γυναίκα των δακρύων» (La Llorona), ο σκηνοθέτης εμπνέεται από αυτά τα γεγονότα αλλά τα μπολιάζει με στοιχεία μαγικού ρεαλισμού. Ο στρατηγός δεν κατονομάζεται αλλά υποδηλώνεται. Στην ταινία ονομάζεται Ενρίκε Μοντεβέρδε, αλλά ο Χούλιο Ντίαζ, ο οποίος τον υποδύεται, έχει σαφέστατη ομοιότητα με τον Ρίος Μοντ. Μετά την ακύρωση της καταδικαστικής απόφασης, το σπίτι του στρατηγού, όπου ζει με την οικογένειά του και μία υπηρέτρια, τη Βαλεριάνα, πολιορκείται από χιλιάδες διαδηλωτές. Μια νεαρή υπηρέτρια, η Άλμα, η οποία προσλαμβάνεται για να βοηθήσει, λειτουργεί ως καταλύτης. Ενώ η δόνια Κάρμεν, σύζυγος του Μοντεβέρδε, και η κόρη του, Νατάλια, βασανίζονται από τα όσα καταμαρτυρούνται στο στρατηγό, η εγγονή του, η Σάρα, δείχνει μια ιδιαίτερη συμπάθεια για τη νεαρή υπηρέτρια. Στο μεταξύ ο στρατηγός βασανίζεται από το κλάμα μιας γυναίκας που έρχεται και ταράζει τον ύπνο του. Και καθώς η αφήγηση κλιμακώνεται, έρχεται η ώρα της κάθαρσης μέσα από μια δραματική κορύφωση.
Εξαιρετική είναι η σκηνοθεσία του Χάιρο Μπουσταμάντε, ο οποίος κάνει μια πολιτική ταινία, βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα, αλλά δεν μένει εκεί. Με αρκετά σημεία έντασης και αγωνίας θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ακόμη και θρίλερ. Ο δε μαγικός ρεαλισμός, ίδιον της λατινοαμερικανικής λογοτεχνίας, εισχωρεί στην αφήγηση, με τα πνεύματα των νεκρών που ζητούν εκδίκηση και τον θρύλο της Γιορόνα, της γυναίκας που κλαίει και που τον συναντάμε σχεδόν σε όλες τις χώρες της Λατινικής Αμερικής.
Ο σκηνοθέτης δεν αφήνει τους ήρωές του ξεκρέμαστους, αλλά τους προσεγγίζει δίνοντας ιδιαίτερη βαρύτητα στις εσωτερικές και τις μεταξύ τους συγκρούσεις. Θαυμάσια και εξόχως λειτουργική είναι η σκοτεινή φωτογραφία αλλά και ο ήχος ο οποίος έχει ιδιαίτερη σημασία.
Η ταινία, που είναι υποψήφια για το Διεθνές βραβείο Όσκαρ έχοντας μπει στη δεκαπεντάδα των υποψηφιοτήτων, έκανε πρεμιέρα στην πλατφόρμα Cinobo, την περασμένη Τρίτη.