Στη δουλειά της γυναίκας μου, το ΚΚΕ συνεχίζει να λειτουργεί με τον παλιό αποτελεσματικό τρόπο της διακίνησης των θέσεων και της πολιτικής του γραμμής. Διακινεί τον «Ριζοσπάστη» σε όποιους υπαλλήλους φαίνονται ότι ανήκουν στον αριστερό χώρο. Έτσι έφτασαν στα χέρια μου οι θέσεις του κόμματος για το 21ο Συνέδριο, το οποίο βρίσκεται στη φάση της προετοιμασίας. Μέσα στη γνωστή και αναγνωρίσιμη φρασεολογία που απηχεί την κλασική πολιτική του ΚΚΕ, στάθηκα στην θέση 31 που κυριαρχείται από μια αφοριστική κι αμυντική κατεύθυνση απέναντι στον λεγόμενο «οπορτουνισμό». Διαβάζοντας το παρακάτω απόσπασμα, δεν μπορείς παρά να καταλήξεις στο συμπέρασμα ότι το ΚΚΕ κρατά τις πόρτες του ερμητικά κλειστές απέναντι στην επικοινωνία, την κοινή δράση και τις όποιες ενωτικές ή μετωπικές πρωτοβουλίες μεταξύ των δυνάμεων της Αριστεράς:
«…οφείλουμε να θωρακίσουμε όλο το Κόμμα και την ΚΝΕ, ιδιαίτερα τα μέλη που στρατολογήθηκαν τα τελευταία χρόνια, ώστε να αποκτήσουν γερά αντανακλαστικά απέναντι στον οπορτουνισμό και κυρίως να είναι σε θέση να ξεπερνάνε τους υποκριτικούς ελιγμούς του για «κοινή δράση» στο όνομα του «αντιμνημονιακού», του «αντινεοφιλελεύθερου», του «αντιδεξιού», του «αντιφασιστικού» μετώπου, όπως κι αν εμφανίζεται αυτό κάθε φορά, για να περάσουν τη γραμμή ενός μίνιμουμ προγράμματος μεταρρυθμίσεων, μιας μεταβατικής κυβέρνησης στο έδαφος του καπιταλισμού, για να μας σύρουν σε συνεργασίες με αστικά κόμματα, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, η κυβερνητική πείρα του οποίου είναι αρνητικά πολύτιμη για τις επαναστατικές δυνάμεις. Το βασικό είναι να μην υποτιμάται ο ρόλος του οπορτουνισμού τόσο σε συνθήκες του καπιταλισμού όσο και του σοσιαλισμού, αφού η πηγή του αντικειμενικά είναι ανεξάντλητη και ο αντεπαναστατικός του ρόλος οδηγεί σε υπόσκαψη και συκοφάντηση του κινήματος. Κάποια στελέχη και μέλη οπορτουνιστικών οργανώσεων, με τις επιφανειακές και σκόπιμες μεταμορφώσεις τους, εμφανίζονται άλλοτε ως υπερασπιστές της προηγούμενης στρατηγικής του Κόμματος, άλλοτε ως υπερασπιστές μεταβατικών κυβερνήσεων, μεταβατικών πολιτικών στόχων, αλλά και άρνησης του Κομμουνιστικού Κόμματος ως συνειδητής πρωτοπορίας της εργατικής τάξης της χώρας κ.ά.»
Τα πράγματα, όμως, φαίνονται να είναι διαφορετικά στο επίπεδο της πολιτικής πρακτικής το τελευταίο χρονικό διάστημα. Και κυρίως σε ζητήματα κομβικά, όπου η ακροδεξιά επίθεση από μεριάς της κυβέρνησης είναι εκκωφαντική και επιβάλει κοινό βηματισμό και ενότητα στη δράση. Εκεί φαίνεται να ξεπερνιούνται οι όποιες ιστορικές αγκυλώσεις και οι σφιχτές θεωρητικές κατευθύνσεις. Δεν είναι λίγα τα πρόσφατα παραδείγματα:
-Κοινή ανακοίνωση ΚΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ, ΜΕΡΑ25 για την, φασιστικής έμπνευσης, απαγόρευση των συναθροίσεων που στόχευαν τις κινητοποιήσεις της μέρας του Πολυτεχνείου
-Κοινά ψηφίσματα σε δημοτικά συμβούλια
-Στήριξη από το βήμα της βουλής των φεμινιστριών που, την ίδια στιγμή, έπεφταν θύματα βίαιων προσαγωγών στις 25 Νοέμβρη
-Κοινή παρουσία στα εκπαιδευτικά συλλαλητήρια
-Ο συμβολισμός των παράλληλων δηλώσεων στην «Εποχή» των Νίκου Φίλη, Θανάση Παφίλη και Γιάννη Βαρουφάκη για την πανεπιστημιακή αστυνομία και τις αντιδραστικές αλλαγές στην Παιδεία και η συνύπαρξη κειμένου βουλευτή του ΚΚΕ μαζί με κείμενα του ΣΥΡΙΖΑ, του ΜΕΡΑ25, του «Δικτύου», της «Συνάντησης» και των Οικολόγων-Πράσινων για την αστυνομική δημοκρατία που βιώνουμε
-Η επίκληση του ΠΑΜΕ για την ενότητα των συνδικάτων και των κινητοποιήσεων (σε πρόσφατη συνεδρίαση του ΔΣ της ΟΛΜΕ)
Επίσης, θετική εντύπωση δημιουργούν τα δημοσιογραφικά ρεπορτάζ του «Ριζοσπάστη» για την απεργία πείνας του Δημήτρη Κουφοντίνα, όπου φιλοξενούνται δηλώσεις του Αλέξη Μπένου και της Ιωάννας Κούρτοβικ, πληροφορίες για τις πολύμορφες κινητοποιήσεις που γίνονται πανελλαδικά, για τις διαδικτυακές εκδηλώσεις, τις συνεντεύξεις τύπου και για τη συγκέντρωση υπογραφών συμπαράστασης στον απεργό πείνας. Όσοι θυμούνται το πως χειρίστηκε ο «Ριζοσπάστης» την υπόθεση Κουφοντίνα μετά την περίοδο της σύλληψής του και τους χαρακτηρισμούς που του επεφύλαξε, δεν μπορούν παρά να παρατηρήσουν μια τελείως διαφορετική αντιμετώπιση.
Δεν αποφεύγονται, βέβαια, και κάποιες παρενέργειες που έχουν να κάνουν με χρόνιες παθογένειες ηγεμονισμού, κακής νοοτροπίας και δυσπιστίας εντός της Αριστεράς. Τέτοια φαινόμενα συνεχίζουν να παρατηρούνται σε τοπικά σωματεία με κακή λειτουργία, υπάρχουν ΕΛΜΕ όπου η παράταξη του ΠΑΜΕ αντιμετωπίζει ως μέγιστο αντίπαλο τις άλλες αριστερές παρατάξεις και ψηφίζει συχνά μαζί με την ΔΑΚΕ, όπως και σε πρόσφατες διαδηλώσεις όπου δεν λείπουν οι «διαγκωνισμοί» για την κατάκτηση της κεφαλής των κοινών εκπαιδευτικών συλλαλητηρίων.
Για όσους η κοινή δράση και η ενότητα της Αριστεράς αποτελεί, εκτός από πολιτική παράδοση, ένα διαρκές αίτημα, τα βήματα που κάνει και οι πρωτοβουλίες που παίρνει το ΚΚΕ είναι πολύ σημαντικά. Το ζητούμενο είναι να έχουν συνέχεια, να συντονιστούν με αντίστοιχες πρωτοβουλίες των υπόλοιπων δυνάμεων της Αριστεράς και να πάρουν ευρύτερες κοινωνικές και πολιτικές διαστάσεις. Σε μια πρωτόγνωρη περίοδο γενικευμένης ακροδεξιάς επίθεσης που στοχεύει να θέσει, οριστικά, την Αριστερά στο περιθώριο, όλες οι δυνάμεις της οφείλουν να αφήσουν πίσω τα τραύματα και τις διαφορές του παρελθόντος και να δώσουν την μέγιστη ενωτική απάντηση. Το οφείλουν απέναντι στην κοινωνία!