Εξασθενούν σταδιακά οι μεγάλες διαδηλώσεις του τελευταίου διαστήματος στην Αιτή, οι οποίες ξεκίνησαν με αφορμή την άρνηση του προέδρου Ζοβενέλ Μοΐζ να παραιτηθεί στις 7 Φεβρουαρίου, που έληγε η θητεία του. Την ίδια ώρα, ο Μοΐζ συνεχίζει την άγρια καταστολή ενάντια σε όσους τον αμφισβητούν, και προσπαθεί να αποκτήσει μια συνταγματική ασπίδα με την πρόταση να γίνει δημοψήφισμα τον Απρίλιο για την αλλαγή του Συντάγματος, και εκλογές τον Σεπτέμβριο.
Δώσε μας μια εικόνα της σημερινής κατάστασης στην Αιτή.
Τον Δεκέμβριο του 2019 διατύπωσα δύο υποθέσεις σχετικά με το άμεσο μέλλον της Αϊτής, σε αυτό που είχα χαρακτηρίσει ως «σημείο διακλάδωσης και όχι επιστροφής». Λαμβάνοντας υπόψη ότι ήμασταν σε ένα από τα πιο κρίσιμα σημεία των αντικυβερνητικών κινητοποιήσεων που ξεκίνησαν τον Ιούλιο του 2018, υπέθεσα ότι οι πιθανές λύσεις στην κρίση ήταν δύο. Η πρώτη ήταν η αποχώρηση του Μοΐζ από την εξουσία και η δημιουργία μιας ευρείας κυβέρνησης συνασπισμού, που θα ήταν η αρχή μιας πολιτικής μετάβασης που τα κοινωνικά κινήματα χαρακτήριζαν και αποκαλούσαν ως «ρήξη». Η δεύτερη ήταν ο Μοΐζ να παρέμενε στην εξουσία, και σε αυτήν την περίπτωση πρόβλεψα την αύξηση της πολιτικής βίας, κρατικής και παρακρατικής, την επιδείνωση της οικονομικής κρίσης, και τα ολοένα και πιο εμφανή επίπεδα των διεθνών παρεμβάσεων. Σήμερα, 14 μήνες μετά από αυτήν τη διατύπωση, είμαστε σε θέση να πούμε ότι το τρέχον σενάριο είναι σαφώς το δεύτερο. Όσον αφορά το οικονομικό επίπεδο, η χώρα δεν κατάφερε να ξεφύγει από την στασιμότητα που την οδήγησε η εμβάθυνση των νεοφιλελεύθερων πολιτικών που έθεσε το ΔΝΤ και εφαρμόζονται από την κυβέρνηση του PHTK (σσ. είναι το κόμμα του Μοΐζ). Οι πιο ενδεικτικοί δείκτες αυτής της κρίσης είναι ο συνδυασμός του υψηλού πληθωρισμού, της αδιάκοπης υποτίμησης του εθνικού νομίσματος έναντι του δολαρίου, και των αρνητικών ρυθμών ανάπτυξης, που επιδεινώθηκαν φυσικά από την σχεδόν μόνιμη παράλυση της οικονομικής δραστηριότητας που πρόεκυψε από τις διαδηλώσεις, αλλά κυρίως από την δράση διάφορων εγκληματικών ομάδων που σπέρνουν τον τρόμο στις αγροτικές περιοχές και στις αστικές περιφέρειες της χώρας. Όσον αφορά το πολιτικό - θεσμικό επίπεδο, έχει επιδεινωθεί μια μακρά αυταρχική μετατόπιση, η οποία, μεταξύ των πιο σημαντικών χαρακτηριστικών της, έχει τα ακόλουθα στοιχεία: την απουσία κρατικού προϋπολογισμού που κατευθύνει τις δαπάνες του κράτους και επιτρέπει τον έλεγχό τους, την αντισυνταγματική εκλογή διαδοχικών πρωθυπουργών που δεν επικυρώθηκε από το κοινοβούλιο, όπως αναφέρεται στο Σύνταγμα, την αναστολή των βουλευτικών εκλογών που είχαν προγραμματιστεί το 2019, το κλείσιμο του κοινοβουλίου τον Ιανουάριο του 2020 με προεδρική εντολή, την μετωπική επίθεση στα ανώτατα δικαστήρια της χώρας, όπως στο Ανώτατο Ελεγκτικό Συνέδριο που έχει μετατραπεί σε ένα απλά συμβουλευτικό σώμα, και στο Εφετείο, του οποίου οι κύριοι δικαστές απολύθηκαν αντισυνταγματικά. Και πρόσφατα, την επισημοποίηση ενός ντε φάκτο καθεστώτος μέσω της παράνομης παράτασης της προεδρικής θητείας, η οποία, όπως θεσπίστηκε από το Σύνταγμα και όπως ερμηνεύθηκε από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο, τέλειωσε στις 7 Φεβρουαρίου. Σε όλα αυτά πρέπει να προσθέσουμε την αύξηση της πολιτικής βίας, μέσω των επανειλημμένων σφαγών, των δολοφονιών κοινωνικών ηγετών, όπως του προέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου Πουέρτο Πρισίπε, και διαφόρων επιθέσεων στον εγχώριο και στον διεθνή Τύπο.
Ποιες είναι οι βαθύτερες αιτίες για αυτή τη λαϊκή εξέγερση των τελευταίων εβδομάδων;
Πιστεύω ότι οι κύριοι λόγοι είναι τρεις. Πρώτος, είναι η απόρριψη των νεοφιλελεύθερων πολιτικών, που έχουν οδηγήσει σε μεγάλα επίπεδα φτώχειας, ανεργίας, πείνας και ανισότητας. Δεύτερος, είναι η εκτεταμένη απογοήτευση λόγω της δημόσιας διαφθοράς, αν λάβουμε υπόψη ότι τα τελευταία χρόνια η Αϊτή υπέστη μεγάλη υπεξαίρεση στα κεφάλαια που έφτασαν στη χώρα για την «ανασυγκρότηση» με εντολή των ΗΠΑ, μέχρι τα 2 δις δολάρια που ήρθαν στο πλαίσιο της πλατφόρμας ενεργειακής ολοκλήρωσης της Petrocaribe και κατασχέθηκαν από την πολιτική τάξη, από ανώτερους κρατικούς αξιωματούχους έως τον ίδιο τον Μοΐζ. Τρίτος, είναι η γενικευμένη απόρριψη της παρέμβασης, της κατοχής και της παραβίασης της κυριαρχίας της Αϊτής από τις δυτικές δυνάμεις: κυρίως από τις ΗΠΑ, αλλά και από τον Καναδά, την Γαλλία και άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και από πολυμερείς οργανισμούς όπως ο ΟΗΕ και ο Οργανισμός Αμερικανικών Κρατών. Ας θυμηθούμε ακόμα, ότι η Αϊτή υπέστη μια εκτεταμένη και επώδυνη διεθνή κατοχή από το 2004 έως το 2019 από την MINUSTAH και την διάδοχό της την MINUJUSTH. Τρία πραξικοπήματα και πολλές εκλογικές απάτες συνδέθηκαν επίσης με τις ενέργειες αυτών των χωρών και οργανισμών, σε σημείο που είναι αδύνατο να εξηγηθεί η άνοδος του Μοΐζ, και πιο πριν του πρώην προέδρου Μισέλ Μαρτελί, στην εξουσία χωρίς την ξένη παρέμβαση. Εν ολίγοις, πιστεύω ότι τα οικονομικά αιτήματα, τα αιτήματα κατά της διαφθοράς, και τα αιτήματα για κυριαρχία, είναι οι τρεις λόγοι μιας τεράστιας κινητοποίησης διαφόρων κοινωνικών και πολιτικών παραγόντων που συγκλίνουν σήμερα στο στοιχειώδες αίτημα για την αποχώρηση του Μοΐζ από την εξουσία, και στην ανάγκη για μια πολιτική μετάβαση που θα σπάσει θεμελιώδη στοιχεία των νεοφιλελεύθερων και νεοαποικιακών πολιτικών.
Ποια είναι σήμερα τα στηρίγματα του Μοΐζ;
Στο εσωτερικό, βασίζεται μόνο σε ένα μέρος της ντόπιας ολιγαρχίας. Μια αντιπαραγωγική και παρασιτική άρχουσα τάξη που αναπαράγεται μέσω της ιδιοποίησης των πλεονασμάτων, του ελέγχου των τελωνείων της χώρας, και της σύνδεσής της με το μεγάλο διεθνές κεφάλαιο στη γεωργία, την αγροβιομηχανία, ή την οικονομία της maquiladora (σημ: όρος που αναφέρεται στο δικαίωμα των εργοστασίων να είναι σε μεγάλο βαθμό αφορολόγητα και χωρίς δασμούς). Αλλά για να εξηγήσουμε την παραμονή του Μοΐζ στην εξουσία, είναι απαραίτητο να υπογραμμιστεί, πάνω από όλα, η υποστήριξη των διεθνών παραγόντων: της πρεσβείας των ΗΠΑ, της ομάδας των δυτικών χωρών που αυτοαποκαλούνται φίλοι της Αϊτής και εμπλέκονται στο λεγόμενο «Core Group», του ΟΗΕ, του Οργανισμού Αμερικανικών Χωρών, καθώς και πιστωτικών οργανισμών όπως το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα. Εκτός από αυτήν την ισχυρή υποστήριξη, η οποία στην ιστορία της Αϊτής έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα καθοριστική στην εθνική πολιτική, η παραμονή του Μοΐζ στην εξουσία, παρά την μαζική και εκτεταμένη απόρριψη από τον λαό, έχει να κάνει με τον έλεγχο των κατασταλτικών μηχανισμών του κράτους. Τους τελευταίους μήνες, αυτός ο προσανατολισμός ενισχύθηκε με το διάταγμα που πέρασε μια σειρά νόμων μέσα σε μια αντιτρομοκρατική υστερία, και με τη δημιουργία της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών. Η καταστολή κατευθύνεται πάντα στις αγροτικές κοινότητες και στις πιο δραστήριες και κινητοποιημένες λαϊκές γειτονιές, και είναι μια πολιτική στρατηγική περιορισμού τους για την σταθεροποίηση της χώρας με αίμα και με φωτιά. Αυτή η στρατηγική τα τελευταία χρόνια έχει επεκτείνει και επισημοποιήσει την κοινή δράση των δυνάμεων ασφαλείας με μια σειρά από εξαιρετικά οργανωμένες εγκληματικές ομάδες, που ενοποιούνται σήμερα στην πρωτεύουσα σε μια υπηρεσία που ονομάζεται «G-9». Ο στόχος πίσω από αυτό είναι να προωθηθεί η παραστρατιωτική οργάνωση της χώρας, να τρομοκρατηθεί ο πληθυσμός, και να αποστρατευτούν με τη βία μια σειρά κοινωνικοί τομείς που είναι αδύνατο να συγκρατηθούν με τις συνεχείς πολιτικές της φτώχειας και του αποκλεισμού που γνώρισε η χώρα τα τελευταία χρόνια.
Γιατί οι ΗΠΑ υποστηρίζουν τόσο πολύ τον Μοΐζ; Σε τι τους εξυπηρετεί η παρουσία του;
Η υποστήριξη αυτή έχει δύο μεγάλες αιτίες: την οικονομική και την γεωπολιτική. Σε σχέση με την οικονομία, η Αϊτή είναι μια πολύ επιθυμητή λεία για διάφορους λόγους, όπως για την μεγάλη συγκέντρωση μεταλλευτικών πόρων (χρυσός, χαλκός, ασήμι, βωξίτης, κλπ). Επίσης, όπως και άλλες χώρες της περιοχής, χρησιμεύει ως σταθμός για την κοκαΐνη που παράγεται στη Νότια Αμερική και καταναλώνεται μαζικά στις ΗΠΑ. Ακόμα, λόγω της οικονομικής σημασίας που έχουν τα εμβάσματα της μεγάλης διασποράς της Αϊτής, οι ΗΠΑ θέλουν να διατηρήσουν τα κέρδη των εταιρειών που μονοπωλούν τις δραστηριότητες αποστολής χρημάτων από το εξωτερικό. Και τέλος, ενδιαφέρονται για τη διατήρηση της Αϊτής ως μιας δέσμιας καταναλωτικής αγοράς για τις γεωργικές και αγροβιομηχανικές εξαγωγές από τις ΗΠΑ, και παράλληλα να μείνει μια τυπική οικονομία maquiladora που καθιστά την Αϊτή έναν σταθμό συναρμολόγησης κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και ηλεκτρονικών ειδών για τη Βόρεια Αμερική. Όσον αφορά την γεωπολιτική, ο Μοΐζ αποδείχτηκε ένας υπηρέτης και επιμελής σύμμαχος των συμφερόντων των ΗΠΑ, οι οποίες έχουν προσπαθήσει να αποσταθεροποιήσουν τις προοδευτικές και αριστερές κυβερνήσεις της Καραϊβικής και της Λατινικής Αμερικής. Πρέπει να θυμόμαστε, ότι η κυβέρνηση της Αιτής είναι μία από τις λίγες κυβερνήσεις που εξακολουθούν να αναγνωρίζουν τον Γκουαϊντό, και ότι ο Μοΐζ έχει επανειλημμένα καταψηφίσει τη Βενεζουέλα σε διάφορους περιφερειακούς οργανισμούς, όπως στον Οργανισμό Αμερικανικών Κρατών και στην CARICOM. Εκτός όμως από τα συγκυριακά στοιχεία, η πολιτική των ΗΠΑ θεωρούσε πάντα την Καραϊβική Θάλασσα ως ένα είδος εσωτερικής λίμνης και ως μια στρατηγική ζώνη ασφαλείας. Από την εποχή του ισπανικού αποικισμού, αυτή η θάλασσα θεωρείται ως η πύλη και το κλειδί για τον έλεγχο όχι μόνο ολόκληρης της ηπείρου, αλλά και της στρατηγικής ροής κεφαλαίων και εμπορευμάτων μεταξύ του Ατλαντικού και του Ειρηνικού. Οι ΗΠΑ προσανατολίζονταν πάντα στην πολιτική τους για την περιοχή με βάση ένα φανταστικό τρίγωνο, που σχηματίστηκε μεταξύ της Κούβας, της διώρυγας του Παναμά, και του νησιού Ισπανιόλα που μοιράζεται η Αϊτή με τη Δομινικανή Δημοκρατία.
Αν παραιτηθεί ο Μοΐζ, πως βλέπεις την επόμενη μέρα;
Η ενδεχόμενη παραίτησή του θα ανοίξει μια σειρά εναλλακτικών λύσεων. Η πιο προοδευτική από αυτές θα ήταν η οικοδόμηση μιας κυβέρνησης συνασπισμού, που θα ενσωματώσει, σε ηγετική θέση, τους κοινωνικούς τομείς που πρωτοστατούν στις κινητοποιήσεις των τελευταίων ετών: αγροτικά κινήματα, συνδικάτα, νεολαία, γυναικείες οργανώσεις, θρησκευτικές ομάδες, κλπ. Αυτές οι οργανωμένες κοινωνικές δυνάμεις είναι η βάση του αϊτινού έθνους και η μόνη εγγύηση για το μέλλον. Πολλές από αυτές προέκυψαν μέσα από τη διάρθρωση της Via Campesina και της ALBA, και έχουν αναπτύξει μια σειρά προτάσεων και προγραμμάτων για την οικοδόμηση μιας κυρίαρχης και μετανεοφιλελεύθερης κοινωνίας. Πρέπει η φωνή τους να γίνει σεβαστή, και αυτές οι πρωτοβουλίες να τεθούν σε εφαρμογή. Μια δεύτερη πιθανότητα, προοδευτική αλλά λιγότερο ριζοσπαστική, θα μπορούσε να δοθεί θα μπορούσε από μια μετάβαση μετά τον Μοΐζ νε επικεφαλής της παραδοσιακής πολιτικής τάξης, οι οποίοι θα επιδιώξουν να θεσμοθετήσουν μια κάπως πιο δημοκρατική κοινωνική τάξη, και να επαναδιαπραγματευθούν με τις ΗΠΑ και τη λεγόμενη «διεθνή κοινότητα» μια νέα κατάσταση κηδεμονίας. Αυτή η λύση θα μπορούσε αναμφίβολα να αποσυμπιέσει την τρέχουσα πολιτική κρίση, και ίσως να δώσει στην Αϊτή μια επιβίωση, αλλά δεν θα μεταβάλει τους οικονομικούς και γεωπολιτικούς πυλώνες της καταστροφικής κατάστασης στη χώρα. Μια τρίτη εναλλακτική λύση, αναμφίβολα η πιο οπισθοδρομική, θα ήταν η βίαιη σταθεροποίηση ενός σκληρού δικτατορικού καθεστώτος, το οποίο θα μπορούσε να γίνει μέσω της συνδυασμένης καταστολής από κρατικούς και παρακρατικούς μηχανισμούς, ή ακόμη χειρότερα, μέσω κάποιας νέας μορφής κατοχής και διεθνούς παρέμβασης. Είναι μια εναλλακτική λύση που, παρά την επανειλημμένη αποτυχία των αποστολών που έχουν παρέμβει στην Αϊτή από το 1993, εμπλέκει διαφορετικούς παράγοντες από το ντόπιο και το διεθνές κατεστημένο. Ένα είδος «από μηχανής θεού» φαίνεται να είναι πάντα έτοιμο να παρέμβει, για να προσπαθήσει να καθησυχάσει έναν αδάμαστο λαό που δεν έχει επιτρέψει την σταθεροποίηση οποιουδήποτε καθεστώτος κυριαρχίας στην μακρά ιστορία του.
O Λαουτάρο Ριβάρα είναι κοινωνιολόγος και δημοσιογράφος.