«Η απάντηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα καταστροφικά αποτελέσματα που προκάλεσε η πανδημία του Covid 19, θα είναι η κινητοποίηση των μέσων που διατίθενται, χωρίς προηγούμενο, για την κοινωνική και οικονομική πρόοδο της Ευρώπης», αναφέρει η συνομοσπονδία των ευρωπαϊκών συνδικάτων (ΣΕΣ) σε πρόσφατο ντοκουμέντο της. Ένα ντοκουμέντο με το οποίο παρουσιάζει τις θέσεις της και τις προτάσεις της. Η ΣΕΣ επιχειρεί έτσι να παρέμβει και να τονίσει την ανάγκη συμμετοχής των εργαζομένων και των συνδικάτων στις συζητήσεις και τις διαπραγματεύσεις, που θα γίνουν για την χάραξη της οικονομικής πολιτικής, τις κοινωνικές δαπάνες, την ανάπτυξη, την οικολογική μετάβαση και τηn ψηφιοποίηση της οικονομίας. Ο στόχος αυτός είναι πολύ φιλόδοξος και μπορεί να σηματοδοτήσει «μια άλλη πορεία για την ΕΕ». Για μια τέτοια πολιτική δίνει τη δυνατότητα το έκτακτο πρόγραμμα με τα 750 δισ. ευρώ, τα οποία έρχονται να ενισχύσουν τους προϋπολογισμούς των κρατών - μελών της ΕΕ. Με το πρόγραμμα αυτό μπορούν να υποστηριχτούν και να ενισχυθούν οι επενδύσεις για κοινωνικά και περιβαλλοντικά προγράμματα, επισημαίνει η ΣΕΣ. Και ταυτόχρονα αναφέρεται στα εξής σημεία:
-
Την πρόβλεψη, με ρήτρα διαφύλαξης, της αυτονομίας των διαβουλεύσεων και των συλλογικών διαπραγματεύσεων των κοινωνικών εταίρων.
-
Την ενίσχυση των κοινωνικών και οικολογικών προγραμμάτων, ενταγμένων στα εθνικά προγράμματα ανάπτυξης και ανθεκτικότητας.
-
Τη διασφάλιση της συμμετοχής των κοινωνικών εταίρων στην επεξεργασία, αλλά και στην επίβλεψη των προγραμμάτων.
-
Την κατάργηση των μακροοικονομικών προϋποθέσεων και τη σύνδεσή τους με την αποταμίευση και τη χρησιμοποίηση των πόρων του ταμείου.
Η ΣΕΣ είδε ακόμα πως το Ταμείο Ανάκαμψης (ΤΑΑ) είναι μια ευκαιρία, μοναδική για τα ευρωπαϊκά συνδικάτα, «να αφήσουν πίσω τους τις πολιτικές λιτότητας, οι οποίες απέτυχαν παταγωδώς». Η ΣΕΣ θα συνεχίσει με τις οργανώσεις - μέλη της να εργάζεται, έτσι ώστε στα εθνικά προγράμματα να συμπεριληφθούν δαπάνες - επενδύσεις προς τις δημόσιες υπηρεσίες, την υγεία, την παιδεία και τα κοινωνικά προγράμματα, που, επιπλέον, θα συμβάλουν στην ισότητα των δυο φύλων και στον αγώνα καταπολέμησης της βίας κατά των γυναικών.
Είναι γνωστό, βέβαια, πως η ΣΕΣ έχει αρκετά χρόνια που δηλώνει την ύπαρξή της μέσω των κειμένων και σχεδόν καθόλου με τη δράση της. Ωστόσο, διαθέτει κάποιες δυνατότητες που απορρέουν από το γεγονός ότι τα εθνικά (τοπικά) συνδικάτα, που είναι μέλη της, σε μερικές χώρες έχουν -λιγότερο ή περισσότερο- τη δική τους δράση. Μια από τις ξεχωριστές περιπτώσεις είναι αυτή των συνδικάτων της Γαλλίας που είχαν τραβήξει το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης στη Γαλλία, αλλά και σε ευρωπαϊκές χώρες, τον Δεκέμβριο του 2019, λίγο πριν την πανδημία, που είχαν βγει στο δρόμο για την υπεράσπιση και βελτίωση του ασφαλιστικού και συνταξιοδοτικού συστήματος. Τα γαλλικά συνδικάτα, όπως και τα βελγικά και όχι μόνο, συνέχισαν να δείχνουν την αγωνιστική τους παρουσία σε όλη τη διάρκεια της καραντίνας μέχρι σήμερα.
CGT: για ένα εναλλακτικό πρόγραμμα
Η γαλλική CGT, με τη δράση και την παρουσία της, είναι από τις πρώτες συνδικαλιστικές οργανώσεις που συζήτησε και επεξεργάστηκε ολοκληρωμένες θέσεις και προτάσεις για την αξιοποίηση του ΤΑΑ. Διαμόρφωσε, δηλαδή, μια πολιτική που έρχεται σε ρήξη με τις πολιτικές που έχουν εφαρμοστεί μέχρι σήμερα, «πολιτικές που μας οδήγησαν σε πολλαπλές κρίσεις». Έτσι παραμένει στις θέσεις της, που συνδιαμόρφωσε μαζί με τις άλλες συνδικαλιστικές οργανώσεις -οικολογικές, ανθρωπιστικές και κινήματα- που διακήρυξαν «ποτέ πια έτσι!!».
Ο πρόεδρος Μακρόν, στην αρχή της πανδημίας, είπε ότι θα ληφθούν όλα τα μέτρα, με όποιο κόστος απαιτηθεί, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στον τομέα της υγείας και την κάλυψη των αναγκών και των ελλείψεων, που έγιναν έντονα φανερές με την πανδημία. Ελλείψεις σε ανθρώπινο δυναμικό, υποδομές σε νοσοκομεία, φαρμακευτικό υλικό κλπ. Πέρασε, όμως, ένας χρόνος χωρίς να έχει γίνει κάτι σημαντικό. Και η χώρα συνεχίζει χωρίς να γνωρίζει πότε θα βγει από την καραντίνα. Στο διάστημα αυτό δαπανήθηκαν τεράστια ποσά, σύμφωνα με την CGT. Οι άνθρωποι που δίνουν ακόμα τη μάχη στην πρώτη γραμμή, έχουν ήδη ξεχαστεί. Συνεπώς, δεν μπορεί να υπάρξει καμία ανοχή στην κυβέρνηση Μακρόν - Καστέξ. Στη Γαλλία καλπάζει η ύφεση, τα δημόσια ελλείμματα και το χρέος, τα οποία η κυβέρνηση επιχειρεί να αποδώσει στα μικροεπιδόματα και τα μικροποσά που διαθέτει για τους μερικά απασχολούμενους και τους ανέργους. Όλα αυτά δεν θα ήταν δυνατό να συμβούν χωρίς το μεγάλο και φθηνό δανεισμό, με 0,1% από τις χρηματιστικές αγορές. Αυτά τα ποσά, βέβαια, δεν έφτασαν στις μικρές επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Αντίθετα, ένα μεγάλο μέρος τους πήγε στις τράπεζες και στους μεγαλοεπιχειρηματίες που δεν τα είχαν ανάγκη. Ενώ οι μικρομεσαίοι και οι άνεργοι παρέμειναν για μια ακόμη φορά εκτός προστασίας. Αυτές ακριβώς είναι οι αιτίες που προκάλεσαν την κρίση: την υποβάθμιση του δημόσιου συστήματος υγείας και των δημόσιων υπηρεσιών, στο όνομα της δημοσιονομικής λιτότητας. Στον ιδιωτικό τομέα συνεχίστηκε η συμπίεση των μισθών για τη μείωση του εργατικού κόστους. Οι πολιτικές αυτές είχαν ως συνέπεια την αποδυνάμωση της αγοραστικής ικανότητας των εργαζομένων, τόσο στο δημόσιο, όσο και στον ιδιωτικό τομέα. Τα συνδικάτα έχουν εκφράσει την αντίθεσή τους σε αυτή την πολιτική και θα αγωνιστούν για την ενίσχυση των εισοδημάτων των εργαζομένων, καθώς θεωρούν ότι αυτό είναι η προϋπόθεση για την ανάπτυξη της οικονομίας.
Ένα πρόγραμμα, παρόμοιο με τα προηγούμενα
Το πρόγραμμα των 100 δισ. ευρώ της κυβέρνησης Μακρόν για δυο χρόνια, το οποίο συμπεριλαμβάνει 70 μέτρα, θα αρχίσει να εφαρμόζεται από τον ερχόμενο Σεπτέμβριο. Το πρόγραμμα αυτό επεξεργάστηκε ένας μικρός κύκλος ειδικών και εμπειρογνωμόνων, σχεδόν χωρίς τη συμμετοχή της τοπικής αυτοδιοίκησης και των συνδικάτων. Ο στόχος του είναι, το 2022, η ανάπτυξη να φτάσει στο πριν την καραντίνα επίπεδο. Όμως, το πρόγραμμα Μακρόν για την επίτευξη των τριών στόχων, οικολογική μετάβαση, ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και κοινωνική συνοχή, ακούγεται κάπως ευχάριστα. Αλλά στην ουσία πρόκειται για μια επανάληψη όλων των παλαιών νεοφιλελεύθερων συνταγών και πολιτικών, που ευνοούν τα μεγάλα εισοδήματα. Είναι παντελώς φανερή η έλλειψη αντισταθμιστικών ρυθμίσεων, για τη διατήρηση των θέσεων εργασίας, για την προστασία του περιβάλλοντος και την ενίσχυση των δημοσίων υπηρεσιών. Τα προγράμματα αυτά δεν γίνονται αποδεκτά από τους εργαζόμενους και τους νέους.
Τα συνδικάτα, ιδιαίτερα η CGT, εκφράζουν την πρόθεση να αγωνιστούν για ένα άλλο εναλλακτικό πρόγραμμα, ένα μοντέλο παραγωγικό και βιώσιμο, έτσι όπως το ανέλυσε εχθές στο Παρίσι, ο πρόεδρός της, Φιλίπ Μαρτινές.