«Νοσφεράτου, μια συμφωνία του τρόμου»

 

 

 

Πριν από 99 χρόνια, στις 5 Μαρτίου 1922, έκανε πρεμιέρα στους κινηματογράφους η ταινία ορόσημο του γερμανικού εξπρεσιονισμού, «Νοσφεράτου, μια συμφωνία του τρόμου», του Φρίντριχ Βίλχελμ Μουρνάου (1888-1931).

Η Γερμανία, ηττημένη του Μεγάλου Πολέμου, ως μοναδική ένοχος χώρα, υπογράψει την ντροπιαστική Συμφωνία των Βερσαλλιών, που έχουν επιβάλει οι σύμμαχοι. Αναγκάζεται να παραχωρήσει εδάφη στην Πολωνία και τη Γαλλία, ενώ στο εσωτερικό της χώρας ο πληθωρισμός και η ανεργία καλπάζουν και μεγάλο μέρος του πληθυσμού ζει σε συνθήκες φτώχειας. Μέσα σε αυτό το κλίμα, το 1919, ιδρύεται στη Βαυαρία το Κόμμα Εργατών, ένα ακροδεξιό εθνικιστικό μόρφωμα, με αντικομουνιστικό και αντισημιτικό προσανατολισμό. Το 1921 στην ηγεσία του κόμματος αναρριχάται ένας άγνωστος δεκανέας, ο Αδόλφος Χίτλερ και το κόμμα μετονομάζεται σε Εθνικοσοσιαλιστικό Γερμανικό Εργατικό Κόμμα.

Μέσα σε αυτό το ζοφερό κλίμα αναπτύχθηκε το κίνημα του γερμανικού εξπρεσιονισμού. Στις ταινίες που γυρίστηκαν μετά το τέλος του Πολέμου και κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1920 και οι οποίες είναι ενταγμένες στο εξπρεσιονιστικό κίνημα, κυριαρχούν η απαισιοδοξία, η τρέλα, η προδοσία, ο τρόμος. Ταινίες ατμοσφαιρικές με έμφαση στο φωτισμό και το κοντράστ, σκοτεινές και με σκηνικά τα οποία μοιάζουν εξωπραγματικά, είναι σαν να προσπαθούν να απεικονίσουν τον παραλογισμό της πραγματικότητας.

Τότε ο Φρίντριχ Μουρνάου, γύρισε το «Νοσφεράτου, μια συμφωνία του τρόμου», ταινία βασισμένη στο πασίγνωστο μυθιστόρημα του Μπραμ Στόκερ (1847-1912), «Δράκουλας», που κυκλοφόρησε το 1897. Αυτήν ήταν και η πρώτη ταινία με ήρωα το αιμοδιψές βαμπίρ, που έκτοτε γνώρισε πολλές κινηματογραφικές μεταφορές. Μόνο που ο Μουρνάου άλλαξε τον αρχικό τίτλο αλλά και τα ονόματα των ηρώων του, εξαιτίας της δικαστικής απαγόρευσης της χήρας του συγγραφέα. Τα προβλήματα συνεχίστηκαν και μετά τα γυρίσματα, με την χήρα Στόκερ να κερδίζει δικαστικά την καταστροφή κάθε κόπιας. Επειδή όμως η απόφαση αυτή δεν ίσχυε στη Γερμανία, ένα μεγάλο μέρος από το φιλμ σώθηκε και ο Μουρνάου άλλαξε τον τίτλο, ενώ πουθενά δεν αναφέρεται ο πρωτότυπος ούτε και το όνομα του συγγραφέα.

Ο κόμης Ορλόκ αποβιβάζεται από το πλοίο κουβαλώντας ένα φέρετρο στην πλάτη, ενώ χιλιάδες αρουραίοι βγαίνουν από τα αμπάρια του πλοίου. Σύντομα απλώνεται μια επιδημία στην πόλη, οι άνθρωποι πεθαίνουν, έχοντας πληγές στο λαιμό. Νομίζω πως η αλληγορία πέρα από προφανής είναι και προφητική.

 

«Ο Δράκος»

 

Δεν υπάρχει κανένα στοιχείο ανθρώπινο στον ήρωα του Μουρνάου. Σε αντίθεση με το «Νοσφεράτου» που γύρισε ο Βέρνερ Χέρτζογκ το 1979, όπου υπάρχει μια ουμανιστική προσέγγιση του ήρωα, αλλά και στο «Δράκουλα» που γύρισε ο Φράνσις Φορντ Κόπολα το 1992, όπου το βαμπίρ χαρακτηρίζεται από ανθρώπινες ανάγκες, ο Νοσφεράτου του Μουρνάου είναι απόκοσμος και τρομακτικός. Είναι ένα πλάσμα που έρχεται από άλλον κόσμο, ένα πλάσμα που φέρνει την καταστροφή. Η φιγούρα του Μαξ Σρεκ, στο ρόλο του Νοσφεράτου, παραμένει αξέχαστη. Αδύνατος, με κυρτούς ώμους και μακριά νύχια, κινείται με τρόπο εξωπραγματικό.

Ενδιαμέσως γυρίστηκε και ο «Δράκουλας ο βρικόλακας των Καρπαθίων» (1958), του Τέρενς Φίσερ, με τον εμβληματικό Κρίστοφερ Λι.

Για την ιστορία αναφέρω πως η πρώτη ταινία που χρησιμοποιήθηκε το όνομα του Δράκουλα ήταν «Ο κόμης Δράκουλας» (1931), του Τοντ Μπρόοουνινγκ, με τον Μπέλα Λούγκοζι.

 

Και ο δικός μας Δράκος

 

Στις 5 Μαρτίου 1956, δηλαδή πριν από 65 χρόνια, έκανε πρεμιέρα στους κινηματογράφους, μία από τις πιο σημαντικές ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου, «Ο Δράκος», του Νίκου Κούνδουρου (1926-2017).

Με τον εξαιρετικό Ντίνο Ηλιόπουλο (1915-2001) στο ρόλο του φοβισμένου τραπεζικού υπαλλήλου Θωμά, ο οποίος μοιάζει με έναν επικίνδυνο κακοποιό που ο Τύπος έχει ονομάσει Δράκο, ο Κούνδουρος ανοίγει νέους δρόμους για τον κινηματογράφο της χώρας μας. Τόσο αισθητικά όσο και θεματικά.

Εν τέλει ο Θωμάς, χωρίς να το θέλει, θα ηγηθεί μιας συμμορίας –τα μέλη της οποίας νομίζουν πως είναι ο διαβόητος κακοποιός– που σκοπεύει να κλέψει μια κολώνα από τους Στύλους του Ολυμπίου Διός και την πουλήσει σε ξένους, αμερικανούς συγκεκριμένα, αρχαιολόγους.

Με σενάριο του Ιάκωβου Καμπανέλλη (1921-2011), ο Κούνδουρος επιχειρεί μια ακτινογραφία της Ελλάδος στα πρώτα μετεμφυλιακά χρόνια. Το τραύμα είναι βαρύ ενώ χιλιάδες κομμουνιστές βρίσκονται στις φυλακές και τις εξορίες. Οι απλοί καθημερινοί άνθρωποι αγωνίζονται να εξασφαλίσουν τα προς το ζην, αλλά υπάρχουν κι εκείνοι οι οποίοι αναζητούν τρόπους εύκολου πλουτισμού. Κυριαρχεί η αβεβαιότητα, η ανασφάλεια και ο φόβος.

Στο πολιτικό επίπεδο η χώρα, έχοντας περάσει διά πυρός και σιδήρου, είναι πλέον εξαρτημένη από τη Δύση και συγκεκριμένα από της ΗΠΑ. Ο ίδιος ο Κούνδουρος, έχει υποστηρίξει πως η ταινία αποτελεί καταγγελία αυτής της εξάρτησης.

Η Ελλάδα, και οι Έλληνες αντιμετωπίζουν έντονο υπαρξιακό πρόβλημα, προσπαθώντας να βρουν τη θέση τους σε μια πραγματικότητα η οποία είναι υπό διαμόρφωση. Όπως κι ο ήρωας του Κούνδουρου, ο Θωμάς, ο οποίος μετεωρίζεται, αναρωτιέται ποιος είναι αλλά και ποιος ίσως θα ήθελε να είναι, ενώ την ίδια ώρα βασανίζεται από ηθικά διλήμματα.

Από αισθητική άποψη, «Ο Δράκος», φλερτάρει έντονα με το φιλμ νουάρ, με πολλά εξπρεσιονιστικά στοιχεία –τα οποία ούτως ή άλλως συναντάμε στο νουάρ– αλλά και στοιχεία νεορεαλισμού.

Τελειώνοντας να σημειώσουμε πως η ταινία αποτέλεσε εμπορική αποτυχία και πολεμήθηκε από το δεξιό αλλά και τον αριστερό Τύπο.

Στράτος Κερσανίδης strakersan@gmail.com
kersanidis.wordpress.com
Περισσότερα Άρθρα
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet