Στις 10 Μαρτίου συμπληρώνονται 96 χρόνια από την ημέρα γέννησης του Μανόλη Αναγνωστάκη. Ένας από τους κορυφαίους ποιητές της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς. Χαρακτηρίστηκε ο «ποιητής της ήττας», καθώς με τους στίχους του εξέφρασε τη διάψευση των οραμάτων της Αριστεράς. Ο φίλαθλος. Γιατί ο Μανόλης Αναγνωστάκης αγαπούσε το ποδόσφαιρο και δεν έχανε ευκαιρία να το δηλώσει...
"Πάντα υπέρ των αδυνάτων"
Ο Θέμης Λιβεριάδης συνομιλεί με τον Μανόλη και τη Νόρα Αναγνωστάκη για το περιοδικό “Ενενήντα Επτά”. Η συζήτηση φτάνει στο ποδόσφαιρο:
Θέμης Λιβεριάδης: Μια άλλη εικόνα που διατηρώ έντονη από κείνη την εποχή είναι στο γήπεδο του Άρη, στου Χαριλάου: μια κερκίδα μόνο, κι αυτή «μισή», χιονόνερο με βαρδάρη μαζί, λάσπες, κι εσύ με μαύρη ομπρέλα σκυθρωπός...
Μανόλης Αναγνωστάκης: Ναι, το ξέρεις, αγαπούσα πολύ το ποδόσφαιρο. Τότε ήταν η εποχή που πήγαινα στο γήπεδο ανελλιπώς. Κάθε Κυριακή. Οι ομάδες που συμπαθούσα ήταν οι μικρότερες, οι πιο αδύνατες...
Νόρα Αναγνωστάκη: Πάντα υπέρ των αδυνάτων.
Θ.Λ.: Εγώ είχα οδηγηθεί στο συμπέρασμα ότι ήταν Απόλλων Καλαμαριάς.
Μ.Α.: Όχι, δεν ήμουν Απόλλων Καλαμαριάς. Ήμουνα με τον Απόλλωνα Αθηνών. Την «ελαφρά ταξιαρχία», όπως την λέγαμε τότε, η οποία για πολλές χρονιές ήταν η πιο αδύνατη ομάδα. Μικρότερος ήμουνα με τις ομάδες της Θεσσαλονίκης - πάντοτε, και ιδιαίτερα με τον ΠΑΟΚ, που ήταν τότε μικρή ομάδα σε σχέση με τις ομάδες του κέντρου, του ΠΟΚ που λέγαμε. Ποτέ με αυτές, οι οποίες ήτανε πιο δυνατές.
Θ.Λ.: Με ποιους πήγαινες συνήθως στο γήπεδο;
Μ.Α.: Με διάφορους, με τον Κλείτο Κύρου και άλλους.
Θ.Λ.: Ο Κλείτος τι ομάδα ήταν;
Μ.Α. Ηρακλής. Τους φωνάζαμε γεροντοκόρες. Και μαλώναμε πότε-πότε. Αργότερα, όταν μεγάλωσε ο γιός μου πηγαίναμε και μαζί. Τώρα βέβαια έχουν αλλάξει πολύ τα πράγματα, όλα, και το ποδόσφαιρο. Η τεχνική, τα λεφτά, οι μάνατζερ... Σχεδόν όλη του η ομορφιά έχει καταστραφεί. Τώρα μπήκε καταλυτικά το χρήμα. Τότε παίζανε για τη φανέλα, για την ομάδα, και για μια πορτοκαλάδα.
Θαυμασμός για τον Άγιαξ
Στις 18 Νοεμβρίου του 1988 ο ποιητής δίνει συνέντευξη στη ραδιοφωνική εκπομπή «Άλλη πλευρά», που παρουσίαζαν στο Α΄ Πρόγραμμα της ΕΡΑ ο Κωστής Γκιμοσούλης και ο Γιάννης Κοντός. Εκεί αποκαλύπτει τον θαυμασμό του για τον Άγιαξ λέγοντας: «…Αν πάω παραέξω, υπάρχει μια ομάδα που χωρίζει το ποδόσφαιρο προ και μετά. Αυτή, βέβαια, είναι ο Άγιαξ. Όταν τον είδα -και την Εθνική Ολλανδίας-, είπα, αυτό είναι άλλο ποδόσφαιρο, αρχίζει άλλη εποχή. Δεν άρχισε όμως αυτή η εποχή. Τα ματς που βλέπουμε σήμερα είναι πριν από τον Άγιαξ. Η ιστορία του δεν έχει επαναληφθεί, δεν έχει συνέχεια. Ήταν και εκεί μια σύμπτωση παικτών. Όπως στις κοινωνικές επαναστάσεις. Μαζεύονται μυαλά. Δεν μπορώ να δώσω εξήγηση, γιατί βλέπω πως δεν υπάρχει προϊστορία στο ολλανδικό ποδόσφαιρο, αλλά και ό,τι ακολούθησε είναι ένα ωχρό κακέκτυπο αυτής της μεγάλης ομάδας. Μετά έμειναν φύλλα και φτερά. Πουλήθηκαν, πήγαν σε άλλες ομάδες, αλλά δεν απέδωσαν. Τους έλειπε αυτό το σύνολο που ήταν ο Άγιαξ. Νομίζω πως θα ήταν μεγάλη προσφορά η τηλεόραση να δείξει παλιά ματς του Άγιαξ. Έτσι μονάχα μπορεί να διαπαιδαγωγηθεί ο νέος φίλαθλος για το τι είναι το ποδόσφαιρο».
Για τον Άγιαξ ο Μανόλης Αναγνωστάκης αφιέρωσε κι ένα κείμενο του που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Αυγή», στις 28 Οκτωβρίου 1984, με τίτλο: «Άγιαξ, για πάντα Άγιαξ»! Το κείμενο δημοσιεύθηκε με το ψευδώνυμο «Αλ. Καμής», παραπέμποντας στον γάλλο συγγραφέα Αλμπέρ Καμί. Έγραψε τότε ο ποιητής μεταξύ άλλων: “Συγκινούμαστε, ενθουσιαζόμαστε πάλι, παρασυρόμαστε πού και πού, θαυμάζουμε τους καινούριους γκολτζήδες. Αλλά η υπέροχη γοητεία πια δεν υπάρχει. Την πήραν μαζί τους κι έφυγε, όπως φεύγουν όλα τα μοναδικά και ανεπανάληπτα, οι εκθαμβωτικοί Ολλανδοί. Τώρα βασιλεύει η δυναστεία των συστημάτων, τα γκολ που μετρούν εντός και εκτός, οι υπολογισμοί και τα τεφτέρια. Θα μας ξαναθυμίσει άραγε κάποιος καμιά πάλι φορά πως το ποδόσφαιρο δεν είναι πια απλώς τεχνική, δεν είναι πια απλώς δύναμη, δεν είναι άθροισμα από εξωνημένες βεντέτες;
Θα μας θυμίσει πάλι κανείς την έμπνευση, τη γοητεία του απρόοπτου, τον αυθορμητισμό που γίνεται σοφία και τη σοφία που φαντάζει σαν αυθορμητισμός, το ότι το ποδόσφαιρο μπορεί να είναι το πιο μοντέρνο χορογραφικό έργο Τέχνης, όπως μας απέδειξαν και μας το δίδαξαν οι νέοι Νιζίνσκι της δεκαετίας του 70; Βίβα για πάντα, Άγιαξ”.
Πηγές: Περιοδικό «Ενενήντα Επτα», Εφ. Καθημερινή «Επτά Ημέρες»