Πώς γίνεται χώρες, που ενώ συσσωρεύουν μεγάλα χρέη να γίνονται πλουσιότερες, ενώ άλλες να οδηγούνται σε χρεοκοπία; Σύμφωνα με το αμερικανικό Institute of International Finance, το 2020 το παγκόσμιο χρέος έφτασε στο επίπεδο ρεκόρ των 277 τρισ. δολαρίων ή 365% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Ο κορονοϊός επέτεινε οπωσδήποτε τα προβλήματα της παγκόσμιας οικονομίας και μόνο για το προηγούμενο έτος το παγκόσμιο χρέος αυξήθηκε κατά 15 τρισ. δολάρια. Οδηγήθηκαν σε χρεοκοπία χώρες, όπως η Αργεντινή που δεν μπόρεσε τον προηγούμενο Μάιο να καλύψει υποχρεώσεις που απορρέουν από την εξυπηρέτηση του εξωτερικού χρέους, ύψους 500 εκατ. δολαρίων. Ήταν η δέκατη χρεοκοπία στην ιστορία της. Ο Λίβανος, επίσης, τον περασμένο Μάρτιο, οδηγήθηκε σε χρεοκοπία, όταν δεν μπόρεσε να αποπληρώσει ευρωομόλογα ύψους 1,2 δισ. δολαρίων. Σε κατάσταση χρεοκοπίας περιήλθαν οι οικονομίες του Σουρινάμ, του Εκουαδόρ και της Μπελίζ από τη Λατινική Αμερική και της Ζάμπια από την Αφρική.
Στα όρια της χρεοκοπίας έφτασαν, επίσης, οι οικονομίες της Τουρκίας και της ανεπτυγμένης Ιταλίας, την οποία απέφυγαν την τελευταία στιγμή.
Ο υψηλός δανεισμός έχει θετικές επιπτώσεις, όταν οι ρυθμοί ανάπτυξης είναι μεγαλύτεροι από τους ρυθμούς αύξησης του δημοσίου χρέους. Οι διεθνείς χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί, όπως το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα, αν και κατά καιρούς αναφέρονται στον ανασταλτικό ρόλο των ανισοτήτων, στην πράξη με τα προγράμματα που προτείνουν υποβαθμίζουν τη ζωή των κατοίκων χωρών με χαμηλή ανάπτυξη και υψηλό δανεισμό, δεν ενισχύουν τα συγκριτικά τους πλεονεκτήματα και συνήθως οδηγούν σε νέο δανεισμό, με πιο επαχθείς όρους.
Σύμφωνα με οικονομικούς αναλυτές, μια αύξηση του πληθωρισμού στη ζώνη του ευρώ και του δολαρίου για 10-15 χρόνια θα μπορούσε να οδηγήσει στη μείωση του δημόσιου χρέους. Μια αύξηση 10% του πληθωρισμού για 10 χρόνια θα οδηγούσε στην «απάλειψη» του 60% του χρέους και σε 15 χρόνια το χρέος θα μειωνόταν κατά τέσσερις φορές.
Το αμερικάνικο χρέος
Τα αμερικανικά χρεόγραφα έχουν μεγάλη ζήτηση στις διάφορες χώρες, όσο υπάρχει εμπιστοσύνη στο δολάριο. Οι ΗΠΑ χρηματοδοτούν τις ανάγκες τους μέσω της αύξησης του χρέους. Προσελκύουν κεφάλαια, που υπό ορισμένες προϋποθέσεις θα χρηματοδοτούσαν άλλες χώρες, οι οικονομίες των οποίων σε αρκετές περιπτώσεις, είναι με χαμηλή ανάπτυξη. Η εξέλιξη αυτή επιτείνει τις ανισότητες μεταξύ πλουσίων και φτωχών χωρών.
Προς το παρόν, ελέγχεται, ως ένα βαθμό, το χρέος. Τα επιτόκια δεν αυξάνονται, γιατί οι τράπεζες φοβούνται ενδεχόμενο ντόμινο από την αύξησή τους. Η κατάσταση εξελίσσεται με βάση το ιαπωνικό σενάριο της «χαμένης δεκαετίας». Τι θα γίνει όμως μετά;
Οι ΗΠΑ έχουν κατά νου ότι το χρέος δεν πρόκειται να επιστραφεί, γι’ αυτό δανείζονται με υπερβολικούς ρυθμούς. Εκτός από την Ιαπωνία, το ίδιο κάνει τα τελευταία χρόνια και η Κίνα. Προβάλλουν το ΑΕΠ τους, κάποιες φορές δείχνοντάς το μεγαλύτερο, για να δανείζονται με ευνοϊκότερους όρους.
Τα μέτρα, που έλαβαν οι ΗΠΑ για τον κορονοϊό, οδήγησαν σε αύξηση του ελλείμματος του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού, όπου στις αρχές του 2021 έφτασε τα 3,5 τρισ. δολάρια ή 16,2 του ΑΕΠ. Το προηγούμενο έτος ο πληθωρισμός ήταν στις ΗΠΑ 1,4%. Τώρα όμως, λόγω της πιστωτικής χαλάρωσης για την αντιμετώπιση της πανδημίας, έχει φτάσει στο 3,3%.
Κρατικά ομόλογα
Όλες αυτές οι εξελίξεις αποδυναμώνουν την εμπιστοσύνη για τα κρατικά ομόλογα των ΗΠΑ .Οι προσδοκίες για αύξηση του πληθωρισμού θα διπλασιάσουν την απόδοσή τους, 1,3% σε ετήσια βάση. Η αύξηση της απόδοσης των πενταετών κρατικών ομολόγων φέρνει τις αποδόσεις τους πολύ κοντά στην ετήσια απόδοση των μερισμάτων των μετοχών των μεγάλων αμερικανικών επιχειρήσεων. Εδώ ελλοχεύει ο κίνδυνος οι επενδυτές να στραφούν στα κρατικά ομόλογα που έχουν σταθερή απόδοση, και να αποσύρουν τα κεφάλαιά τους από τις μετοχές που εμφανίζουν μεγάλο ρίσκο. Η αύξηση της απόδοσης των αμερικανικών κρατικών χρεογράφων μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση του κόστους δανεισμού στην οικονομία και περιορισμό της οικονομικής ανάπτυξης. Προς το παρόν, δεν υπάρχει μεγάλο πρόβλημα. Το Ομοσπονδιακό Νομισματικό Σύστημα τυπώνει δολάρια και με αυτά αγοράζει αμερικανικά χρεόγραφα, δηλαδή οι ΗΠΑ αυτοχρηματοδοτούνται.
Μπορεί, όμως, να δημιουργηθούν προβλήματα στα επόμενα πέντε χρόνια. Επιβάλλοντας κυρώσεις εναντίον χωρών, όπως η Κίνα και η Ρωσία, είναι σαν οι ΗΠΑ να πυροβολούν τα πόδια τους, γιατί μειώνεται η αξία του δολαρίου, ως αποθεματικού νομίσματος, στις διεθνείς συναλλαγές. Ακόμη δεν έχει εμφανιστεί στον ορίζοντα στιβαρή εναλλακτική λύση. Όμως τα τελευταία χρόνια παρατηρούνται τεκτονικές δονήσεις στη διεθνή οικονομία. Η Κίνα προβάλλει ως κύρια οικονομική δύναμη και οι επενδύσεις προς το γουάν παίρνουν τη μορφή πλημμυρίδας. Οι εξελίξεις αυτές θα επηρεάσουν αρνητικά το αμερικανικό νόμισμα και το χρέος.