Η λέξη «αξιολόγηση» στο δημόσιο εκπαιδευτικό μας σύστημα, σηκώνει από μόνη της εδώ και χρόνια ένα βαρύ φορτίο. Ουδέποτε υπήρξε διάδρομος επικοινωνίας μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων φορέων, προκειμένου να βρεθεί κοινή γραμμή σύμπλευσης για το ξεκίνημα και την ολοκλήρωση της όποιας διαδικασίας.
Όμως, η σημερινή ηγεσία του υπουργείου Παιδείας, που προσπαθεί να επιβάλει εν μέσω πανδημίας τον Συλλογικό προγραμματισμό, καθώς και την εσωτερική και εξωτερική αξιολόγηση των σχολικών μονάδων, υπερπηδά και καταρρίπτει κάθε λογική.
Χωρίς τον προαπαιτούμενο διάλογο, με συνθήκες ανοίγματος και κλεισίματος των σχολείων από την έναρξη της σχολικής χρονιάς μέχρι και σήμερα, με πλήθος αντιξοοτήτων στη λειτουργία των σχολείων, χωρίς τον αρχικό σχεδιασμό και προγραμματισμό, χωρίς την προβλεπόμενη στοχοθεσία, χωρίς τα χαρακτηριστικά και τις παραμέτρους που η κάθε σχολική μονάδα προσδιορίζει από την έναρξη του σχολικού έτους με ορίζοντα στη λήξη του να προβεί στον αναστοχασμό, την υλοποίηση και την αποτίμηση, διαπιστώνουμε δυστυχώς την εμμονή της ηγεσίας του υπουργείου Παιδείας για την απόλυτη εφαρμογή του νόμου που θεσπίστηκε.
Η απάντηση των εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης ήταν σαφής και ξεκάθαρη. Με συντριπτικό ποσοστό συμμετοχής στην απεργία – αποχή που προκήρυξαν η ΟΛΜΕ και η ΔΟΕ αποδόμησαν και ακύρωσαν στην πράξη τους εμμονικούς σχεδιασμούς του υπουργείου Παιδείας. Είναι οι ίδιοι εκπαιδευτικοί που σήκωσαν και σηκώνουν όλο το βάρος της τηλεκπαίδευσης στους ώμους τους, με δικούς τους τεχνικούς πόρους, με το να μαθαίνει ο ένας από τον άλλον, αβοήθητοι αλλά με υψηλό αίσθημα ευθύνης απέναντι στους μαθητές τους.
Σε ένα πεδίο λοιπόν όπου χρειάζεται προετοιμασία και ομαλές συνθήκες υλοποίησης, δεν μπορεί να επιβάλλονται εντολές με την έννοια της υποχρεωτικότητας και της αναφοράς περί υπηρεσιακής υποχρέωσης σε ένα κλάδο που στέκεται με σεβασμό και αξιοπρέπεια όρθιος απέναντι σ’ αυτές τις συνθήκες.
Επί της ουσίας, αν θέλουμε να ξεκινήσουμε από κάπου για να βρούμε την κοινή σύμπλευση που αναζητείται χρόνια τώρα, ας κάνει την αρχή το ίδιο το υπουργείο να καταγράψει τις στρεβλώσεις που θεωρεί ότι πρέπει να διορθωθούν, να επικαιροποιήσει τα προγράμματα σπουδών στα σύγχρονα δεδομένα, τις αναντιστοιχίες μεταξύ της ύλης και των ωρών διδασκαλίας, τις αναθέσεις, την κάλυψη των εκπαιδευτικών αναγκών με μόνιμους διορισμούς όπου ακόμα και το πιο απομακρυσμένο σχολείο θα στελεχώνεται από μόνιμο εκπαιδευτικό προσωπικό προκειμένου να επιτύχει μακρόπνοο σχεδιασμό. Να φροντίσει για την κατανομή των πόρων, τη χρηματοδότηση για τον εκσυγχρονισμό των υποδομών, να προωθήσει την καινοτομία. Να μεριμνήσει για την πρόληψη του φαινομένου της διακοπής φοίτησης, για την ομαλή ένταξη των προσφυγόπαιδων και για όλα όσα του αναλογούν ως Υπουργείο. Γιατί η αξιολόγηση είναι μια αμφίδρομη διαδικασία και ο καθένας από τους εμπλεκόμενους δεν μπορεί να είναι μόνο αξιολογητής ή μόνο αξιολογούμενος.
Εν κατακλείδι, η αυτοαξιολόγηση – αξιολόγηση της σχολικής μονάδας, ο προγραμματισμός και η αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου αποτελούν ένα διαχρονικό και πολύπλοκο ζήτημα στην ελληνική εκπαιδευτική πραγματικότητα, τόσο στο πεδίο της νομοθετικής επεξεργασίας όσο και στη μετέπειτα εφαρμογή της.
Σε διεθνές επίπεδο, έχουν αναπτυχθεί διάφοροι τύποι και συστήματα αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες εκπαιδευτικές, οικονομικές και κοινωνικο-πολιτισμικές συνθήκες της κάθε χώρας. Στον πρόσφατο νόμο (ΦΕΚ 140/20-1-2021) του υπουργείου Παιδείας δεν βλέπουμε να αντιστοιχείται τίποτα από αυτά. Σε όλα όμως τα συστήματα αξιολόγησης ο κεντρικός θεωρητικός άξονας είναι η βελτίωση της ποιότητας στην εκπαίδευση. Προφανώς, αυτή η ποιότητα εμπεριέχει ιδεολογική και πολιτική φόρτιση και οι όποιες πτυχές του εκπαιδευτικού έργου κρίνονται ανάλογα με την οπτική γωνία των εμπλεκόμενων στη διαδικασία. Ως εκ τούτου και κατόπιν της συντριπτικής αντίδρασης των εκπαιδευτικών απέναντι στη διαδικασία που προβλέπει ο παραπάνω νόμος, είναι επιτακτική πλέον η διενέργεια ειλικρινούς διαλόγου από όλες τις πλευρές για να επιτευχθεί ο βασικός στόχος της εκπαιδευτικής διαδικασίας που είναι η βελτίωση της ποιότητας στην εκπαίδευση.