Φωτογραφίες από την Κομμούνα του Γουότκινς.
Στις 18 Μαρτίου συμπληρώνονται 150 χρόνια από τη μέρα που οι γάλλοι κομουνάροι εγκαθίδρυσαν την πρώτη στην ιστορία κομουνιστική κυβέρνηση, στο πολιορκημένο, από τον πρωσικό στρατό του Μπίσμαρκ, Παρίσι. Το πρωτότυπο αυτό πείραμα, για μια αυτοδιαχειριζόμενη διακυβέρνηση, διήρκησε μόλις 70 μέρες, μέχρι τις 28 Μαΐου 1871, όταν οι Πρώσοι κατάφεραν να μπουν τελικά στη γαλλική πρωτεύουσα. Παρά τη μικρή του χρονική διάρκεια, όμως, υπήρξε ένα εγχείρημα τεράστιας ιστορικής σημασίας, το οποίο έχει επηρεάσει την επαναστατική θεωρία και πράξη μέχρι σήμερα.
Στα τέλη του προηγούμενου αιώνα, ο άγγλος σκηνοθέτης Πίτερ Γουότκινς, αποφάσισε να γυρίσει μια ταινία με θέμα εκείνες τις ένδοξες μέρες που έζησε ο λαός του Παρισιού. Κι έτσι το 2000 ήταν έτοιμη η ταινία του «Η κομμούνα» (Le commune) που όμως, δεν είναι μια απλή ταινία. Στην πραγματικότητα πρόκειται για μια εμπειρία την οποία βιώνει ο θεατής παρακολουθώντας αυτό το μοναδικό αριστούργημα το οποίο διαρκεί 345 λεπτά, δηλαδή περίπου 6 ώρες!
Βέβαια η εμπειρία δεν έχει να κάνει μόνο με τον χρόνο αλλά και με το πώς ο Γουότκινς διαχειρίζεται το θέμα του κάνοντας μια ταινία η οποία είναι ντοκιμαντέρ χωρίς όμως να είναι ντοκιμαντέρ! Πρώτα απ’ όλα δεν χρησιμοποιεί αρχειακό υλικό αλλά ανασυνθέτει τα γεγονότα βασισμένος σε ένα στιβαρό σενάριο, κάνοντας επί της ουσίας μια ταινία μυθοπλασίας. Στην οποία, όμως, ενσωματώνεται και το τηλεοπτικό ρεπορτάζ ως οργανικό μέρος της μυθοπλασίας. Δηλαδή είναι ένα ρεπορτάζ «φτιαχτό» για τις ανάγκες της ταινίας. Με λίγα λόγια η Κομμούνα συμπυκνώνει μέσα στη μυθοπλασία της μια σειρά από αφηγηματικά μέσα, τα οποία αποδομεί ώστε να τα επανασυνθέσει ο σκηνοθέτης, με το δικό του τρόπο. Όλες οι συμβάσεις του ντοκιμαντέρ, της μυθοπλασίας, του ρεπορτάζ αλλά και της θεατρικής φόρμας ανατρέπονται αλλά παραμένουν παρούσες.
Η ταινία ξεκινά από τα γεγονότα. Δηλαδή από τη στιγμή που ο Γάλλοι ηττώνται από τους Πρώσους και η γαλλική κυβέρνηση καταφεύγει στις Βερσαλίες. Στο Παρίσι όμως ο λαός δεν μένει άπραγος. Παίρνει την εξουσία στα χέρια του, διενεργεί εκλογές, νομοθετεί και εγκαθιδρύει τη δική του εξουσία. Για δυο μήνες περίπου, μέχρις ότου ο Μπίσμαρκ, μαζί με τους γάλλους κυβερνητικούς, θα επιτεθούν. Οι μάχες κράτησαν μια εβδομάδα, μια Ματωμένη Εβδομάδα, όπως γράφτηκε στην Ιστορία. Χιλιάδες νεκροί στους δρόμους, άνδρες και γυναικόπαιδα. Κι ύστερα εκτελέσεις, εξορίες και φυλακίσεις. Όπως συνήθως γίνεται η αποκατάσταση της έννομης τάξης!
Ο Πίτερ Γουότκινς χρησιμοποιεί μια γιγαντιαία αποθήκη, στα εργατικά προάστια του Παρισιού, για να αναπαραστήσει τα γεγονότα της κομούνας. Μια αποθήκη που ήταν τα στούντιο του πρωτοπόρου γάλλου σκηνοθέτη και παραγωγού Ζορζ Μελιές (1861-1938). Τα γυρίσματα κράτησαν μόλις 13 ημέρες! Χρησιμοποίησε, δε, 220 ερασιτέχνες ηθοποιούς, ανάμεσα στους οποίους και αρκετούς μετανάστες χωρίς χαρτιά.
Ταινία-ποταμός
Το τολμηρό αριστούργημα του Πίτερ Γουότκινς, επαναστατικό σε φόρμα και περιεχόμενο, κινείται ανάμεσα στο παρόν και στο παρελθόν και μας υποχρεώνει να αντιπαρατεθούμε με τις όποιες, εκ του ασφαλούς, αντικειμενικές αναγνώσεις της Ιστορίας και να αντιμετωπίσουμε τις αναπόφευκτες αντανακλάσεις της στο σήμερα. Κινηματογραφικά, δε, συμβαίνει το αναπάντεχο. Η ταινία παρά την τερατώδη διάρκειά της βλέπεται με μεγάλη ευχαρίστηση, με αμείωτο ενδιαφέρον. Ο σκηνοθετικός ρυθμός είναι ρυθμισμένος σαν ελβετικό ρολόι, οι εναλλαγές είναι συνεχείς, οι πληροφορίες ασταμάτητες, η δε ασπρόμαυρη φωτογραφία μοναδικής εικαστικής πλαστικότητας.
Είχα δει την ταινία το 2011 στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος, με μιαν ανάσα! Δεν είχα καταλάβει καν πως πέρασε η ώρα. Βγήκα συνεπαρμένος και συγκλονισμένος από την ταινία-ποταμό, από το ασύγκριτο, τολμηρό, επαναστατικό εγχείρημα του Πίτερ Γουότκινς.
Για μια εξαιρετικά ζοφερή περίοδο της ανθρώπινης Ιστορίας, μιλούσε ο σκηνοθέτης, αναφερόμενος στο 2000, όταν πρωτοκυκλοφόρησε η ταινία. Από τότε πέρασαν 21 χρόνια και η κατάσταση όχι μόνον δεν έχει βελτιωθεί αλλά έχει γίνει ακόμη χειρότερη. Εδώ και ένα χρόνο δε, με την πανδημία, η εξουσία έχει γίνει ανεξέλεγκτη και βασικά δικαιώματα που είχαν κατακτηθεί, τίθενται υπό αμφισβήτηση. Ας θυμηθούμε, λοιπόν, τα λόγια του Πίτερ Γουότκινς: «Διανύουμε μια εξαιρετικά ζοφερή περίοδο της ανθρώπινης Ιστορίας. Ο συνδυασμός του μεταμοντέρνου κυνισμού (που αποκλείει κάθε ουμανιστική και κριτική σκέψη από το εκπαιδευτικό σύστημα), της καθαρής απληστίας που εκτρέφει η καταναλωτική κοινωνία και της ανθρωπιστικής, οικονομικής και περιβαλλοντικής καταστροφής με τη μορφή της παγκοσμιοποίησης, αύξησαν δραματικά τις συμφορές και την εκμετάλλευση των ανθρώπων που ανήκουν στον αποκαλούμενο "Τρίτο Κόσμο". Επίσης, ο αποβλακωτικός κομφορμισμός και η προτυποποίηση που προκαλεί η κυριαρχία του οπτικοακουστικού στον πλανήτη, συνεργούν στη δημιουργία ενός κόσμου όπου η ηθική, οι αρχές, η συλλογικότητα και η αφοσίωση (εκτός αυτής προς τον οπορτουνισμό) θεωρούνται "παλιομοδίτικα". Η κατάχρηση και η οικονομική εκμετάλλευση αποτελούν πλέον τον κανόνα (ο οποίος διδάσκεται ακόμα και στα παιδιά). Σ’ έναν κόσμο σαν κι αυτόν, τα γεγονότα του 1871 στο Παρίσι, αντιπροσωπεύουν ακόμα την ιδέα της αφοσίωσης σε έναν αγώνα για έναν καλύτερο κόσμο, την ανάγκη για μια κάποια μορφή συλλογικής Ουτοπίας – κάτι που εμείς χρειαζόμαστε απελπισμένα όπως ο ημιθανής χρειάζεται αίμα. Έτσι γεννήθηκε η σκέψη για ένα φιλμ που θα έδειχνε αυτή την αφοσίωση».
![](https://www.epohi.gr/uploads/userfiles/images/29_kers_mesa(1).jpg)
Ακόμη δύο ταινίες για την Κομούνα
Το 1929, δώδεκα χρόνια μετά τη νίκη της Οκτωβριανής Επανάστασης και 58 χρόνια μετά τα γεγονότα της Κομούνας, γυρίστηκε στη Σοβιετική Ένωση η ταινία «Η Νέα Βαβυλώνα» (Novyy Vavilon), σε σκηνοθεσία των Γκριγκόρι Κόζιντσεφ και Λεονίντ Τράουμπεργκ.
Ταινία ιστορική, η οποία όμως, στο πνεύμα της Ρώσικης Πρωτοπορίας, αποφεύγει την αναπαράσταση των γεγονότων της Κομούνας, για να δώσει κυρίως το κλίμα που επικρατούσε και την αίσθηση των γεγονότων.
Χρησιμοποιώντας τη μέθοδο θέση-αντίθεση σύνθεση, την οποία γνωρίζουμε κυρίως από το σινεμά του Αϊζενστάιν, και δεν είναι παρά η μεταφορά της διαλεκτικής στο σινεμά, οι Κόζιντσεφ και Τράουνμπεργκ, αντιπαραβάλλουν τον παρακμιακό τρόπο της ζωής των αστών με τον αγώνα των κομουνάρων.
Η ταινία ήταν προϊόν της φημισμένης πρωτοποριακής, πειραματικής, ερευνητικής ομάδας του σοβιετικού κινηματογράφου, «Φάμπρικα του Εκκεντρικού Ηθοποιού» η οποία είχε ως σύνθημά της, το Επανάσταση Στην Τέχνη. Οι Κόζιντσεφ και Τράουνμπεργκ, συμμετείχαν στη συγγραφή του Εκκεντρικού Μανιφέστου, που ήταν το «ευαγγέλιο» της Φάμπρικας.
Οι δύο φίλοι και συνεργάτες αναζήτησαν νέα εκφραστικά μέσα και πειραματίστηκαν πάνω στην κινηματογραφική φόρμα, από την εποχή του βωβού κινηματογράφου μέχρι το 1946, όταν τα πράγματα είχαν αλλάξει πολύ στη Σοβιετική Ένωση.
Τον Απρίλιο του 1966, κινηματογραφήθηκε το θεατρικό έργο του Μπέρτολτ Μπρεχτ, «Οι μέρες της Κομμούνας» (Die Tage der Commune), στο ιστορικό Μπερλίνερ Ανσάμπλ στο Ανατολικό, την εποχή εκείνη, Βερολίνο. Δηλαδή δεν πρόκειται ακριβώς για ταινία αλλά για κινηματογραφημένη παράσταση η οποία έγινε από την ανατολικογερμανική τηλεόραση με σκοπό να προβληθεί στους κινηματογράφους.
Το έργο παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1956 αλλά ο Μπρεχτ το είχε γράψει το 1949, όταν από τις ΗΠΑ πήγε στη Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας. Περιγράφεται η ζωή των ανθρώπων σε μια εργατική συνοικία, όπως αυτή εκτυλίσσεται τις μέρες της Κομούνας και καθώς βιώνουν μια νέα κατάσταση, σε μια πρωτόγνωρη δημοκρατική κοινωνία. Κι όταν έρχεται η ώρα να την υπερασπιστούν θυσιάζουν τις ζωές τους.
Ο Μπρεχτ, βέβαια, δεν περιγράφει απλά, δεν αφηγείται αλλά θέτει και ερωτήματα για το πώς μπορεί ο λαός να αντισταθεί και να ανατρέψει τις υφιστάμενες αστικές κοινωνικές δομές. Ενδιαφέρεται να αντιληφτούν οι θεατές ποιες είναι οι πολιτικές και οι οικονομικές δυνάμεις που επηρεάζουν και διαμορφώνουν τις ανθρώπινες ζωές. Έτσι παρουσιάζει μια σειρά από πρόσωπα της εξουσίας, όπως τον διοικητή της Τράπεζας της Γαλλίας, τους πολιτικούς αρχηγούς της Γαλλίας και της Γερμανίας οι οποίοι εκφράζουν την ηγεσία του παγκόσμιου καπιταλισμού, η οποία εργάζεται νυχθημερόν υπονομεύοντας την εξέγερση και τους ίδιους τους εξεγερμένους κατοίκους του Παρισιού.
Ένα λαϊκό έργο επικών διαστάσεων στο οποίο πρωταγωνιστεί η μεγάλη ηθοποιός και τραγουδίστρια, Γκιζέλα Μάι με μουσική του Χανς Άισλερ.