Ενώ ο Δημήτρης Κουφοντίνας βρίσκεται στην 63η μέρα (Πέμπτη 11 Μαρτίου), η Κεντρική Επιτροπή Μεταγωγών συνεδρίασε και απέρριψε και τα δύο αιτήματα μεταγωγής του κρατούμενου απεργού πείνας από το Δομοκό στον Κορυδαλλό. Όπως σημειώνεται δε στις αποφάσεις απορρίπτονται και οι λόγοι υγείας που επικαλείται ο κρατούμενος καθώς «η βλάβη της υγείας του έχει προκληθεί από απόφαση του ίδιου αιτούντος να καταφύγει σε απεργία πείνας και δίψας. Τυχόν απόφαση μεταγωγής του δεν θα αποτελέσει το λόγο της επανόρθωσης της βλάβης του, παρά μόνο η απόφασή του να σταματήσει την απεργία». Όπως και να έχει, ανοίγει ξανά ένας (έσχατος) δικαστικός δρόμος, μετά και τις δύο απορρίψεις, για προσφυγή στο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών. Συζητάμε με τον δικηγόρο, πρώην πρόεδρο του ΔΣΑ και πρώην υπουργό Δικαιοσύνης, Αντώνη Ρουπακιώτη για το πώς έχουν αντιμετωπίσει η κυβέρνηση και το κράτος την απεργία πείνας του Δ. Κουφοντίνα.
Πώς, κατά τη γνώμη σας, έχει διαχειριστεί η αρμόδια γ.γ. Αντεγκληματικής Πολιτικής αλλά και η κυβέρνηση το αίτημα του Κουφοντίνα για μεταγωγή στον Κορυδαλλό, κατόπιν παραβίασης του νόμου που εκείνοι θέσπισαν;
Προβάλλεται από πολλές πλευρές ότι το ζήτημα του κρατούμενου απεργού πείνας Δημήτρη Κουφοντίνα είναι νομικό. Κατά τη γνώμη μου είναι εν μέρει νομικό, από την πλευρά του κρατούμενου, κυρίως όμως είναι κεντρική κυβερνητική επιλογή για εργαλειοποίηση της υπόθεσης. Έτσι έχει αναμφισβήτητα ευθύνη η Γενική Γραμματεία Αντεγκληματικής Πολιτικής για το χειρισμό της υπόθεσης αλλά είναι λάθος η πολιτική στόχευση κατ’ αυτής και όχι του πρωθυπουργικού περιβάλλοντος. Η στάση της κυβέρνησης στον απεργό πείνας βρίσκεται στην ίδια γραμμή με τη στάση της από όταν ανέλαβε την εξουσία, όπως με την ψήφιση των νόμων για περιορισμό των συναθροίσεων για τα εκπαιδευτικά ιδρύματα ή για τις βίαιες επιχειρήσεις της αστυνομίας. Έτσι επιχειρεί να διαχύσει στην ελληνική κοινωνία τη σκληρή γραμμή του δόγματος Νόμος και Τάξη. Γεγονότα παλαιότερα, το τελευταίο δε της Νέας Σμύρνης λένε πολλά. Είναι ιδεολογική επιλογή της κυβέρνησης, είναι όμως και επιλογή κομματικής ιδιοτέλειας, για να συγκρατήσει τους ακροδεξιούς στο εσωτερικό, που έχουν μάλιστα στελεχική ιδιότητα, αλλά και να αποδυναμώσει τα ακροδεξιά μορφώματα που σχηματίζονται έξω από τη ΝΔ. Επιπλέον, επιχειρεί να χρεώσει στην αξιωματική αντιπολίτευση για όσα η ίδια προκαλεί. Η κυβέρνηση δεν τα πήγε καθόλου καλά με την πανδημία, καθώς και με το πρόβλημα της οικονομίας, της ανεργίας κλπ. Από την άλλη, εκτέθηκε με την υπόθεση Λιγνάδη. Για αυτούς τους λόγους αναζητεί διεξόδους, αδιαφορώντας ότι με τις επιλογές της προκαλεί διχασμό στην κοινωνια.
Να δούμε, ωστόσο, και τα νομικά ζητήματα που ανακύπτουν;
Το σωφρονιστικό μας σύστημα είναι από τα πλέον σύγχρονα και προοδευτικά της Ευρώπης, με κύρια αναφορά στο Ν. 2776/1999. Πολλές οι προβλέψεις του για την ανάγκη λειτουργίας σωφρονιστικού συστήματος και όχι φυλακιστικού, όπως φαίνεται να το προτιμά η κυβέρνηση. Μεταξύ άλλων αναφέρονται η έκτιση ποινής, σε αγροτικές φυλακές, η χορήγηση αδειών, το σχολείο δεύτερης ευκαιρίας, τα παραρτήματα του ΚΕΘΕΑ και του ΟΚΑΝΑ, τα επισκεπτήρια, η επαγγελματική κατάρτιση, ή πολιτιστικές ακόμα εκδηλώσεις. Η φυλακή κρύβει και φανερώνει βία. Γι’ αυτό και το σωφρονιστικό σύστημα πρέπει να δίνει την ευκαιρία στον κρατούμενο να απεμπλακεί από το κύκλο της και να του προσφέρει την ελπίδα για επανένταξη του στην κοινωνία. Ο Κουφοντίνας κρίθηκε από αρμόδιο συμβούλιο, - στο οποίο προεδρεύει δικαστικός- ότι είχε τις προϋποθέσεις, γι αυτό του χορηγούνταν άδειες μετά τη λήξη των οποίων επέστρεφε στη φυλακή. Ωστόσο, η κυβέρνηση ψήφισε πρόσφατα το νόμο 4760/2020, όπου άλλαξε φωτογραφικά –σαν να λέμε διάταξη Δ.Κ.- τις προβλέψεις του νόμου 2776/9, ο οποίος προέβλεπε, ότι για να χορηγηθεί άδεια, πέραν των άλλων, δεν έπρεπε να υπάρχει εκκρεμής σε βάρος του κρατουμένου κατηγορία σε βαθμό κακουργήματος, και τον τροποποίησε, ώστε να μην υπάρχει κατηγορία σε βαθμό πλημμελήματος. Έτσι θέλησε να αποκλείσει τον Δ. Κουφοντίνα από τη χορήγηση άδειας. Επιπλέον, στον ίδιο νόμο προβλέφτηκε, ότι οι κρατούμενοι όπως ο Κουφοντίνας που καταδικάστηκαν για σειρά εγκληματικών πράξεων, δεν εκτίουν την ποινή τους σε αγροτικές φυλακές, επιστρέφουν δε στη φυλακή που κρατούνταν, προκειμένου δε για τον Κουφοντίνα στον Κορυδαλλό. Ωστόσο, έγινε η μεταγωγή του στον Δομοκό με αστείες δικαιολογίες, όπως, μεταξύ άλλων, ότι η φυλακή αυτή λειτουργεί ως δικαστική μόνο για τους υπόδικους, ενώ εκτίουν την ποινή τους πολλοί κατάδικοι, ανάμεσά τους και κάποιοι από την 17 Νοέμβρη.
Υπήρχε τρόπος να μην φτάσουμε εδώ, να μετράμε 63 μέρες απεργίας πείνας;
Βέβαια, αν υπήρχε κυβερνητική βούληση. Αρμόδια για τη μεταγωγή είναι η Κεντρική Επιτροπή Μεταγωγών. Προεδρεύει η γ.γ. Αντεγκληματικής Πολιτικής, μετέχουν ο αντιεισαγγελέας εφετών, επόπτης των φυλακών και ο πρόεδρος του Κεντρικού Επιστημονικού Συμβουλίου. Η πρώτη αίτηση για μεταγωγή, του Δημήτρη Κουφοντίνα, υποβλήθηκε στις 28 Δεκεμβρίου, χωρίς απάντηση. Η δεύτερη αίτηση του και πάλι χωρίς απάντηση, σκόπιμα επειδή προβλέπεται από το νόμο, ότι μόνο αν υπάρχουν δύο αρνητικές απαντήσεις σε σχετικές αιτήσεις του κρατουμένου έχει αυτός το δικαίωμα να προσφύγει στο τριμελές Δικαστήριο Εκτέλεσης των Ποινών, αυτό δε ισχύει και για τον Δ. Κουφοντίνα. Προσθέτω μάλιστα ότι σε περιπτώσεις επείγοντος χαρακτήρα δικαιούται η γ.γ. Αντεγκληματικής Πολιτικής εν προκειμένω, να διατάξει τη μεταγωγή του κρατούμενου και να θέσει την απόφασή της υπόψη της ΚΕΜ. Έτσι, ενώ η κυβέρνηση αρνείται την εφαρμογή του νόμου, και η λύση του προβλήματος που η ίδια δημιούργησε είναι στο χέρι της, δημιουργεί την ψευδή εντύπωση ότι το πρόβλημα είναι δήθεν νομικό.
Αναφερθήκατε στο κράτος δικαίου. Η κυβέρνηση και η αρμόδια γραμματέας αποσιωπούν επιδεικτικά τις τοποθετήσεις οργάνων, που έχουν θεσπιστεί για την υπεράσπιση του κράτους δικαίου, όπως είναι η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου ή ο Συνήγορος του Πολίτη και η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων. Που μπορεί να οδηγήσει αυτή η απαξίωση των θεσμών;
Αυτό που τονίζεται είναι ότι η ζωή είναι απόλυτη αξία που διασφαλίζεται από το Σύνταγμα και τις Διεθνείς Συμβάσεις. Γι’ αυτό, άλλωστε, καταργήθηκε και η θανατική ποινή. Πέραν αυτών υπενθυμίζω ότι προβλέπεται από τον σωφρονιστικό κώδικα το δικαίωμα του κρατούμενου στην απεργία πείνας, στην προσωπική επιλογή γιατρού, το δικαίωμα να ζητήσει μετάταξη σε σωφρονιστικό κατάστημα, αρκεί να κριθεί βέβαια από την ΚΕΜ. Παρ’ όλα αυτά ακούμε, τη σκληρή γραμμή που πολλά σημαίνει, ότι «δεν θα κάνουμε το χατίρι του Κουφοντίνα», από κυβερνητικούς βουλευτές. Στα παραπάνω θα ήθελα να προσθέσω, ότι δεν κατάλαβα τον σκοπό – ή τον κατάλαβα πολύ καλά – διενέργειας δημοσκόπησης, αν πρέπει ή όχι να γίνει δεκτό το αίτημα του Δ. Κουφοντίνα, παρ’ ότι γνωρίζουν όλοι, ότι τα ατομικά δικαιώματα έχουν καθολική αξία και δεν είναι δυνατόν να αποτελούν διακύβευμα πλειοψηφίας ή μειοψηφίας.
Έχει υπάρξει μακρά σειρά αρθρογραφίας τις τελευταίες μέρες πως όσοι δηλώνουν πως στηρίζουν τα δικαιώματα του Κουφοντίνα, σημαίνει ότι στηρίζουν τις πράξεις του Κουφοντίνα. Χαρακτηριστικά λέγεται πως ο «δικαιωματισμός» ταυτίζεται με τον «κουφοντινισμό».
Η υπόθεση Δ. Κουφοντίνα, πέραν της αυτοτέλειάς της, συνδέεται με την ανάγκη λειτουργίας του κράτους δικαίου στην πράξη και όχι κατ’ επίκληση. Η Αριστερά είχε και έχει ανοιχτό μέτωπο με την τρομοκρατία, όσοι δε υποστηρίζουν το νόμιμο αίτημα του Δ. Κουφοντίνα – αποδοκιμάζουν τις εγκληματικές πράξεις του ιδίου και άλλων που κρίθηκαν υπαίτιοι για τις ίδιες ή παρόμοιες πράξεις. Αυτή η σταθερή στάση τους δεν μειώνει την υποχρέωση τους, αλλά, αντιθέτως, την ενισχύει για υπεράσπιση των νόμιμων δικαιωμάτων του άλλου - του αντιθετου. Κατά τα άλλα, με αφορμή όσων υποστηρίζουν αυτά που ρωτάτε –παλαιοί ή και νέοι που μεταλλάχθηκαν πολιτικά– θά 'λεγα ότι δεν πρέπει να πιστεύουμε πολλούς από εκείνους που επικαλούνται συνέχεια το κράτος δικαίου και την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης. Τα επικαλούνται σκοπίμως για να αγνοήσουν ή να στρεβλώσουν το πρώτο και να διεμβολίσουν τη δεύτερη. Η σημερινή κυβέρνηση αποτελεί χαρακτηριστική περίπτωση.