Δύο μέρες μετά το διάγγελμα του πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη για ψυχραιμία, παύση της βίας και για ενότητα, ενωτικά τα ΜΑΤ ξεκίνησαν να κυνηγούν τους φοιτητές που βρίσκονταν στο ΑΠΘ, να ρίχνουν χημικά, να απειλούν τους δημοσιογράφους που κατέγραφαν την επιχείρηση, να κάνουν δεκάδες προσαγωγές και 16 συλλήψεις στο σωρό. Ταυτόχρονα, και αναίτια, είχαν κλείσει την Εγνατία Οδό και τους γύρω δρόμους από το ΑΠΘ, ενώ παρεμπόδισαν την είσοδο άλλων φοιτητών και καθηγητών στο ίδρυμα (στο φυσικό τους χώρο δηλαδή), την ίδια ώρα που πάνω από το πανεπιστήμιο πέταγαν drones, ώστε η ατμόσφαιρα φόβου και αστυνομοκρατίας να είναι ολοκληρωμένη.
Το αποτέλεσμα της επιχείρησης ήταν οι 16 συλληφθέντες να αφεθούν ελεύθεροι λίγη ώρα αργότερα, υπό την κατηγορία της διατάραξης λειτουργίας υπηρεσίας, και όντως να ενώσει την κοινωνία απέναντι στον αυταρχισμό της κυβέρνησης, με τους φοιτητικούς συλλόγους αλλά και χιλιάδες κόσμου να διαδηλώνουν ενάντια στην αστυνομική επέμβαση στο ΑΠΘ στη 1 το μεσημέρι στους δρόμους της Θεσσαλονίκης. Σε συνέχεια, όμως, της κατασταλτικής πολιτικής και η πορεία, προς το τέλος της, δέχθηκε την επίθεση με χημικά από την αστυνομία.
«Η εκκένωση της κατάληψης σήμερα το πρωί από αστυνομικές δυνάμεις (ΜΑΤ, ΟΠΚΕ, κουκουλοφόρους ασφαλίτες, ελικόπτερα) αποτελεί πάνω απ’ όλα μια απόπειρα επίδειξης ισχύος και τρομοκράτησης (…) Η βίαιη εισβολή της αστυνομίας πραγματοποιήθηκε παρά τη χθεσινοβραδινή -και δημοσιευμένη- απόφαση της συνέλευσης της κατάληψης της πρυτανείας ΑΠΘ να λυθεί οργανωμένα η κατάληψη σήμερα. Καμία λογική δεν μπορεί να αναγνωρίσει εδώ κάποια σχέση αιτίου-αιτιατού, παρά μόνον την εξής: Ο μοναδικός σκοπός της καταστολής της ευρύτερης κινητοποίησης των φοιτητών-τριών είναι η περαιτέρω κλιμάκωση μιας ήδη εξαιρετικά οξυμμένης κατάστασης από την πλευρά κράτους και πρυτανείας, κλιμάκωση που εξυπηρετεί την αυτοεπιβεβαίωση όσων επιδιώκουν την αστυνομοκρατία στα πανεπιστήμια και σε ολόκληρη την κοινωνία. Αυτό που σίγουρα δεν ήθελαν ήταν η υπέρβαση της κρίσης και η ανάπτυξη του αγώνα και με άλλες μορφές από το ίδιο το εκπαιδευτικό κίνημα (…) Κάνουμε έκκληση σε όλα τα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας να σταθούμε στο πλευρό των φοιτητών και των φοιτητριών μας και να συνεχίσουμε συντεταγμένα τον αγώνα μας εναντίον του νόμου Κεραμέως-Χρυσοχοΐδη. Η συνεχιζόμενη παρουσία του Ν. Παπαΐωάννου στη θέση του πρύτανη ΑΠΘ αποδεικνύεται πλέον επικίνδυνη για την ειρήνη και την εύρυθμη λειτουργία του πανεπιστημίου μας και αποτελεί όνειδος για την πανεπιστημιακή κοινότητα», σημειώνει σε ανακοίνωσή της Πρωτοβουλία Πανεπιστημιακών του ΑΠΘ - ΠΑΜΑΚ.
Καταδικαστικά κείμενα για την ανούσια αστυνομική παρέμβαση, που ρίχνει λάδι στη φωτιά, εξέδωσαν και οι φοιτητικοί σύλλογοι του πανεπιστημίου: «Καταγγέλλουμε την απρόκλητη και αναίτια επίθεση που δέχθηκαν οι φοιτητές επειδή απλά βρίσκονταν στον χώρο και καταδίκαζαν την παρουσία των αστυνομικών δυνάμεων στο ΑΠΘ, καλώντας τους άμεσα να αποχωρήσουν από αυτό (…) Δεν θα επιτρέψουμε η καταστολή να κυριαρχήσει στις σχολές μας, ο φόβος και ο αυταρχισμός να επιβληθεί σπέρνοντας την υποταγή στην πολιτική τους».
Αντίστοιχα, σε ανακοινώσεις καταδίκης προχώρησαν και τα κόμματα της αντιπολίτευσης. «ο κ. Μητσοτάκης, έχοντας αποτύχει στην πανδημία και την οικονομία, συνεχίζει να επενδύει στην καταστολή, τη βία και το διχασμό. Το μόνο που καταφέρνει είναι αντί για ασφάλεια να εμπεδώνει κλίμα ανασφάλειας και κοινωνικής έντασης, μήπως και ξεχαστούν οι αποτυχίες του», υπογραμμίζει ο ΣΥΡΙΖΑ. Ενώ το ΚΚΕ κάνει λόγο για «συνέχιση του αυταρχικού της κατήφορου, ένταση της καταστολής και καλλιέργεια κλίματος αστυνομοκρατίας», ζητώντας την απελευθέρωση των προσαχθέντων και το άνοιγμα των πανεπιστημίων.
Μέχρι την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, κανένα μέλος της κυβέρνησης δεν έχει απαντήσει επισήμως κάτι μπροστά στην κατακραυγή που δέχεται για την πολιτική έντασης. Το ρόλο αυτό τον ανέλαβαν, βέβαια, και πάλι τα φιλικά της ΜΜΕ, κάνοντας λόγο, για παράδειγμα, στην πρωινή εκπομπή του ΣΚΑΙ, για «επιχείρηση που έγινε με απόλυτη ησυχία και τάξη», δείχνοντας πλάνα βέβαια που προέρχονταν από τις κάμερες της ίδιας της αστυνομίας, όπως αντίστοιχα έπραξαν και άλλα μέσα του έντυπου Τύπου, χωρίς δηλαδή ίχνος διασταύρωσης και ανεξαρτησίας της πληροφορίας που δημοσιοποιούν.