Η τάση που καταγράφηκε την Κυριακή σε Στουτγκάρδη και Μάιντς μας προϊδεάζει για αυτά που θα συμβούν τους επόμενους μήνες στη Γερμανία, που αποχωρίζεται αμήχανα τη «μητερούλα» και αναζητά να πιαστεί από κάπου σε μια περίοδο οξυμένης κοινωνικής ανασφάλειας.

 

Ηταν μια καταστροφική βραδιά για τη γερμανική Χριστιανοδημοκρατία, η αιτία της οποίας δεν θα πρέπει να αναζητηθεί μόνο στο σκάνδαλο με τις μάσκες. Φυσικά οι αποκαλύψεις για τον ρόλο που έπαιξαν συντηρητικοί βουλευτές ως «μεσάζοντες» σε συμφωνίες, τόσο της κεντρικής όσο και τοπικών κυβερνήσεων, με εταιρείες που παράγουν μάσκες έπαιξαν το ρόλο τους. Ομως το πρόβλημα της Χριστιανοδημοκρατίας είναι βαθύτερο και δεν περιορίζεται μόνο στο γεγονός ότι εισέρχεται στην «μετά-Μέρκελ» εποχή, χωρίς να έχει ξεκαθαρίσει το θέμα της ηγεσίας της. Οπως δεν μπορεί να εγκλωβιστεί σε μια στενόμυαλη λογική κάποιων συστημικών αναλυτών ότι «για όλα φταίει η πανδημία».

Τα ιστορικά χειρότερα αποτελέσματα της CDU σε Βάδη-Βυρτεμβέργη (Β-Β) και Ρηνανία-Παλατινάτο (Ρ-Π) έχουν φυσικά να κάνουν και με τις τοπικές ιδιαιτερότητες και με τις ανασφάλειες μιας αλλόκοτης περιόδου που κρατάει πάνω από ένα χρόνο. Ομως στο βάθος αυτό που κραυγάζει είναι το κενό πολιτικής μιας παράταξης, που ως τώρα κάλυπτε τα κενά της πίσω από το πρόσωπο της «μητερούλας». Η οποία πίστεψε ότι μπορεί να εξασφαλίσει την εκλογική νίκη στο διάδοχό της με την απλή υπόσχεση, ότι θα έχει εμβολιάσει όλους τους συμπατριώτες της (που θέλουν) μέχρι τις 21 Σεπτεμβρίου.

Ο μέσος Γερμανός φαίνεται να μην βλέπει το θέμα μόνο τόσο τεχνικά, τόσο μονόπλευρα. Εδώ και μήνες είδε να κλονίζονται πολλές από τις θεωρίες για μια κοινωνία των απεριόριστων ελευθεριών. Το αφήγημα του ατομικισμού δοκιμάζεται από την πανδημία, ο φόβος για το αύριο έχει κλονίσει συθέμελα πολλές από τις κυρίαρχες απόψεις, η μεσαία τάξη απειλείται, οι εργαζόμενοι συμπιέζονται. Η Χριστιανοδημοκρατία δεν έχει να προσφέρει φρέσκες απαντήσεις στο πιο νεανικό και «κινητικό» κομμάτι των ψηφοφόρων.

Το ίδιο ισχύει για τη Σοσιαλδημοκρατία. Η νίκη της πρωθυπουργού της Ρ-Π Μαλού Ντράιερ ήταν προσωπική της υπόθεση, αλλά και απότοκο μιας τάσης να μην πάμε σε ριψοκίνδυνα πειράματα. Το τραγικό αποτέλεσμα του SPD στη Β-Β (μόλις 10,5%) δείχνει τι θα πρέπει να περιμένει το κόμμα από τις εθνικές εκλογές του Σεπτέμβρη. Η τάση είναι ξεκάθαρα πτωτική.

Η άνοδος των Πρασίνων τόσο στην Β-Β όσο και στη Ρ-Π δεν έχει να κάνει με κάποια στροφή του εκλογικού σώματος προς τα Αριστερά. Οι Πράσινοι ουσιαστικά έχουν μετατραπεί σε ένα κεντρώο και εν μέρει συντηρητικό κόμμα. Η λογική να «συντηρήσουμε» τον πλανήτη έχει αγγίξει μεγάλο μέρος της γερμανικής κοινωνίας, χωρίς όμως να τολμά να θίξει οικονομικές και κοινωνικές ιεραρχίες. Η προσοχή με την οποία αντιμετωπίζουν οι Πράσινοι ακραία οικολογικά κινήματα μιλά από μόνη της. Και ο για τρίτη φορά εκλεγείς πρωθυπουργός Βίνφριντ Κρέτσμαν θυμίζει περισσότερο Χριστιανοδημοκράτη παλαιάς κοπής, παρά ριζοσπάστη πολιτικό. Και εδώ η νίκη του οφείλεται στην λογική της συνέχειας στην επιλογή του εκλογικού σώματος «να πάμε με αυτούς που γνωρίζουμε καλύτερα».

Σε κάθε περίπτωση όλα δείχνουν ότι ο κλασικός γερμανικός δικομματισμός θα δώσει το Σεπτέμβριο ακόμα μια μάχη οπισθοχώρησης. Αυτό ευνοεί σε μεγάλο βαθμό τα μικρότερα κόμματα, αλλά δυστυχώς επιδεικνύει και την αδυναμία της Αριστεράς να το εκμεταλλευτεί. Η die Linke έμεινε πάλι εκτός Βουλής με ποσοστά γύρω στο 3% και η είσοδός της στην Ομοσπονδιακή Βουλή θα κριθεί πάλι στην πρώην Ανατολική Γερμανία. Αντίθετα η ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) διατηρήθηκε σε ποσοστά λίγο πάνω και κάτω από το 10%, παρά τις μικρές απώλειές της. Ευνοημένοι από την γενικότερη ανασφάλεια και συντηρητικοποίηση της κοινωνίας βγαίνουν και οι Φιλελεύθεροι (FDP) με ιστορικά υψηλά ποσοστά. Πρέπει πάντως να τους αναγνωρίσει κανείς ότι σε θέματα ατομικών ελευθεριών και δημοκρατικών δικαιωμάτων πήραν συχνά «προοδευτικές» θέσεις, που απηχούν ένα σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας.

Φυσικά θα είναι η ιστορία, που θα κρίνει τελικά τα 16 χρόνια θητείας της Ανγκέλα Μέρκελ. Η πρόβλεψη που με σχετική ασφάλεια μπορεί να κάνει κάποιος είναι ότι θα αφήσει πίσω της μια πολύ πιο ασταθή, φοβική, συντηρητική χώρα, τουλάχιστον στο επίπεδο της πολιτικής. Πολλοί θα υποστηρίξουν ξανά ότι γι’ αυτό ευθύνεται η πανδημία. Αλλά υπάρχουν παραδείγματα άλλων χωρών, όπου η υγεινομική κρίση δεν κατέληξε απαραίτητα σε ένα κενό εξουσίας. Γιατί ουσιαστικά αυτό αποκαλύπεται σήμερα στην πατρίδα της. Η επιλογή της να ανακοινώσει την αποχώρησή της περίπου τρία χρόνια νωρίτερα τελικά δεν βοήθησε την αναζωογόνηση του πολιτικού διαλόγου, αλλά μάλλον τον έριξε σε ένα βάλτο, από τον οποίο δεν υπάρχει κανείς, που να μπορεί αξιόπιστα να ισχυριστεί σήμερα ότι θα μπορέσει να τον βγάλει.

ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2025 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet