Οι πολιτικές υποθέσεις της Μιανμάρ, ή Βιρμανίας, είναι περισσότερο γνωστές σε εμάς τους Ευρωπαίους από την εποχή της βράβευσης της πολιτικού Αούνγκ Σαν Σου Κι με το βραβείο Νόμπελ για την Ειρήνη. Στη συνέχεια μάθαμε για τις σφαγές των στρατιωτικών σε βάρος της μουσουλμανικής μειονότητας Ροχίνγκια και για τη στάση της Αούνγκ Σαν Σου Κι στην κυβέρνηση, όταν δεν στάθηκε ικανή να σταματήσει την αιματοχυσία και αρνιόταν πεισματικά να την χαρακτηρίσει γενοκτονία. Η στάση της αυτή γέννησε πολλές αμφιβολίες στη διεθνή κοινότητα και για άλλη μια φορά έθεσε σε αμφισβήτηση την ικανότητα της Σουηδικής Ακαδημίας Επιστημών στην επιλογή των υποψηφίων για το βραβείο Νόμπελ.
Μετά από τις τελευταίες εκλογές που χάρισαν τη νίκη στο κόμμα της Αούνγκ Σαν Σου Κι, ένα στρατιωτικό πραξικόπημα, την 1η Φεβρουαρίου, ανέτρεψε την κυβέρνηση, με πρόσχημα τη νοθεία των εκλογών, και οδήγησε στη σύλληψη της Αούνγκ Σαν Σου Κι και άλλων μελών της κυβέρνησης. Οι στρατιωτικοί ισχυρίζονται ότι ο σκοπός τους είναι να πραγματοποιήσουν ελεύθερες και ανόθευτες εκλογές, χωρίς να πείθουν το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού, που διαδηλώνει από την ημέρα της επιβολής του πραξικοπήματος σε όλη τη χώρα, χωρίς να υπολογίζει την άγρια καταστολή.
Η Σου Κι κάλεσε αμέσως το λαό να μην υποχωρήσει και να απαντήσει με τις διαμαρτυρίες του στην καταπάτηση της ελευθερίας του.
Άμεσες οι αντιδράσεις πολλών χωρών, καθώς και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία καταδίκασε το πραξικόπημα, ζητώντας από τους στρατιωτικούς, μέσω του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, «να αφήσουν ελεύθερους όσους έχουν συλληφθεί παράνομα σε όλη τη χώρα. Τα αποτελέσματα των εκλογών πρέπει να γίνουν σεβαστά και πρέπει να επανέλθουν οι δημοκρατικές διαδικασίες».
Η Κίνα, η οποία έχει πραγματοποιήσει πολλές επενδύσεις στη Μιανμάρ, σε μια προσεκτική δήλωση ζήτησε «να προστατευθεί η πολιτική και κοινωνική σταθερότητα». Παρόμοιες δηλώσεις και από το Λάος, το Βιετνάμ και την Καμπότζη.
Οι διαδηλώσεις, οι απεργίες και οι συγκρούσεις δεν έχουν σταματήσει από την ημέρα της επιβολής της δικτατορίας, παρά την αιματηρή καταστολή από την πλευρά των στρατιωτικών, με τουλάχιστον 275 νεκρούς και 2.600 συλλήψεις.
Ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτιέρες, καταδίκασε «τη χρήση θανατηφόρας βίας», συμπληρώνοντας ότι «αυτό το είδος βίας, καθώς και ο εκφοβισμός και οι βιαιοπραγίες κατά ειρηνικών διαδηλωτών είναι πράξεις απαράδεκτες. Καθένας έχει δικαίωμα να διαμαρτυρηθεί ειρηνικά. Απευθύνω έκκληση σε όλα τα κόμματα στη Μιανμάρ να σεβαστούν τα αποτελέσματα των εκλογών και να επιστρέψουν στους δημοκρατικούς κανόνες».
Οι στρατιωτικοί δεν φαίνεται να πείθονται από τις εκκλήσεις, αλλά και οι διαδηλωτές φαίνεται να μην είναι πλέον όλοι τόσο ειρηνικοί. Πυρπολήσεις και βανδαλισμοί σε κινέζικα εργοστάσια στην πόλη Γιανγκόν εκνεύρισαν ιδιαίτερα το Πεκίνο, το οποίο ζήτησε από την τοπική διοίκηση να προστατευθούν οι περιουσίες του. Το γεγονός πως το Πεκίνο φάνηκε να δίνει μεγαλύτερη σημασία στα εργοστάσια, παρά στους νεκρούς, έθεσε για άλλη μια φορά στο στόχαστρο την Κίνα από την πλευρά του κινήματος αντίστασης στο πραξικόπημα.
Στο μεταξύ, ένα είδος αντάρτικου πόλης εμφανίζεται μετά τις πρώτες εβδομάδες ειρηνικών διαδηλώσεων, έπειτα από τις δολοφονίες διαδηλωτών με πυροβολισμούς που στοχεύουν στο κεφάλι, ενώ τα ειδησεογραφικά πρακτορεία μεταδίδουν πληροφορίες για συγκρούσεις στην περιφέρεια Καχίν μεταξύ των δυνάμεων ασφαλείας και των αυτονομιστών του Kachin Independence Army (KIA) και για επιθέσεις στην αστυνομική βάση της μεταλλευτικής περιοχής Χπακάντ. Στα εκεί μεταλλεία νεφρίτη, που τα εκμεταλλεύονται εταιρίες από την Κίνα και τη Σιγκαπούρη, αλλά και ο ίδιος ο στρατός, τον Ιούλιο του 2020 θάφτηκαν μετά από κατολίσθηση δεκάδες εποχιακοί εργάτες.
Τον τελευταίο καιρό, ένα τμήμα των βουδιστών μοναχών, που είχε παραμείνει αμέτοχο τις πρώτες εβδομάδες της διαμαρτυρίας, πήρε θέση κατά της βίαιης αντιμετώπισης των διαδηλώσεων. 47 μέλη του ανώτατου βουδιστικού κλήρου ανακοίνωσαν ότι θα σταματήσουν όλες τις θρησκευτικές δραστηριότητες, αν εξακολουθήσει η καταστολή των διαδηλωτών που διαμαρτύρονται ειρηνικά.
Όμως, ο αριθμός των νεκρών και των συλληφθέντων αυξάνεται διαρκώς. Πριν λίγες μέρες δολοφονήθηκε από το στρατό μέχρι και ένα κοριτσάκι 7 ετών, μέσα στο σπίτι του στην πόλη Μανταλέι.
Η ΕΕ αποφάσισε κυρώσεις έναντι δέκα βιρμανών στρατιωτικών και ενός πολίτη, χωρίς όμως εμπάργκο στις επιχειρήσεις των στρατιωτικών, που συμπεριλαμβάνουν και τράπεζες και ασφαλιστικές εταιρίες.
Οι κυρώσεις του παρελθόντος δεν εμπόδισαν το αιματοκύλισμα της μειονότητας Ροχίνγκια, το 2017. Περίπου 750.00 πρόσφυγες εγκατέλειψαν την Μιανμάρ και βρίσκονται στους καταυλισμούς του γειτονικού Μπανγκλαντές.
Σε έναν από αυτούς τους καταυλισμούς, στο Μπαλουκάλι, με 90.000 πρόσφυγες, ξέσπασε πρόσφατα μια φονική πυρκαγιά που προκάλεσε, σύμφωνα με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ, τουλάχιστον 15 νεκρούς, 560 τραυματίες και 400 αγνοούμενους.
Τα δεινά των προσφύγων δεν φαίνεται να έχουν τέλος, όπως και οι βιαιότητες του στρατού κατά των διαδηλωτών. Ο κίνδυνος είναι η χώρα να οδηγηθεί σε γενικευμένες ένοπλες συγκρούσεις.