Συνέντευξη με την Άντα Κάπολα
και τον Ηλία Νικολακόπουλο,
με αφορμή την έκδοση του βιβλίου
«Μπάμπης Δρακόπουλος. Ένας δημοκρατικός ηγέτης της Αριστεράς»
Ένας αγωνιστής που βίωσε σχεδόν ολόκληρη την ιστορία του κομουνιστικού κινήματος, ένας πολιτικός που όχι μόνο πίστεψε στην ανανέωσή του, αλλά εισέφερε ιδεολογικά στοιχεία που συγκρότησαν την ταυτότητα της ανανεωτικής αριστεράς, ένας άνθρωπος που αποτέλεσε το πρόσωπο του σοσιαλισμού με ανθρώπινο πρόσωπο. Ένας ανθρωπιστής και δημοκράτης κομουνιστής που μας λείπει ακόμα πολύ. Ο Μπάμπης Δρακόπουλος είναι το θέμα του αφιερωματικού τόμου που συνδημοσίευσαν τα ΑΣΚΙ, το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς και οι εκδόσεις Θεμέλιο και το θέμα της συνέντευξης αυτού του τεύχους της Εποχής των Βιβλίων. Την εκδοτική ομάδα αυτού του βιβλίου συναποτελούν οι: Άντα Κάπολα, Βαγγέλης Καραμανωλάκης και Ηλίας Νικολακόπουλος. Είχαμε την ευκαιρία και την τιμή να συνομιλήσουμε με δύο εξ αυτών, την Α. Κάπολα και τον Η. Νικολακόπουλο και τους ευχαριστούμε για αυτόν τον τόμο, που οι ίδιοι χαρακτήρισαν ως χρέος οφειλόμενο από καιρό.
3.9.1952, Φυλακές Αίγινας (αρχείο Σόνιας Τσιτήλου)
Γιατί τώρα ένας αφιερωματικός τόμος για τον Μπάμπη Δρακόπουλο;
Ηλίας Νικολακόπουλος: Ήτανε ένα χρέος που εκκρεμούσε εδώ και πολλά χρόνια γι' αυτή τη σημαντική φυσιογνωμία της ανανεωτικής κομουνιστικής αριστεράς. Είχε ήδη βγει από τα ΑΣΚΙ ένα βιβλίο για τον Κώστα Φιλίνη, οπότε ένας αντίστοιχος τόμος για τον Μπάμπη Δρακόπουλο εκκρεμούσε. Δεν υπήρχε δηλαδή κάποια αφορμή, αλλά ένα χρέος που ξέραμε ότι είχαμε. Ίσως μάλιστα μπορούμε να πούμε ότι άργησε κιόλας να κυκλοφορήσει αυτό το βιβλίο. Οφείλαμε να το είχαμε προγραμματίσει νωρίτερα.
Ποια δομή επιλέξατε για αυτό το βιβλίο, τι κείμενα συμπεριλάβατε;
Άντα Κάπολα: Εκτός από την εισαγωγή της εκδοτικής ομάδας, το βιβλίο είναι διαρθρωμένο σε τέσσερις ενότητες. Στο πρώτο μέρος περιέχει ένα εκτενές βιογραφικό σημείωμα του Μπάμπη Δρακόπουλου, που παρουσιάζει την πολιτική του διαδρομή. Το δεύτερο μέρος, ίσως ένα από τα σημαντικότερα κομμάτια αυτού του τόμου, είναι η αδημοσίευτη προφορική μαρτυρία του, που εντοπίστηκε στο πολιτικό του αρχείο το οποίο απόκειται στα ΑΣΚΙ. Πρόκειται για μια μαρτυρία της οποίας εντοπίσαμε τη μεταγραφή, καθώς και κάποιες κασέτες ήχου στο πολιτικό του αρχείο. Ξεκινάει από την περίοδο του μεσοπολέμου, ένα εκτενές μέρος της αναφέρεται στην εξορία του στη Φολέγανδρο την περίοδο της Μεταξικής δικτατορίας και τελειώνει το Γενάρη του 1942, οπότε ο Μπάμπης Δρακόπουλος απολύεται από το στρατόπεδο των Τρικάλων. Το τρίτο μέρος του τόμου περιλαμβάνει διάφορα αντιπροσωπευτικά πολιτικά κείμενα του Δρακόπουλου, συμπεριλαμβανομένης της απολογίας του, που αποτελεί ένα εμβληματικό κείμενο για την ανανεωτική αριστερά, καθώς επίσης κάποια άρθρα και συνεντεύξεις του από την περίοδο της ΕΔΑ και του ΚΚΕ Εσωτερικού, που φτάνουν έως τη δεκαετία του 1980. Το τελευταίο μέρος του τόμου, το επίμετρο, περιέχει κείμενα κοντινών του ανθρώπων και πολιτικών του συνοδοιπόρων, που ολοκληρώνουν την εικόνα του πολιτικού και του ανθρώπου Μπάμπη Δρακόπουλου.
Μιλήσατε για χρέος. Ποια χαρακτηριστικά του πολιτικού και του ανθρώπου Μπάμπη Δρακόπουλου ήταν εκείνα που περιγράφουν ως χρέος έναν αφιερωματικό σε εκείνον τόμο;
Η.Ν.: Ο Δρακόπουλος είχε μια ιδιαίτερη πορεία στο κομουνιστικό κίνημα. Είναι από τους ιδρυτικούς αγωνιστές της ΕΠΟΝ. Όταν ανέβηκε στη Θεσσαλονίκη για να οργανώσει την ΕΠΟΝ Κεντρικής Μακεδονίας, αρρώστησε και μπήκε σε σανατόριο. Όταν απελευθερώθηκε, συμμετείχε στο μηχανισμό του πολιτικού γραφείου και πέρασε στην παρανομία. Το 1949 συνελήφθη, δικάστηκε, και απέφυγε τελικά την εκτέλεση. Όταν απελευθερώθηκε, το 1960, ήταν ήδη 43 χρόνων και είχε ήδη διανύσει μια μακρά πορεία μέσα στο κομουνιστικό κίνημα. Είναι λοιπόν από τις πλέον εμβληματικές μορφές ανθρώπων που μεγάλωσαν και διαμορφώθηκαν μέσα στο κομουνιστικό κίνημα. Ταυτόχρονα όμως ήταν ένας εξαιρετικά σεμνός άνθρωπος, κάτι που προκύπτει και από τα κείμενά του και από τις μαρτυρίες. Δεν είχε ίχνος αλαζονείας ή υπεροψίας, που χαρακτήριζαν άλλους ανθρώπους που ήταν μέρος του μηχανισμού του Πολιτικού Γραφείου. Από το 1960 μέχρι τη διάσπαση του 1968, το πέρασμά του ήταν μοναδικό. Ένας άνθρωπος που είναι στην ηγεσία, μάλιστα από το 1963 έως το 1967 είναι γραμματέας του γραφείου της Κεντρικής Επιτροπής στο εσωτερικό της χώρας, και δεν αναζητά αξιώματα ή έντονη δημόσια παρουσία. Ακόμη και μετά τη μεταπολίτευση, ως γραμματέας του ΚΚΕ Εσωτερικού, δεν αναζήτησε οφίτσια. Αποτελεί την πιο σεμνή μορφή του ηγετικού πυρήνα, που πίστεψε στην ανανέωση του κομουνιστικού κινήματος. Μεγάλωσε μέσα σε αυτό και μετά από αυτήν την πορεία του ζήτησε την ανανέωσή του.
Ο Μπάμπης Δρακόπουλος ήταν κομουνιστής και έδινε έμφαση σε αυτό μέχρι το τέλος. Ωστόσο ο τίτλος του βιβλίου δίνει έμφαση στον προσδιορισμό δημοκρατικός. Παρότι διαβάζοντας το βιβλίο γίνεται κατανοητό το γιατί, θέλετε να μας πείτε δυο λόγια επ’ αυτού;
Η.Ν.: Η δημοκρατικότητα και ο τρόπος με τον οποίο συμπεριφερόταν σε όλη την πορεία του αναδείκνυε την επιθυμία του να συνδέσει την ανανέωση του κομουνιστικού κινήματος με τη δημοκρατία. Τη δημοκρατία, τόσο συνολικά ως πρόταγμα της Αριστεράς όσο και ως δημοκρατική συμπεριφορά στην καθημερινή του ζωή. Πήγαινε στις συνεδριάσεις της ΚΕ ή του Πολιτικού Γραφείου, με τα πόδια ή με το λεωφορείο, δεν είχε οδηγούς ή φρουρούς. Είχε μόνο μια εγγενή δημοκρατικότητα. Στον τίτλο του βιβλίου ίσως θα έπρεπε να υπάρχουν και οι δύο λέξεις, και κομουνιστής και δημοκρατικός.
Α.Κ.: Είναι πολύ χαρακτηριστικό και το κείμενο του Κώστα Φιλίνη στο επίμετρο, που μιλάει ακριβώς για αυτό, για τον βαθύ δημοκρατισμό του Μπάμπη Δρακόπουλου.
Είναι επίσης πολύ εντυπωσιακός ο χωρίς ηρωισμό τρόπος με τον οποίο περιγράφει σημαντικά γεγονότα που βίωσε. Αλλά ίσως πιο εντυπωσιακός είναι ο ανθρώπινος τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζει δύσκολα πολιτικά ζητήματα, όπως ο τρόπος με τον οποίο μιλάει για τους δηλωσίες ή τους «χτυπημένους» από το κόμμα.
Η.Ν.: Όταν αρχίσαμε να ετοιμάζουμε τον τόμο, αυτό που δεν ήταν ακόμα γνωστό ήταν η πρόσληψη του Δρακόπουλου από τους συντρόφους του. Αυτή η συνεχής επιμονή του να είναι ανθρώπινος στη συμπεριφορά του. Για παράδειγμα, ο τρόπος με τον οποίο καθοδηγούσε τις οργανώσεις δεν είχε καθόλου σκληράδα, όπως συνηθιζόταν από άλλα στελέχη. Ο τρόπος με τον οποίο μιλούσε στους δηλωσίες ή τους «χτυπημένους» δεν είχε καμία υπεροψία. Κάτι μοναδικό για εκείνη την περίοδο, σε ένα σκληρό περιβάλλον και λόγω της εξορίας και λόγω της πολιτικής αντιπαράθεσης.
Α.Κ.: Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι προσπαθούσε να μπει στην ψυχολογία των ανθρώπων που αποφάσιζαν να κάνουν δήλωση. Δεν καταδίκαζε, προσπαθούσε να αντιληφθεί για ποιο λόγο συνέβη, και όλο αυτό σε μια ηλικία πολύ μικρή, 22 χρόνων. Επίσης, έχει ενδιαφέρον αυτό που λέει ο ίδιος στη μαρτυρία του, ότι στην εξορία έβρισκε ενδιαφέρον σε κάθε άνθρωπο, ανεξάρτητα από ηλικία, μόρφωση και καταγωγή και συγκεκριμένα ανέφερε πώς κάθε άνθρωπος είναι ένας ολόκληρος κόσμος.
Η.Ν.: Αυτό που με εντυπωσιάζει εμένα, είναι ότι είκοσι χρόνια αργότερα, έχοντας περάσει από την παρανομία, από στρατοδικεία, από φυλακή, όταν πια βγήκε το 1960, με όλη την πορεία που κατέγραψε σε ηγετικά κλιμάκια, αυτό το χαρακτηριστικό το διατήρησε ζωντανό. Το 1961 έγινε μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, το 1963 ανέλαβε γραμματέας του Γραφείου Εσωτερικού, αφού προηγουμένως είχε αναλάβει γραμματέας της ΕΔΑ και καμιά στιγμή δεν αισθάνθηκε και δεν συμπεριφέρθηκε με υπεροψία, δεν είπε εγώ είμαι ο ηγέτης, δοξάστε με.
Ο Μπάμπης Δρακόπουλος με τον πρόεδρο της ΕΔΑ Γιάννη Πασαλίδη,
στα γραφεία της ΕΔΑ, στην οδό Αριστείδου, λίγο πριν τη χούντα (αρχείο Σόνιας Τσιτήλου)
Φτάνουμε στη διάσπαση. Ο Δρακόπουλος χρησιμοποιεί λέξεις όπως οδύνη και οργή. Πώς, σε εκείνη τη φάση, βρήκαν κάποια στελέχη το προωθητικό στοιχείο για να προχωρήσουν μέσα από μια τόσο βαθιά κρίση και ποιος ο ρόλος του Δρακόπουλου;
Η.Ν.: Ο ρόλος του Δρακόπουλου ήταν εκ των πραγμάτων κομβικός, ήταν ο γραμματέας του Γραφείου Εσωτερικού. Μπορεί κατά κάποιο τρόπο να το περίμενε, αλλά σε καμία περίπτωση δεν ήταν αποφασισμένος για τη διάσπαση. Είναι σαφές ότι ταλαντεύτηκε. Επίσης, από ό,τι μπορώ να καταλάβω, η άλλη πλευρά δεν περίμενε ότι ο Δρακόπουλος θα έκανε αυτό το βήμα.
Παρόλα αυτά, αυτοί οι άνθρωποι βρήκαν τη δύναμη να συγκρουστούν, ενώ ήταν αφοσιωμένοι με ένα τρόπο που ίσως εμείς σήμερα δεν μπορούμε να κατανοήσουμε πλήρως και ενώ θα είχαν συνέπειες που επηρέαζαν ακόμα και την επιβίωση τους. Από πού άντλησαν αυτή τη δύναμη;
Η.Ν.: Προσπάθησα να καταλάβω πότε υπήρξε το σημείο καμπής για τον ίδιο, που ήταν αποφασιστικό για να συνταχθεί με την ανανεωτική πλευρά. Ήδη από νωρίτερα, από τα τέλη του 1966 και εκείνη την περίφημη 10η Ολομέλεια στη Σοβιετική Ένωση, μάλλον είχε δει ότι αυτή η γραμμή που ακολουθούσε το κόμμα δεν οδηγούσε πουθενά. Όταν πια ήρθε η δικτατορία αποτέλεσε και αυτή ένα σημαντικό τραύμα. Διότι από τα τέλη του 1965 μέχρι τη δικτατορία είχε κατορθώσει να ανασυγκροτήσει το Κομουνιστικό Κόμμα στην Ελλάδα. Αυτό το είδε να καταρρέει μέσα σε μια νύχτα. Το κείμενο που ετοίμασε και έστειλε μετά την επιβολή της δικτατορίας, το καλοκαίρι του 1967, είναι και αυτοκριτικό. Δεν φορτώνει τα λάθη όλα σε κάποιους άλλους. Προσπαθεί να διακρίνει και να πει τι κάναμε κι εμείς λάθος και φτάσαμε ως εδώ. Όταν βλέπει από την άλλη πλευρά να μην υπάρχει καθόλου αυτή η συναίσθηση, ότι κάποια λάθη πρέπει να έγιναν και από την ηγεσία του κόμματος, όταν βλέπει αυτή τη διαδικασία που επιχειρεί να τα αποδώσει όλα στους «φραξιονιστές», πρέπει να πέρασε μια πολύ σημαντική κρίση. Είναι ήδη 50 χρόνων.
Α.Κ.: Ακόμα και σε αυτή τη φάση διακρίνεται αυτό που λέγαμε και πριν, η ανθρωπιά, η ανιδιοτέλεια, η συνέπεια, το ήθος με το οποίο μετέχει σε αυτήν την πολιτική διαδικασία. Νομίζω συγκλονίστηκε από το γεγονός της διάσπασης και δεν φανταζόταν πως θα γινόταν ποτέ κάτι τέτοιο σε περίοδο δικτατορίας, σε ανθρώπους που προσπαθούν σε πολύ δύσκολες συνθήκες να συγκροτήσουν ένα μέτωπο αντιδικτατορικού αγώνα, από ανθρώπους που ήταν σύντροφοι και ομοϊδεάτες. Αν και είχε διαφανεί ότι θα μπορούσε να υπάρξει μια πολιτική ρήξη, δεν περίμενε στο πλαίσιο της δικτατορίας μια διασπαστική κίνηση.
H.N.: Αυτήν την ταλάντευση και το σοκ δεν το παθαίνει μόνο ο Δρακόπουλος, αλλά και τα υπόλοιπα μέλη του Γραφείου Εσωτερικού. Δεν ήταν έτοιμοι να προχωρήσουν σε διάσπαση. Δεν ήταν μια οργανωμένη τάση που λίγο-πολύ το περίμενε. Αυτούς τους ανθρώπους, που δούλεψαν για την ανασυγκρότηση των κομματικών οργανώσεων, που συγκρότησαν το Γραφείο Εσωτερικού, το σοκ της δικτατορίας και μετά η διάσπαση τους ανάγκασαν να ξαναδούν τη ζωή τους και την πολιτική τους τοποθέτηση αλλιώς.
Γιατί, κατά τη γνώμη σας, μετά τη διάσπαση υπερίσχυσε εκλογικά το ΚΚΕ. Υπήρχε κάποιο κοινωνικό υπόβαθρο;
Η.Ν.: Η υπερίσχυση του ΚΚΕ διαμορφώνεται τα τελευταία χρόνια της δικτατορίας. Όταν έγινε η διάσπαση δεν πέρασε απευθείας στην Ελλάδα, παρέμεινε αρχικά σαν μια διαμάχη που αφορούσε το εξωτερικό. Στην Ελλάδα η σύγκρουση άρχισε να διαμορφώνεται αργότερα, χωρίς κάποια σαφή υπεροχή του ΚΚΕ έναντι του ΚΚΕ Εσωτερικού. Αποτυπώνεται για πρώτη φορά στις εκλογές του 1974. Εντός της Ενωμένης Αριστεράς είχαν διαμορφωθεί τα δύο μπλοκ, τα οποία επιδίωκαν να πάρουν από την πλευρά τους την εμπιστοσύνη του ελάχιστου κόσμου που της είχε μείνει, αφού πήρε το χαμηλότερο ποσοστό της από το 1950 και μετά. Τότε το ΚΚΕ χρησιμοποίησε τα πιο παραδοσιακά στελέχη του και την πιο παραδοσιακή φρασεολογία, ώστε να το υπερψηφίσει ο κόσμος. Αυτός ο κόσμος βέβαια ήταν ένα στενό κομμάτι της ευρύτερης επιρροής της Αριστεράς. Το ΚΚΕ Εσωτερικού δεν μπόρεσε ούτε να διεισδύσει σε αυτόν πυρήνα, και να τον καρπωθεί, ούτε να ανοιχτεί στον υπόλοιπο κόσμο της Αριστεράς. Δεν μπόρεσε να εμφανιστεί αυτόνομα στις εκλογές του 1974. Όταν, λοιπόν, το παιχνίδι έφτασε να παιχτεί στο πιο παραδοσιακό κομμάτι της κομουνιστικής αριστεράς, το ΚΚΕ είχε το προβάδισμα, το οποίο διεύρυνε πολύ γρήγορα. Επίσης, το ΚΚΕ Εσωτερικού, μετά τη μεταπολίτευση είχε μια, θα έλεγα, μεγαλοϊδεάτικη πολιτική γραμμή, απευθυνόμενο σε όλο το έθνος. Μπορεί το έθνος να άκουγε, αλλά ψήφους δεν έδινε.
Να μιλήσουμε και για τη διάσπαση του ΚΚΕ Εσωτερικού και τη στάση του Μπάμπη Δρακόπουλου;
Η.Ν.: Νομίζω ότι συγκρούστηκε μέσα του η επιθυμία του για ένα ρεύμα κομουνιστικής ανανέωσης και το γεγονός ότι δεν ήθελε να ξαναζήσει εμπειρία διάσπασης. Ταλαντευόταν ανάμεσα σε μια ελπίδα και ένα φόβο. Εκεί αποτυπώθηκαν και οι διαφορές του από τον Λεωνίδα Κύρκο. Ωστόσο, έκανε λίγο πίσω και άφησε τον Κύρκο να προχωρήσει βάζοντας κάπως σε δεύτερη μοίρα το θέμα της ανανέωσης. Πρόκειται για μια ιστορική διεθνώς φάση, με τον Γκορμπατσόφ στη Σοβιετική Ένωση, κατά την οποία ταρακουνήθηκαν οι υπάρχουσες σταθερές.
Α.Κ.: Νομίζω ότι η στάση του συμπυκνώνεται στη φράση του ίδιου ότι παρότι προέκρινε την πρόταση του Γιάννη Μπανιά ως την καταλληλότερη για το μέλλον του κόμματος, ωστόσο ακολούθησε την πλειοψηφία και συντάχθηκε με την ενωτική πρόταση του Κ. Φιλίνη. Θέλησε δηλαδή την πολιτική του επιλογή να την εντάξει στην πλειοψηφία, προκειμένου να μην υπάρξει διάσπαση.
Ο Δρακόπουλος αποκαλύπτεται ως ένας άνθρωπος που απέφευγε την πολλή δημοσιότητα, επιπλέον δεν προσκολλάται στον κοινοβουλευτικό του ρόλο, ενώ είχε επιμονή με το κόμμα και με το πόσο κρίσιμη ήταν για ένα κόμμα της Αριστεράς η οργανωτική δομή.
Η.Ν.: Ειδικά για τη Βουλή, είναι χαρακτηριστικό πώς αφήνει τον πρώτο ρόλο στον Κύρκο. Οι δύο πιο δημόσιες μορφές του ΚΚΕ Εσωτερικού πλέον ήταν ο Μπάμπης Δρακόπουλος και ο Λεωνίδας Κύρκος. Ο Κύρκος φαίνεται να είναι αυτός που επιζητά τη δημόσια παρουσία, του αρέσει το κοινοβούλιο. Ο Δρακόπουλος είναι απλώς ταγμένος στην ανασυγκρότηση του κόμματος. Βγήκε για τρία χρόνια βουλευτής το 1974 και στη συνέχεια δεν επιζήτησε να ξαναβγεί, άφησε τον πρώτο ρόλο στον Κύρκο. Τη στιγμή που, με τυπικούς όρους, όπως κομματική προϊστορία, θέσεις κ.λπ., είχε δικαιωματικά τον πρώτο ρόλο. Ο Κύρκος δεν ήταν καν μέλος του Γραφείου Εσωτερικού πριν από τη δικτατορία.
Α.Κ.: Η επιμονή του στην οργανωτική συγκρότηση φαίνεται και από την πολιτική του διαδρομή. Το 1943, όταν ανέλαβε γραμματέας επιτροπής πόλης του Πειραιά, προσπάθησε σε δύσκολες συνθήκες, στην κατοχή, να συγκροτήσει την οργάνωση. Μετά την ιδρυτική διάσκεψη της ΕΠΟΝ, τον έστειλαν στη Θεσσαλονίκη για να αναλάβει την καθοδήγηση και ανασυγκρότηση των οργανώσεων Ανατολικής Μακεδονίας - Θράκης. Αργότερα, ως γραμματέας της ΕΔΑ, στις παρεμβάσεις που έκανε στις δύο οργανωτικές συσκέψεις, μιλάει ακριβώς για αυτό, για την οργανωτική ανάπτυξη και τη μαζικοποίηση του κόμματος.
Η.Ν.: Και να σημειωθεί ότι όλες οι μαρτυρίες λένε πως όταν έκανε οργανωτική δουλειά δεν είχε καθόλου στιλ που να παρέπεμπε σε αυθεντία και γραφειοκρατία.
Ωστόσο, δεν τον απασχολούσαν στενά τα θέματα του κόμματος. Η σκέψη του είχε τόλμη. Έβαλε στη συζήτηση και στα γραπτά του και κάποια θέματα, θα λέγαμε, έκκεντρα, ειδικά για την εποχή εκείνη, όπως η σχέση μεταξύ χριστιανισμού και μαρξισμού ή η ψυχανάλυση.
Η.Ν.: Ήταν ένας άνθρωπος που διάβαζε πάρα πολύ και διέθετε πραγματικά ανοιχτό μυαλό. Ρούφαγε ό,τι καινούργια ιδέα εμφανιζόταν και προσπαθούσε να την εντάξει στη δική του κοσμοθεωρία, αλλά χωρίς αγκυλώσεις.
Α.Κ.: Ήταν βαθιά καλλιεργημένος, πράγμα που δεν ήταν σύνηθες, και όχι μόνο στον τομέα της μαρξιστικής φιλοσοφίας. Είχε ευρυμάθεια και ουσιαστική φιλολογική παιδεία. Είναι χαρακτηριστικό ότι στη μαρτυρία του περιγράφει αναλυτικά τα διαβάσματά του ήδη από την περίοδο της εφηβείας του, που διάβαζε λογοτεχνία και ποίηση καθώς και τις αναζητήσεις του σε άλλα γνωστικά πεδία. Διάβαζε επίσης συστηματικά φιλοσοφία αλλά και ψυχολογία. Αυτό το χαρακτηριστικό του, τον ακολούθησε μέχρι το τέλος της ζωής του, διάβαζε συστηματικά και πολύ.
Γνωρίζουμε αν υπάρχουν άλλα αρχειακά υλικά του Μπάμπη Δρακόπουλου που είναι υπό μελέτη;
Α.Κ.: Δεν νομίζω. Το υλικό του πολιτικού αρχείου του Δρακόπουλου καλύπτει την περίοδο από το 1973 έως και τη δεκαετία του ’80, απόκειται στα ΑΣΚΙ και πλέον είναι διαθέσιμο στο ερευνητικό κοινό. Δεν έχει διασωθεί προγενέστερο υλικό. Πάντως, αξίζει να σημειώσουμε ότι σε αυτήν τη σκέψη μας να βγει ένας αφιερωματικός τόμος για τον Μπάμπη Δρακόπουλο, συνέβαλε και η ταξινόμηση και καταλογογράφηση που ήδη είχε γίνει στο αρχείο του. Έργο αρκετά δύσκολο λόγω του ότι o γραφικός του χαρακτήρας ήταν εξαιρετικά δυσανάγνωστος. Ωστόσο, όταν ολοκληρώθηκε αυτό το έργο, ήταν και για μας έκπληξη το ότι βρέθηκε αυτή η μαρτυρία που περιλαμβάνεται στον τόμο. Η οποία όμως ήταν προφορική και εμείς εντοπίσαμε τη μεταγραφή της καθώς και κάποιες κασέτες ήχου που περιείχαν μέρος αυτής της μαρτυρίας. Κατόπιν έγιναν κάποιες συμπτύξεις και ενοποιήσεις για να υπάρξει αφηγηματική ροή. Όσον αφορά το ιστορικό της, δεν έχουμε πολλές πληροφορίες, αλλά η Τούλα Δρακοπούλου, που ασχολούνταν με τις εκδόσεις, τις μαρτυρίες κ.λπ., ήταν ο άνθρωπος που φρόντισε για την καταγραφή και τη μεταγραφή της μαρτυρίας. Μάλιστα, σύμφωνα με ένα σημείωμα που εντοπίσαμε στο αρχείο τους –γιατί περιλαμβάνεται και μέρος του δικού της αρχείου στο συνολικό υλικό–, αυτή η μαρτυρία προέκυψε αυθόρμητα ένα απόγευμα, περίπου το Μάρτιο του 1981, που συζητούσαν με φιλικά τους πρόσωπα για τα νεανικά τους χρόνια. Η κουβέντα φαίνεται ότι είχε συνέχεια. Είναι πολύ σημαντικό εύρημα διότι είναι μοναδική μαρτυρία από την περίοδο της Μεταξικής δικτατορίας και, ειδικά για τη Φολέγανδρο, δεν υπήρχε κάποια αυτόνομη έκδοση. Στην κουβέντα που άνοιξε ο εντοπισμός αυτού του υλικού, σημαντική ήταν η συμβολή της Σόνιας Τσιτήλου, που στάθηκε δίπλα μας συνολικά στην έκδοση. Μάλιστα μας κοινοποίησε ένα τμήμα της μαρτυρίας του που αφορούσε τα πρώτα χρόνια της ζωής του και δεν υπήρχε στο αρχείο. Τελικά αυτό το τμήμα συμπεριλήφθηκε στην έκδοση και έκανε τη μαρτυρία πληρέστερη.