Οι ευρωπαίοι πολιτικοί προσπαθούν με ταχυδακτυλουργίες να διασώσουν τη φετινή τουριστική σεζόν μετά την πρωτοφανή καθίζηση της περσινής. Επικαλούνται «ευγενή κίνητρα», αλλά η πίεση στην οποία δε μπορούν να αντισταθούν είναι των μεγάλων πολυεθνικών του κλάδου.
Το γνωμικό έλεγε ότι ένας ταξιδευτής δεν ξέρει που πηγαίνει, αλλά ένας τουρίστας δεν ξέρει που βρίσκεται. Συμβαίνει ακόμα ή μάλλον συνέβαινε μέχρι το 2019. Οι παλιότεροι μπορεί να θυμούνται τα «όργια» της δεκαετίας του '80 στην Ίο, τα σφηνάκια «μπόμπες» και τους καθημερινούς καβγάδες Εγγλέζων και Ιταλών, που συχνά δεν γνώριζαν καν σε ποια χώρα βρίσκονται. Όχι ότι αυτά δε συνέβαιναν ακόμα στον Κάβο στην Κέρκυρα, στο Λαγανά στην Ζάκυνθο, στην Αγία Νάπα στην Κύπρο ή στην Ίμπιζα. Αλλά τα κινητά σού δίνουν πια την ευκαιρία μαζί με τις σέλφις να έχεις τουλάχιστον μια ιδέα για τον τόπο λήψης τους.
Οι σέλφις έγιναν αυτοσκοπός για όσους περιμένουν οπλισμένοι με τα έξυπνα τηλέφωνά τους το ηλιοβασίλεμα στη Σαντορίνη, το γιγαντιαίο κρουαζιερόπλοιο πίσω από τον Άγιο Μάρκο στην Βενετία, το ρολόι στην Πράγα ή το τείχος του Ντουμπρόβνικ για να «μοιραστούν τη στιγμή με χιλιάδες φίλους σε ολόκληρο τον πλανήτη». Ο τουρισμός είναι πια μία από τις μεγαλύτερες μπίζνες στην Ευρώπη, απασχολώντας άμεσα 23 εκατομμύρια ανθρώπους και έμμεσα μερικά εκατομμύρια ακόμα. Και από πέρσι αγκομαχά. Επειδή ακριβώς η μαζικοποίησή του, συχνά χωρίς καμιά λογική και μέτρο δεν του άφησε κανένα περιθώριο αντίδρασης απέναντι στο απροσδόκητο.
Για μια σέλφι σου μόνο
Ήδη από το 2018, μεγάλα περιοδικά, όπως το TIME ή το Spiegel, είχαν αφιερώσει εξώφυλλά τους σε ένα πρόβλημα που είχε αρχίσει να βασανίζει τους κατοίκους των πιο δημοφιλών προορισμών: «Υπερτουρισμός». Η κατάλυση της έννοιας της «περιήγησης» και της «ανακάλυψης». Κάτοικοι που αναγκάζονταν να φύγουν από το κέντρο της πόλης τους, για να γλυτώσουν από τους «εισβολείς» ή από τα εξωφρενικά ενοίκια. Επιβάρυνση για μνημεία, μποτιλιάρισμα, απώλεια χαρακτήρα σε ιστορικές γειτονιές, που μετατρέπονταν σε αποικίες airbnb και souvenir shops.
Σε κάποιες πόλεις, όπως το Άμστερνταμ ή η Βαρκελώνη τα λοκντάουνς έδωσαν την ευκαιρία στις τοπικές αρχές να προτείνουν αλλαγές στο μοντέλο αυτό της μαζικής μετατροπής των πόλεων σε απλά σκηνικά για ερασιτέχνες φωτογράφους. Περιορισμός των βραχυχρόνιων μισθώσεων, κανόνες για όρια εισόδου τουριστών σε αξιοθέατα, φρένο σε αυτοκίνητα στο κέντρο των πόλεων, αλλαγή κανόνων γενικώς. Το αν θα συμβούν πράγματι όλα αυτά και κυρίως αν θα αποδώσουν, θα το δούμε μετά την πανδημία. Για την Ελλάδα βεβαίως μια τέτοια συζήτηση μοιάζει πολυτέλεια. Ο υπέρ όλων στόχος ακούει στο όνομα «επανεκκίνηση». Οι εγχώριοι παίκτες του χώρου περιμένουν ένα θετικό νεύμα από τις πολυεθνικές, που ελέγχουν ασφυκτικά τον κλάδο, όπως κάποτε πρόσμεναν το «Yes» οι γιαγιάδες με τα χαρτόνια που έγραφαν «Rooms to let», όχι πάντα με τη σωστή ορθογραφία, που κατέβαιναν στα λιμάνια για να ψαρέψουν τους «ξένους», που μόλις είχαν αποβιβαστεί σε ένα ανεξερεύνητο τοπίο.
Ο χώρος του τουρισμού το 2019 άγγιξε τα 10 τρισ. δολάρια παγκοσμίως. Το 2020 έχασε τα μισά. Και η μερίδα του λέοντος πήγε σε εταιρίες κολοσσούς, που διαθέτουν πια όχι μόνο φτηνά «πακέτα», αλλά δικά τους αεροπλάνα, ξενοδοχεία, υποδομές και ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς. Οι μικρομεσαίοι, που είναι πολλοί ειδικά στην Ευρώπη, αναγκάζονται συχνά να μπουν κι αυτοί στο «δίκτυο» για να μη μείνουν έξω από το χορό.
Πετάει, πετάει η TUI
Η πανδημία υποχρέωσε έτσι πολλές κυβερνήσεις να «στηρίξουν» τους μεγάλους για να μην πεθάνουν και οι μικροί. Πώς θα φτάσει στη «boutique pension» ο τουρίστας αν δεν πετάξει η TUI, στο νησί; Ήταν οι ίδιες κυβερνήσεις, ειδικά σε χώρες όπως η δική μας, που έπρεπε και πέρσι να ανταποκριθούν στις επιταγές των «ειδικών» και να ανοίξουν τον τουρισμό, πάση θυσία «για να μην πεθάνει ο κόσμος από την πείνα».
Τι θα γίνει λοιπόν τώρα; Όλα δείχνουν ότι γράφεται ένα παρόμοιο έργο. Είναι πάλι η ίδια TUI, που έχει ήδη πετάξει φέτος χιλιάδες Γερμανούς στην Μαγιόρκα. Εκεί που δεν μπορούν να ταξιδέψουν οι ίδιοι οι Ισπανοί. Τους ίδιους Γερμανούς που δεν τους επιτρέπεται να ταξιδέψουν εντός της χώρας τους. Κάτι που φαίνεται ότι θα συμβεί και με τους Ιταλούς. Παραδοξότητες στα χρόνια της αυτοκρατορίας των «all inclusive» κελιών προσποιητής πολυτελείας. Μπορούν να πετάξουν εκτός χώρας, αλλά όχι να οδηγήσουν εκτός περιφέρειας. Ακόμα και αυτό το Σαββατοκύριακο που γιορτάζουν το δικό τους καθολικό Πάσχα.
Οι μεγάλοι tour operators και οι αεροπορικές ήταν άλλωστε, που πίεσαν και για τα πράσινα ψηφιακά πιστοποιητικά. Η υποψία είναι ότι δεν τους νοιάζει αν θα αποδειχτούν λειτουργικά, αρκεί να υπάρχουν ως δικό τους άλλοθι ευθύνης και «ατομικής ανευθυνότητας» για όποιον τολμήσει να τα αγνοήσει. Το σχέδιο βόλεψε και πολλές κυβερνήσεις, που με οίηση ταχυδακτυλουργών και την ανάσυρση ως άσσου από το μανίκι των τεστ αυτοδιάγνωσης ελπίζουν ότι θα πετύχουν σε λίγες εβδομάδες εκείνο που δεν κατάφεραν επί ενάμιση χρόνο. Να προστατεύσουν τον πληθυσμό, να περιορίσουν την πανδημία και να ανοίξουν την «οικονομία». Καλώς ήλθατε και καλή τύχη.