Tην περασμένη Πέμπτη έληξε ο χρόνος δημόσιας διαβούλευσης του περίφημου νομοσχεδίου του υπουργείου Δικαιοσύνης για την εξαγγελθείσα «συνεπιμέλεια», η οποία τελικώς δεν προβλέπεται ρητώς αλλά εμμέσως στα προς ψήφιση άρθρα του. To νομοσχέδιο επιχειρεί να αναθεωρήσει άρδην τα μέχρι σήμερα ισχύοντα στον Αστικό μας Κώδικα στα ζητήματα γονικής μέριμνας και επιμέλειας των τέκνων, δημιουργώντας σε πολλά σημεία σύγχυση αυτών των δύο μέχρι και σήμερα ξεκαθαρισμένων εννοιών και του περιεχομένου τους.
Αντί πολλών για να δοθεί μία γενική ιδέα για τα προβλήματα του νομοσχεδίου, αναφέρουμε συνοπτικά τα παρακάτω:
-Το νομοσχέδιο μετατρέπει τον κανόνα της «από κοινού» άσκησης της γονικής μέριμνας σε περίπτωση διαστάσεως ή διαζυγίου των γονέων, σε «από κοινού και εξίσου» άσκηση, ενώ προβλέπει τη δυνατότητα προσφυγής του ενός γονέα στο δικαστήριο εάν κρίνει ότι η γονική μέριμνα δεν ασκείται προς το συμφέρον του τέκνου από τον άλλο γονέα. Επίσης, ο γονέας που ασκεί την επιμέλεια θα πρέπει για «σημαντικά» θέματα που αφορούν στην εκπαίδευση και την υγεία του παιδιού να λαμβάνει τη συναίνεση του άλλου, σε περίπτωση δε διαφωνίας αυτή θα επιλύεται από το δικαστήριο.
-Περαιτέρω, επιδιώκει να εξειδικεύσει το συμφέρον του τέκνου (το οποίο όμως συνιστά αόριστη νομική έννοια και κρίνεται κατά περίπτωση), αναφέροντας ότι εξυπηρετείται πάντοτε από την ενεργό παρουσία και των δύο γονέων κατά την ανατροφή του, κάτι που δεν ισχύει σε περιπτώσεις όπου έχουν λάβει χώρα περιστατικά ενδοοικογενειακής ή άλλης μορφής βίας εις βάρος του τέκνου ή του έχοντος την επιμέλεια γονέα. Κατ’ αυτήν την κεντρική παραδοχή του παραβιάζει το άρθρο 31 της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Πρόληψη και την Καταπολέμηση της Βίας κατά των γυναικών και της Ενδοοικογενειακής Βίας, που έχει κυρωθεί στην Ελλάδα με το Νόμο 4531/2018, σύμφωνα με το οποίο «τα Μέρη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία νομοθετικά ή άλλα μέτρα προκειμένου να διασφαλισθεί ότι κατά τον καθορισμό της επιμέλειας και των δικαιωμάτων επίσκεψης των παιδιών, θα λαμβάνονται υπόψιν τα περιστατικά βίας που καλύπτονται από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας Σύμβασης».
-Προβλέπει την αφαίρεση της γονικής μέριμνας ή της επιμέλειας στις περιπτώσεις της αμφιβόλου περιεχομένου και δυσκόλως αποδείξιμης «διατάραξης της συναισθηματικής σχέσης του παιδιού με τον άλλο γονέα και την οικογένειά του», ενώ αντιθέτως δεν προβλέπει τον περιορισμό ή τον αποκλεισμό της επικοινωνίας σε περιπτώσεις περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας ή παρανόμων πράξεων κατά της γενετήσιας ελευθερίας από τον έχοντα το δικαίωμα επικοινωνίας γονέα, απαιτώντας την προηγούμενη έκδοση αμετάκλητης καταδικαστικής απόφασης, παρά το ότι μία τέτοια απόφαση μπορεί να αργήσει έως και οκτώ χρόνια να εκδοθεί και αφήνοντας στον ενδιάμεσο χρόνο το παιδί αλλά και τον έχοντα την επιμέλεια γονέα έκθετους σε κίνδυνο. Ο κίνδυνος αυτός καθίσταται ακόμη περισσότερο εναργής υπό το πρίσμα του τελευταίου τραγικού συμβάντος της διπλής δολοφονίας της μητέρας και του αδελφού της από τον πρώην σύζυγό της στην Μακρινίτσα. Προστατεύει έτσι το νομοσχέδιο τον γονέα που ασκεί την επιμέλεια λιγότερο από τον γονέα που έχει το δικαίωμα επικοινωνίας, του οποίου τα δικαιώματα σαφώς προκρίνει, ενώ παραβιάζει ευθέως όχι μόνον την ανωτέρω Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης αλλά και νόμο 3500/2006, που προβλέπει τη δυνατότητα επιβολής περιοριστικών μέτρων, δηλαδή την απαγόρευση της επικοινωνίας, ήδη από το αρχικό στάδιο της υποβολής της μήνυσης από το θύμα.
-Εισάγει το αμφισβητούμενο μαχητό τεκμήριο του 1/3 επικοινωνίας, στο οποίο τελικώς αποκρυσταλλώθηκε η πολυαναμενόμενη «συνεπιμέλεια», το οποίο θα δημιουργήσει πολλά ζητήματα υπολογισμού και εφαρμογής του τόσο από τα δικαστήρια όσο και από τους γονείς και τα παιδιά: σε ποια βάση υπολογίζεται, ημερήσια, μηνιαία, ετήσια, αν περιλαμβάνει και τις ώρες ύπνου, τι γίνεται όταν υπάρχουν περισσότερα από ένα παιδιά και ο υπολογισμός διαφέρει για κάθε ένα από αυτά λόγω διαφορετικού προγράμματος, πώς αντιμετωπίζεται το θέμα των μεγάλων αποστάσεων μεταξύ των οικιών των δύο γονέων, πώς διασφαλίζεται η επιστημονικά παραδεδεγμένη ανάγκη σταθερότητας του περιβάλλοντος για την ομαλή ψυχοσωματική ανάπτυξη του παιδιού κ.α.
-Το νομοσχέδιο θέτει εν αμφιβόλω το αναγκαίο τεκμήριο που (πρέπει να) έχουν οι αποφάσεις του έχοντος την επιμέλεια γονέα ότι λαμβάνονται προς το συμφέρον του τέκνου και οδηγεί στην αποδυνάμωση των διακριτικών του ευχερειών επί ζημία τελικώς του συμφέροντος του ίδιου του τέκνου. Πρόκειται για μία συνθήκη που θα επηρεάσει κυρίως τις μητέρες, οι οποίες στο γολγοθά της ανατροφής των τέκνων τους ως εργαζόμενες ή άνεργες με τις πενιχρές διατροφές που επιδικάζονται από τα δικαστήρια, την έλλειψη υποστήριξης από το κράτος και τη δύσκολη (σε πολλές περιπτώσεις) ή και βίαιη σχέση με τον πρώην σύντροφό τους, θα κληθούν να αντεπεξέλθουν οικονομικά και ψυχικά στις αυξημένες δικαστικές δικλείδες που παρέχει το νομοσχέδιο καθώς και στην ισορρόπηση της ζωής τους και της ζωής των παιδιών τους πάνω στο λεπτό σκοινί του «1/3 χρόνου επικοινωνίας».
Τελικά το νομοσχέδιο, που απευχόμαστε οι περισσότεροι δικηγόροι να ψηφιστεί αντιλαμβανόμενοι τις τεράστιες δυσκολίες που θα προκαλέσει κατά την εφαρμογή του, δεν θα ευνοήσει αλλά θα βλάψει το συμφέρον των παιδιών το οποίο ευαγγελίζεται ότι προάγει και θα οδηγήσει σε πολύ δυσμενή θέση τον γονέα που ασκεί την επιμέλεια, ο οποίος αντί να ενισχύεται στην προσπάθειά του αυτή αποδυναμώνεται και νιώθει μεγάλη ανασφάλεια για το πώς θα είναι η επόμενη, υπό το νέο νομοθετικό καθεστώς, ημέρα.
Eκτένη σχόλια κατά άρθρο για το νέο νομοσχέδιο από την Μαρίνα Φαρμακίδη-Μάρκου μπορείτε να διαβάσετε εδώ.