Ο αναπλ. υπουργός Οικονομικών, κ. Σκυλακάκης, σε κοινή συνεδρίαση τεσσάρων επιτροπών της Βουλής, παρουσίασε το ημιτελές το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, καθ’ οσον βρίσκεται ακόμη υπό διαπραγμάτευση στην ΕΕ. Τα στοιχεία κοστολόγησης, οι στόχοι για την πληρωμή των πόρων, καθώς και η αναλυτική παρουσίαση των έργων, δεν έχουν ολοκληρωθεί και δεν είναι διαθέσιμα.
Αναρωτιέται ο καθένας τι ώθησε την κυβέρνηση να παρουσιάσει ένα σχέδιο τόσο αδούλευτο, μέσα σε 207 σελίδες, με ένα ακατανόητο τίτλο «Ελλάδα 2.0». Την απάντηση έδωσε ο υπουργός, διευκρινίζοντας ότι «η εκτεταμένη συζήτηση θα πρέπει να γίνει με το τελικό σχέδιο, όπως θα εχει εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή», δηλαδή τα μέλη των επιτροπών δεν μπορούν να συμβάλουν στη διαμόρφωση του, παρά μόνο να το επικυρώσουν!
Αυτή διαδικασία, στον πρόδηλα ανεπαρκή επιχειρησιακό σχεδιασμό, επισυνάπτει και το έλλειμα δημοκρατικής συμμετοχής και ουσιαστικής διαβούλευσης, σε ένα Σχέδιο που θα καθορίσει, σε βάθος ορίζοντα, τις οικονομικές και κοινωνικές εξελίξεις στη χώρα.
Παρ’ όλα αυτά, το Σχέδιο (όπως η προγενέστερη μελέτη Πισσαρίδη) αναδεικνύει με σαφήνεια την επιμονή των συντακτών να αναμετρηθούν με τη νέα οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα, που η πανδημία ανέδειξε: την έκρηξη και τη διεύρυνση των ανισοτήτων σε νέα πεδία, όπως την αδυναμία πρόσβασης σε βασικές υπηρεσίες και τον περιορισμό του κοινωνικού βάρους και του ρόλου μεγάλου μέρους του πληθυσμού. Η αντίληψη ότι ανισότητες και παραγόμενη φτώχια δεν είναι έκτακτες, αλλά μόνιμες συνθήκες διαβίωσης για πολλούς, έχει γίνει αποδεκτή ακόμη σε ιδεολογικούς χώρους με τους οποίους συγγενεύει η κυβέρνηση. Όχι όμως από την ίδια, που θεωρεί ότι η λύση βρίσκεται στην αυτόματη διάχυση του παραγόμενου πλούτου, από πάνω προς τα κάτω (trickle down effect).
Το μόνο κριτήριο αποτελεσματικότητας και βιωσιμότητας του όποιου σχεδίου Ανάκαμψης δεν μπορεί να είναι άλλο από τη μείωση των οικονομικών, κοινωνικών, περιφερειακών και περιβαλλοντολογικών ανισοτήτων και με βάση αυτό το κριτήριο θα κριθεί η αποτελεσματικότητα του Σχεδίου.
Διαχείριση και κυβερνησιμότητα
Παρότι σε γενικές γραμμές το Σχέδιο ακολουθεί τις κατευθύνσεις της ΕΕ, εν τούτοις, επιβάλλεται μια ανασύνθεση των παρεμβάσεων, προκειμένου να ευθυγραμμιστεί με το Ευρωπαϊκό Next Generation. Οι 17 στόχοι της βιώσιμης ανάπτυξης του ΟΗΕ, πάνω στους οποίους εδράζεται το Next Generation και στη συνέχεια τα σχέδια Ανάκαμψης, συνθέτουν ένα ενιαίο πλαίσιο αναφοράς για την εκπόνηση συμβατών εφαρμοστικών πολιτικών.
Στο Σχέδιο που παρουσίασε η κυβέρνηση, λείπουν οι ποσοτικοποιημένοι στόχοι, καθώς και τα κριτήρια και δείκτες μέτρησης των αποτελεσμάτων. Λείπει, επίσης, η συμβατότητα του σχεδίου με το δεσμευτικό Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα, το οποίο ακόμη περιμένει την αναθεώρηση, του με βάση τον αυξημένο στόχο 55% μείωσης των εκπομπών.
Στο Σχέδιο αποφεύγεται επιμελώς κάθε αναφορά στον τρόπο διαχείρισης και κατανομής των πόρων μεταξύ κεντρικής διοίκησης, περιφερειών, δήμων κλπ. Χωρίς μια πολυεπίπεδη κυβερνησιμότητα, «multilevel governance», τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα θα βρεθούν, αναπόφευκτα, σε αμφισβήτηση…
H συσσώρευση πολλαπλών και επικαλυπτόμενων στόχων (Εθνικό Σχέδιο Ενέργειας και Κλίματος, Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, νέο ΕΣΠΑ, κλπ.) επιβάλει μια ιεραρχημένη προσέγγιση των βασικών επίδικων της περιόδου. Σε αυτό το πλαίσιο, το Σχέδιο καταλαμβάνει κεντρική θέση.
Η οικολογική μετάβαση
Είναι χρήσιμο να περιγραφεί και επικαιροποιηθεί, με όρους ποσοτικούς, η πορεία της οικολογικής μετάβασης της χώρας.
Υπενθυμίζεται ότι ο αναθεωρημένος στόχος του ευρωπαϊκού σχεδίου απανθρακοποίησης της οικονομίας για το 2050, περνάει μέσα από τη μείωση των ρύπων κατά 55% για το 2030, σε σχέση με το 1990, δηλαδή στο επίπεδο των 50 MtCo2eq. Για να γίνει πλήρως κατανοητό το μέγεθος αυτής της τιτάνιας προσπάθειας, φτάνει να αναφερθεί ότι από το 1990 μέχρι το 2015 το προοδευτικό ποσοστό μείωσης ήταν μονο 13%.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του World Economic Forum το 2020, η χώρα κατείχε την 59η θέση, μεταξύ 115 χωρών, αναφορικά με το δείκτη ενεργειακής μετάβασης ETI (με ικανοποιητική βαθμολογία στην ενεργειακή επίδοση, ενώ αντίθετα υστερεί στην προετοιμασία για την ενεργειακή μετάβαση).
Στο παράρτημα του κατατεθέντος Σχεδίου προσδιορίζονται 4 πυλώνες παρεμβάσεων και επι μέρους άξονες.
Ο πρώτος πυλώνας (σε 4 άξονες) αφορά στην πράσινη μετάβαση. Ο συνολικός προϋπολογισμός ανέρχεται στα 6 δισ. και αντιστοιχεί στο 33% του συνολικού ποσού των επιδοτήσεων. Στον πυλώνα αυτό αναφέρονται παρεμβάσεις (επενδύσεις και διοικητικές ρυθμίσεις), σχετικές με το νέο ενεργειακό μοντέλο, την ενεργειακή αναβάθμιση του κτιριακού αποθέματος, το βιώσιμο σύστημα μεταφορών, την ανθεκτικότητα στην κλιματική αλλαγή και την προστασία της βιοποικιλότητας. Οι συντάκτες αποφεύγουν να προσδιορίσουν με σαφήνεια ποιο είναι το «νέο ενεργειακό μοντέλο», πολύ δε περισσότερο να το συνδέσουν με τους δεσμευτικούς στόχους του ΕΣΕΚ, αφήνοντας ισχυρό το ενδεχόμενο μιας κάποιας συνέχισης της χρήσης των ορυκτών καυσίμων στο ενεργειακο μείγμα.
Στον άξονα 1 οι άμεσες γενικές αναφορές στις ΑΠΕ (αποθήκευση κλπ.) απορροφούν 462 εκατ. (38%), ενώ ο ΕΛΑΠΕ συνεχίζει να απορροφά, σε βάρος των καταναλωτών, 202 εκατ.! Οι ηλεκτρικές διασυνδέσεις των νησιών, επιβεβλημένες μεν, δεν κάνουν καμία αναφορά στη δυνατότητα εντόπιας παραγωγής ενέργειας (ενεργειακές κοινότητες κλπ.), και βέβαια δεν αποφεύγεται η αναφορά στην ανάγκη περαιτέρω «απλοποίησης» της αδειοδοτικής διαδικασίας, απελευθερώνοντας περαιτέρω την χωροθέτηση μεγάλων ενεργειακών πάρκων, με μειωμένο κεντρικό έλεγχο και παρακάμπτοντας τις όποιες τοπικές αντιδράσεις. Η υπογειοποίηση των ηλεκτρικών δικτύων διανομής, καθώς και η προστασία των διελεύσεων των μέσα στα δάση, μάλλον θα πρέπει να μεταφερθούν στον άξονα 4 (ανθεκτικότητα στην κλιματικά αλλαγή).
Οι παρεμβάσεις στον άξονα 2 (ενεργειακή αναβάθμιση κτιρίων) κινούνται στη σωστή κατεύθυνση, αν και οι πόροι είναι περιορισμένοι. Οι επενδύσεις στην ενεργειακή εξοικονόμηση κτιρίων ενέχουν το μεγαλύτερο πολλαπλασιαστή θέσεων εργασίας και για τούτο θα πρέπει να αυξηθούν και να αποκτήσουν μόνιμο χαρακτήρα και κοινωνικά κριτήρια κατανομής. Οι παρεμβάσεις στο κτήμα Τατοΐου και στις εγκαταστάσεις του ΟΑΚΑ, για τις όποιες έχουν προβλεφθεί 88 εκατ., μπορεί να θεωρηθούν προκλητικές, αντιπαραβαλλόμενες με την απουσία της όποιας πρόβλεψης πόρων για την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχιας.
Στον άξονα 3 (βιώσιμες μεταφορές), επιβεβλημένη μεν η διάθεση πόρων για την ηλεκτροκίνηση, αλλά ανεπαρκέστατη η διάθεση πόρων για την ταχεία αντικατάσταση ρυπογόνων καυσίμων σε ενεργοβόρες και ρυπογόνες βιομηχανικές μονάδες (μεταλλουργία, χημικά προϊόντα κλπ.). Ένα εθνικό σχέδιο υδρογόνου, μέσω της ανάπτυξης πειραματικών προγραμμάτων και ερευνητικών τεχνολογιών (πυρολύτες κλπ.), θα μπορούσε να αναχθεί σε πόλο καινοτομίας. Αντίθετα, η αναφορά σε συστήματα συλλογής του διοξειδίου του άνθρακα και αποθήκευσής του, προϊδεάζει μια συνέχιση της χρήσης ορυκτών καυσίμων, σε νέες μορφές.
Εν κατακλείδι, στον άξονα 4 (ανθεκτικότητα, βιοποικιλότητα), οι πόροι για την προστασία της βιοποικιλότητας είναι ουσιαστικά ανύπαρκτοι (μόνο 100 εκατ. δηλαδή 6% του άξονα). Αντίθετα, τα έργα θωράκισης για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης βρίσκουν σε σωστή κατεύθυνση, ενώ οι διατιθέμενοι πόροι για εξοπλισμό και υποδομές του οργανισμού Πολιτικής Προστασίας θα μπορούσαν να τροφοδοτηθούν από άλλες πήγες χρηματοδότησης (πχ ΕΣΠΑ), ενισχύοντας, έτσι, του πόρους για την χωροταξική θωράκιση ευπαθών περιοχών.