Η κρίση της πανδημίας συνεχίζεται ένα χρόνο, και πλέον, μετά την εμφάνισή της. Η ΕΕ και οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις σχεδόν στο σύνολό τους δεν μπόρεσαν, σε όλα τα επίπεδα -υγειονομικό, οικονομικό και κοινωνικό- να την αντιμετωπίσουν. Μεγάλες είναι οι ευθύνες για τις ελλείψεις που παρουσιάστηκαν στα φάρμακα και τα εμβόλια, των κυβερνήσεων που συμμορφώθηκαν με τις υποδείξεις των φαρμακοβιομηχάνων. Οι διαπιστώσεις αυτές είναι των συνδικάτων, και ιδιαίτερα της CGT, η οποία ασκεί έντονη κριτική για τα λάθη και τις παλινωδίες του προέδρου Μακρόν, χωρίς να έχει ο ίδιος «το θάρρος να τις αναγνωρίσει μπροστά στο λαό».
Ο πρόεδρος Μακρόν, αφού φάνηκε «πόσο γυμνός είναι ο βασιλιάς», όπως έγραψε σε κύριο τίτλο της η Le Mond, επιχειρεί να παίξει «το τελευταίο χαρτί», προκειμένου να κερδίσει την υπομονή του κόσμου, μετά τα σημάδια εξάντλησης που παρουσιάζει, καθώς πέρασαν ήδη πέντε μήνες καραντίνας.
Έτσι, δεν είναι καθόλου τυχαίο που οι πολίτες, και ιδιαίτερα οι νέοι, στις μεγάλες πόλεις της Ευρώπης, ξεχύνονται στους ανοιχτούς χώρους και στις πλατείες, για να επικοινωνήσουν και να διασκεδάσουν. Η πιο εντυπωσιακή έξοδος τελευταία ήταν αυτή στην πλατεία των Βρυξελλών, όπου βγήκαν οι νέοι και εκεί τους υποδέχτηκε, εκτός των άλλων, και η έφιππη αστυνομία -θυμίζοντας εικόνες από τα παλιά.
Οι κινητοποιήσεις των εργαζομένων
Πέρα, όμως, από αυτές τις μαζικές εξόδους, οι κυβερνήσεις ενοχλούνται ιδιαίτερα από τις κινητοποιήσεις των εργαζομένων και των συνδικάτων, καθώς και της νεολαίας, που διεκδικεί το άνοιγμα των πανεπιστημίων.
Στο τέλος Μαρτίου τα βελγικά συνδικάτα, EFGTB και CFSC, πραγματοποίησαν την πρώτη τους γενική απεργία, με βασικό αίτημα την αύξηση του κατώτατου μισθού. Μια απεργία που απλώθηκε σε όλη τη χώρα και σίγησαν μεγάλες βιομηχανικές μονάδες. Έντονη ήταν και η δραστηριότητα των γαλλικών συνδικάτων, που πήραν πρωτοβουλίες για την υπεράσπιση των κοινωνικών υπηρεσιών και τη στήριξη του υγειονομικού τομέα. Τέλος, να επισημάνουμε την ενωτική κινητοποίηση των οργανώσεων της νεολαίας: UNEF, οι μαθητές, οι εργαζόμενοι, καθώς και πολιτικές νεολαίες της Αριστεράς και της Οικολογίας, για την υπεράσπιση των κοινωνικών δικαιωμάτων που επιχειρεί να περικόψει η κυβέρνηση.
Οι κινητοποιήσεις αυτές δεν είναι οι μοναδικές σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με τις οποίες τα συνδικάτα και οι οργανώσεις θέτουν τα ερωτήματα: ποια θα είναι η πορεία της Ευρώπης μετά την πανδημία; Με ποιες πολιτικές θα κλείσουν οι πληγές που άνοιξε η πανδημία, με την εκτίναξη της ανεργίας και την αύξηση των ανισοτήτων; Πώς θα κερδηθεί ο χαμένος χρόνος και πώς θα ανοίξουν οι προοπτικές για τη νέα γενιά; Τα ερωτήματα αυτά τέθηκαν και συζητήθηκαν και στο Διεθνές Γραφείο Εργασίας (ΔΓΕ), που αναγνωρίζει πως στο εξής «θα βρίσκονται στο κέντρο των δημόσιων συζητήσεων», όπως αναφέρει το παρατηρητήριό του σε πρόσφατη έκθεσή του και, στη συνέχεια, επισημαίνει: «βρισκόμαστε σε ένα σταυροδρόμι», ο ένας δρόμος είναι αυτός που οδηγεί στην ανάπτυξη και στη συσσώρευση πλούτου, χωρίς όμως να λύνει τα βασικά προβλήματα -όπως είναι οι ανισότητες, οι οποίες όλο και περισσότερο διευρύνονται και τελικά οδηγούν στο δρόμο μιας νέας κρίσης.
Υπάρχει και ένας άλλος δρόμος: της ανάκαμψης που έχει στο κέντρο των προτεραιοτήτων της τον άνθρωπο. Μια ανάκαμψη, με την ενίσχυση των εισοδημάτων και την ανάπτυξη των κοινωνικών δομών. Μια τέτοια ανάπτυξη θα πρέπει ασφαλώς να στηριχτεί και από τις δημοσιονομικές πολιτικές. Ένας τέτοιος προγραμματισμός, «προϋποθέτει το σεβασμό των κοινωνικών δικαιωμάτων και του κοινωνικού διαλόγου», αναφέρει ο πρόεδρος του ΔΓΕ, Γκι Ράϊντερ.
Ποιο το μέλλον για τους νέους;
Η ελληνική κυβέρνηση βρίσκεται πολύ μακριά από αυτούς τους προβληματισμούς. Έχει στρέψει το βλέμμα της προς τα πίσω και, κυρίως, την τριετία 2012 – 2014. Μεταξύ άλλων, επιχειρεί να επιβάλει την κατάργηση των Συλλογικών Συμβάσεων και την κατάργηση του οχταώρου. Ενώ, αντίθετα, στις ευρωπαϊκές χώρες προβάλλεται όλο και πιο συχνά το αίτημα για τη μείωση των ωρών εργασίας, ως δομικό στοιχείο για τη μείωση της ανεργίας και την αύξηση της απασχόλησης. Με τα μέτρα που προτείνουν τα ευρωπαϊκά συνδικάτα προστατεύονται ειδικά οι νέοι και οι νεοεισερχόμενοι στην αγορά εργασίας. Τι προτείνει η ελληνική κυβέρνηση στον κόσμο αυτό; Ποιο μέλλον τους επιφυλάσσει; Τους προτείνει την «ελεύθερη αγορά» και την «καλή θέληση» της εργοδοσίας.
Ωστόσο, η αγορά εργασίας έχει απορρυθμιστεί. «Πρόκειται για μια ζούγκλα, της οποίας η διαμόρφωση ξεκίνησε από τα χρόνια του “εκσυγχρονισμού”», όπως έχει πει παλιός συνδικαλιστής. Δεν υπάρχουν περιθώρια για «μεταρρυθμίσεις», παρά μόνον προς την αντίθετη κατεύθυνση από αυτήν που επιδιώκει η κυβέρνηση. Το υπό «επεξεργασία» σχέδιο νόμου πρέπει να μείνει στα συρτάρια του κ. Χατζηδάκη. Οι εργαζόμενοι και τα συνδικάτα θα πρέπει να κινητοποιηθούν άμεσα για να μη συζητηθεί καν μια νέα αντεργατική, αντικοινωνική και αντιδημοκρατική «μεταρρύθμιση». Οι σχετικές πρωτοβουλίες του Εργατικού Κέντρου Αθήνας που έχουν ήδη εκδηλωθεί, θα πρέπει να αγκαλιαστούν από ευρύτερες κοινωνικές και συνδικαλιστές δυνάμεις, ώστε να αποτελέσουν ένα ευρύ μέτωπο αντίστασης κατά της αντεργατικής πολιτικής της κυβέρνησης Μητσοτάκη.