Επικοινωνία και πολιτική ήταν πάντα αλληλένδετες. Η σχέση τους δεν ήταν βεβαίως πάντα ίδια. Αλλοτε απλώς συγκατοικούσαν, έχοντας η κάθε μια την ελευθερία να κάνει ό,τι θέλει, γνωρίζοντας ωστόσο ότι η μία έχει ανάγκη την άλλη. Αλλοτε πάλι συμβίωναν, μοιράζονταν περισσότερα πράγματα, αλλά η σχέση τους δεν ήταν τόσο ασφυκτική, άφηνε περιθώρια μιας σχετικής άνεσης ανεξάρτητων κινήσεων. Αλλά υπάρχουν και οι περιπτώσεις, όπου μιλάμε για γάμο και μάλιστα παλαιομοδίτικο, με όλες τις υποχρεώσεις που αυτός συνεπάγεται, ειδικά σε μια συντηρητική βαλκανική χώρα. Το ερώτημα «που θα πας μόνη σου» δεν τίθεται τότε καν. Ολα τα κάνουν μαζί, η μια για την άλλη, η μια με την άλλη.
Στην Ελλάδα ο γάμος παραμένει «ιερός». Αρα η επικοινωνία και η πολιτική είναι πια τόσο «παντρεμένες», που δεν μπορούν να διανοηθούν την ύπαρξή τους αυτόνομα. Η μια θέλει εικόνες για να γράφει. Η άλλη θέλει να της γράφουν ή μάλλον καλλιγράφουν την εικόνα της. Οριο προς τα πάνω ή προς τα κάτω -είναι θέμα οπτικής- δεν υπάρχει.
Η σημερινή κυβέρνηση έχει ξεπεράσει και τους καλύτερους δασκάλους στην αφοσίωσή της στον επικοινωνισμό. Φαίνεται ότι αυτό έχει αποτέλεσμα αν πιστέψουμε τις δημοσκοπήσεις. Οι κοιλιακοί του πρωθυπουργού, η υπέρκομψη σύζυγος, η κούπα του Χάρβαρντ, η κόρη που κατέχει απέξω και ανακατωτά τον ΑΜΚΑ της, οι αυθόρμητες λαϊκές εκδηλώσεις, οι selfies με χαρούμενα παιδάκια, οικοδομούν την εικόνα του καταλληλότερου. Ενοχλητικές μεν για ορισμένους, απλές χαριτωμενιές ωστόσο αν τις δεις στην ουσία τους. Σε τελική ανάλυση, αν αυτοί που κάθονταν πάνω στις σανόμπαλες στη γνωστή φωτογραφία θέλουν να τις μαγειρέψουν για να τις καταναλώσουν ως τροφή, δικαίωμά τους.
Ομως, όταν οι χαριτωμενιές τέτοιου τύπου επιστρατεύονται για να καλύψουν τεράστια κενά πολιτικής ουσίας σε τομείς που αφορούν την υγεία μας ή την ίδια την εθνική κυριαρχία, εκεί μάλλον κάποιος θα πρέπει να τους τραβήξει χειρόφρενο. Είδαμε τη στρατηγική να ξεδιπλώνεται και εν μέσω πανδημίας. Αν μετρήσουμε πόσες ΜΕΘ έχει εγκαινιάσει ο «καταλληλότερος», αν προσθέσουμε πόσους γιατρούς έχει εξαγγείλει ότι προσέλαβε μέσα σε ένα χρόνο, θα πρέπει να πιστέψουμε ότι έχουμε το πιο στιβαρό δημόσιο σύστημα Υγείας παγκοσμίως. Αλλά ποιός κάθεται να μετρήσει τώρα;
Κάτι ανάλογο ισχύει και στα θέματα εξωτερικής πολιτικής.
Η πιο πρόσφατη και κραυγαλέα περίπτωση αυτή της διπλωματικής μας «επιτυχίας» στη Λιβύη. Ενας αδιάβαστος πρωθυπουργός, που ταξιδεύει λες για αναψυχή σε μια ουσιαστικά εμπόλεμη χώρα, για να συναντήσει χωρίς προετοιμασία, και όπως φάνηκε χωρίς στόχευση, μια λιβυκή ηγεσία όχι και τόσο έντιμου πρότερου βίου και γνωστή για τον ακραιφνή φιλοτουρκισμό της. Η οποία μερικές μέρες μετά τον εκθέτει, με αγκαλιές και φιλιά με τον Ερντογάν. Δεν ήταν η πρώτη φορά, που οι «χαριτωμενιές» επιστρατεύτηκαν ως ακαταμάχητο όπλο στη διπλωματική μας φαρέτρα. Οπως τότε, που στρώναμε τα κόκκινα χαλιά για να υποδεχτούμε ένα πολεμοχαρή στρατηγό (κατ' άλλους εκδοροσφαγέα) με τιμές αρχηγού κράτους για να δείξουμε στους κακούς Γερμανούς που μας άφησαν απρόσκλητους, ότι μπορούμε και εμείς να σταθούμε στα υψηλά σαλόνια της παγκόσμιας διπλωματίας. Για να μην αναφερθούμε σε άλλες επικοινωνιακές παρωδίες πριν από Συμβούλια Κορυφής, όπου ο πρωθυπουργός «δεν θα γύριζε» αν δεν πετύχαινε αυτό που ζητούσε από τους εταίρους.
Τα πολλά λόγια είναι φτώχεια. Οι επικοινωνιακές εκστρατείες είναι ιδανικές για πρωινάδικα, που αυτοαποκαλούνται ενημερωτικά σε φίλια κανάλια. Οταν μετατρέπονται σε κεντρικό εργαλείο άσκησης εξωτερικής πολιτικής μπορεί να εξελιχθούν σε απρόβλεπτες τραγωδίες. Ας βρεθεί κάποιος να τους το πει. Εκτός συνόρων ισχύουν άλλοι κανόνες. Να τελειώνει επιτέλους αυτή η κακόγουστη σκηνοθεσία.