Ένα ταξίδι από την Σκύρο στην Αγγλία και από την Αγγλία στην Ικαρία και τον Πειραιά. Ένα ταξίδι από τον πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο στο σήμερα. Ένα ταξίδι στις αγωνίες και στους φόβους των ανθρώπων. Άλλοτε παράλογοι ή παράλογα λογικοί, άλλοτε εμπαθείς ή συμπαθείς, άλλοτε ειλικρινείς και σπαρακτικοί.
Το έργο «Αυτοί του περπατούν στα σύννεφα» του Γιάννη Σκαραγκά, η νέα παραγωγή του θεάτρου Olvio, σε σκηνοθεσία Νατάσας Παπαμιχαήλ, ξεκινά τις ψηφιακές παραστάσεις του από 16/4 έως 16/5 μέσω της πλατφόρμας του viva.gr.
Ενας νεκροθάφτης, ένα παντρεμένο ζευγάρι, μια νοσοκόμα, τρεις φίλοι, η Βιρτζίνια Γουλφ και ο κος Στιντ, ένας άντρας, η μάνα και μια πόρνη, συζητούν ή μονολογούν για τον Άγγλο ποιητή Ρούπερτ Μπρουκ που απεβίωσε στη Σκύρο κατά τη διάρκεια του A’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Επικήδειοι, θριαμβολογίες, ιδεολογίες, ιστορικές αλήθειες, συναισθηματισμοί, όλα κάτω από το χώμα που θα τα σκεπάσει... Κι αυτός είναι ο μόνος λόγος για να ζει κανείς αληθινά, άφοβα και με ευγνωμοσύνη για ό,τι του δόθηκε.
Πώς συνομιλεί το έργο του Γιάννη Σκαραγκά με το σήμερα; «Είναι ένα εξαιρετικό έργο, που αναφέρεται στη ζωή του Άγγλου ποιητή Ρούπερτ Μπρουκ, ο οποίος ανήκει σε μια παρέα με τη Βιρτζίνια Γουλφ και άλλους διανοούμενους της εποχής του. Η σύνδεση με το σήμερα βρίσκεται ακριβώς στον τίτλο του έργου. Ποτέ δε θα πάψουν να υπάρχουν άνθρωποι που περπατούν στα σύννεφα και να ονειρεύονται με έναν άλλο διαφορετικό τρόπο από αυτόν που η καθημερινότητα και τα συστήματα προστάζουν τους ανθρώπους να ακολουθούν», εξηγεί ο ηθοποιός Δημήτρης Μαύρος ο οποίος υποδύεται τον νεκροθάφτη, που είναι παρών στην τελετή ταφής του Ρούπερτ Μπρουκ στην Σκύρο. «Ο νεκροθάφτης είναι ο άνθρωπος ο οποίος μέσα από τους νεκρούς και τη σιωπή τους επινοεί τις ιστορίες αυτών των ανθρώπων. Οραματίζεται, σκέφτεται, φαντάζεται και δημιουργεί ιστορίες για αυτούς», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Δημήτρης Μαύρος. «Η σιωπή εμπεριέχει τον θόρυβο των ιστοριών, που δημιουργούνται μέσα στη σκέψη του. Κάθε σιωπή κρύβει έναν θόρυβο, όπως και η αίσθηση του κενού πάντα κρύβει κάτι. Η σιωπή κρύβει την ανείπωτη κραυγή εκείνου που την αντιλαμβάνεται».
Τι αντιλαμβάνεται ωστόσο ο νεκροθάφτης από αυτή τη σιωπή; «Αντιλαμβάνεται τις ζωές των άλλων, τις ζωές των ανθρώπων που φεύγουν. Ο καθένας μας έχει δικαίωμα να φανταστεί τις ζωές των άλλων. Να δημιουργήσει μέσα από τη σιωπή τους τη δική του ιστορία. Πόσο αυτή η ιστορία συμπίπτει και ταυτίζεται με την πραγματικότητα των ανθρώπων; Αν δεν υπήρχε η αμφιβολία για αυτό δεν θα προχωρούσε ο κόσμος. Γιατί τότε θα ξέραμε με ακρίβεια τι συμβαίνει στους απέναντι», αναφέρει ο ηθοποιός.
Κάποιες στιγμές αυτοί οι άνθρωποι κατεβαίνουν βαθιά στον απώτερο εαυτό τους και ανακαλύπτουν μαύρα, μα λαμπερά, διαμάντια που δεν αφορούν πια το Εγώ αλλά το Όλον. Εκεί δεν υπάρχει εποχή, συγκεκριμένος τόπος, χρόνος, εκεί υπάρχει μόνο το Πάντα του ανθρώπου που προσπαθεί με το σώμα του να ξεγελάσει το θάνατο. Ακόμα κι ο ηρωισμός είναι ένα τυχαίο γεγονός που έχει να κάνει με την ανάγκη να παραμείνει κάποιος ζωντανός. Ο Δημήτρης Μαύρος υπογραμμίζει ότι «πάντα το μαύρο και το άσπρο έχουν να κάνουν με τον τρόπο που αντιλαμβάνεται ο απέναντι το χρώμα όπως το βλέπει. Για κάποιον το μαύρο μπορεί να είναι λευκό και το αντίθετο. Δεν μιλάμε για ακραίες εκφάνσεις συμπεριφοράς ενός ανθρώπου, αλλά μιλάμε για τον ιδεαλιστικό χώρο. Τον χώρο που γεννιέται μέσα στη σκέψη του ανθρώπου. Θα μπορούσαμε να προσδιορίσουμε ως μαύρο αυτό που δεν αντέχει το σύστημα που βρίσκεται απέναντί μας».
«Αυτοί που περπατούν στα σύννεφα» είναι μια ιστορία για τις αναμνήσεις των ανθρώπων που μας αγάπησαν αφόρητα, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Γιάννης Σκαραγκάς συγγραφέας του έργου. «Μέσα από το έργο περνούν οι ιστορίες που πραγματικά αγάπησαν τον Ρούπερτ Μπρουκ. Την ιστορία την γράφουν κατά τη διάρκεια της δικής μας απουσίας, οι άνθρωποι που μας αγάπησαν πολύ», συμπληρώνει ο Δημήτρης Μαύρος.
Το θέατρο Olvio έχοντας μία «παράδοση» χρόνων στο ανέβασμα ενδιαφερόντων έργων από την ελληνική και την παγκόσμια δραματουργία, που διευρύνουν την έννοια του θεάτρου αλλά και της σχέσης κοινού και ηθοποιών, αυτή τη φορά επιλέγει να παρουσιάσει στο κοινό ένα έργο μέσο της ψηφιακής οδού.
Με τα θέατρα να παραμένουν κλειστά περισσότερο από ένα χρόνο και με την πολιτεία να συνεχίζει να αγνοεί τα προβλήματα του καλλιτεχνικού κλάδου, ας συνεχίσουμε να στηρίζουμε το θέατρο και όλες τις τέχνες έστω και μέσω του διαδικτύου, μέχρι να επιτραπεί η επιστροφή μας στο φυσικό χώρο του θεάτρου, εκεί που δεν μεσολαβεί ο «γυάλινος τοίχος» που μας υποβάλλει η χρήση ηλεκτρονικού υπολογιστή.
Και σημαντικότερο όλων, ας μην ξεχνάμε ότι παρακολουθούμε ψηφιακές παραστάσεις και όχι προβολές έργων. Ας κρατήσουμε αυτή τη σύμβαση και όλοι εμείς που γράφουμε για τη θεατρική τέχνη, προστατεύοντας την έστω με αυτόν τον τρόπο. Το θέατρο γεννήθηκε για να τελείται παρουσία κοινού, χωρίς κανένα τεχνικό εμπόδιο, με τους θεατές να γίνονται μάρτυρες αυτής της μυσταγωγίας, αυτού του μυστηρίου που οδηγεί τελικά στην κάθαρση του νου και των ψυχών.