Πιστή στη συντηρητική της ιδεολογία, η κυβέρνηση συνεχίζει να βάζει στο στόχαστρο τις κοινωνικά ευάλωτες ομάδες, υπενθυμίζοντας συνεχώς με την πολιτική της τη φράση του πρωθυπουργού, Κ. Μητσοτάκη, ότι «δεν είμαστε όλοι ίσοι», όπως και την απέχθειά της σε κάθε τι δημόσιο και δημοκρατικά αυτοδιοικούμενο. Έτσι, μετά την αστυνόμευση των πανεπιστημίων και την περιθωριοποίηση πολλών ομάδων που δεν μπορεί να δεχτεί στον «άριστο» κόσμο της (προώθηση κλειστών κέντρων για τους πρόσφυγες, εμπόδια στη λήψη ιθαγένειας για τους μετανάστες, πάγωμα προγραμμάτων για Ρομά κ.ά), σειρά τώρα παίρνουν οι άνθρωποι με προβλήματα εθισμού και το Κέντρο Θεραπείας Εξαρτημένων Ατόμων (ΚΕΘΕΑ).
Διάψευση των διαβεβαιώσεων
Η ανησυχία για το μέλλον του φορέα -που δραστηριοποιείται επιτυχώς εδώ και 38 χρόνια- είχε ξεκινήσει από το φθινόπωρο του 2019, όταν η κυβέρνηση κατήργησε το αυτοδιοίκητό του και στη θέση του αιρετού, άμισθου Διοικητικού Συμβουλίου, διόρισε άλλο έμμισθο (θα διορίζεται από την εκάστοτε κυβέρνηση ανά τρία χρόνια). Από αυτό συστάθηκε ομάδα εργασίας, προκειμένου να καταρτίσει προσχέδιο για οργανόγραμμα και κανονισμό λειτουργίας. Να σημειωθεί ότι ο φορέας προφανώς έχει ήδη και από τα δύο, παρά τα όσα ακούγονται αυτές τις μέρες, απλά πρέπει να οριστούν σε νέο νόμο, λόγω των αλλαγών στο αυτοδιοίκητο.
«Η κυβέρνηση τότε, όπως και το νέο ΔΣ, μάς είχαν διαβεβαιώσει ότι δεν πρόκειται να αλλάξει η λειτουργία και το θεραπευτικό μοντέλο του ΚΕΘΕΑ, αλλά ότι η όποια αλλαγή θα αφορούσε μόνο τον καλύτερο οικονομικό έλεγχο. Κάτι που γνωρίζαμε εξαρχής ότι ήταν ψέμα, αφού στα 38 χρόνια δεν υπήρξε ποτέ κάποιο σχετικό πρόβλημα, για να λέγεται αυτό», σημειώνει στην «Εποχή» ο Τάκης Χαλδαίος, υπεύθυνος του προγράμματος ΚΕΘΕΑ Διάβαση.
Δυστυχώς, ενάμιση χρόνο μετά οι φόβοι επιβεβαιώθηκαν, αφού το προσχέδιο που δόθηκε για «διαβούλευση» πριν από λίγες ημέρες στους εργαζομένους -χωρίς να έχει ζητηθεί πριν η συνεργασία τους, ούτε των θεραπευόμενων και των συλλόγων οικογενειών του ΚΕΘΕΑ- αλλάζει εντελώς τη λειτουργία των θεραπευτικών προγραμμάτων, τα οποία επίσης συγχωνεύει. Το γεγονός ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων, όπως φάνηκε από τις ανακοινώσεις τόσο του συλλόγου εργαζομένων, όσο και παλιών μελών του ΔΣ του ΚΕΘΕΑ, ακαδημαϊκών και επιστημόνων.
Από θεραπευτική κοινότητα, πελάτες
Μεταξύ άλλων, το προσχέδιο ορίζει τη συγχώνευση τμημάτων προγραμμάτων που είτε δραστηριοποιούνται σε διαφορετικές πόλεις, είτε αφορούν διαφορετικά αντικείμενα (ναρκωτικά, αλκοόλ, ίντερνετ, τυχερά παιχνίδια) και διαφορετικές ομάδες (έφηβοι, ενήλικες, κρατούμενοι, γονείς, πρόσφυγες κτλ). «Συγχωνεύονται προγράμματα ανηλίκων και ενηλίκων ή δουλειάς που γίνεται στο δρόμο, με προγράμματα για νόμιμες εξαρτήσεις και άλλα, που ειλικρινά δεν μπορούμε να καταλάβουμε πώς θα λειτουργήσουν και ούτε εξηγείται στο προσχέδιο το πώς και το γιατί», επισημαίνει ο Τάκης Χαλδαίος.
Η σημαντικότερη αλλαγή, όμως, όπως τονίζει, που αλλοιώνει τη φυσιογνωμία του ΚΕΘΕΑ, είναι η κατάργηση της θεραπευτικής κοινότητας, αφού πια δεν θα συμμετέχει στις αποφάσεις, αλλά όλα θα καθορίζονται από εντολές του ΔΣ. Η συμμετοχή, όμως, των θεραπευόμενων είναι βασικό στοιχείο της θεραπείας τους, αφού η φιλοσοφία πίσω από αυτό είναι ότι δεν αντιμετωπίζονται σαν απλά θύματα ενός εθισμού, που λαμβάνουν μια υπηρεσία βοήθειας, αλλά γίνονται υπεύθυνοι της ζωής τους:
«Για παράδειγμα, στη Διάβαση για οτιδήποτε αφορά την κοινότητά μας, από τη διαχείριση του σπιτιού, μέχρι το αν θα κάνουμε κάποια εκδρομή, συναποφασίζουμε όλοι μαζί. Δεν επιβάλλει κάποιος υπεύθυνος από πάνω τι θα γίνει, καθώς η συμμετοχή στις αποφάσεις παίζει μεγάλο ρόλο στην επανένταξη και είναι ένα μοντέλο που αποδίδει τόσα χρόνια. Αυτή είναι η ριζοσπαστική συμβολή του ΚΕΘΕΑ στην κοινωνία. Δεν είναι απλά η αποχή από την χρήση, αλλά ότι εμείς και η κοινότητα στηρίζουμε τους ανθρώπους που, μέσω της δικής τους προσπάθειας, χτίζουν μια διαφορετική αντιμετώπιση της ζωής και γίνονται ενεργά μέλη της κοινωνίας».
Αντίστοιχα, ο Νίκος Παρασκευόπουλος, πρ. πρόεδρος του ΔΣ ΚΕΘΕΑ, πρ. υπουργός Δικαιοσύνης και ομ. καθηγητής Νομικής, υπογραμμίζει πως «οι αλλαγές που προτείνονται, οδηγούν σε μια ανατροπή άρδην της φυσιογνωμίας του οργανισμού. Το χαρακτηριστικό του ΚΕΘΕΑ είναι ότι παράγει δραστηριότητα θεραπείας και γνώσης από τα κάτω, επειδή η επιστημονική βάση των δράσεών του είναι η κοινωνική αλλαγή. Για να ξεφύγει, δηλαδή, ένας άνθρωπος από τις εξαρτήσεις, δεν αρκεί μόνο η ιατρική και ψυχολογική βοήθεια (και οι δύο απαραίτητες και δίνονται μέσα από τα προγράμματα), αλλά πρέπει να υπάρξει και μια αλλαγή στις κοινωνικές του σχέσεις. Πρόκειται για στεγνά προγράμματα, με πολιτική φυσιογνωμία αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, με κύριο, δηλαδή, γνώρισμα τον κοινωνικό και πολιτικό δρόμο της αλλαγής».
Συγκεκριμένα, σε κάθε πρόγραμμα υπάρχουν οι θεραπευτικές κοινότητες, όπου όλοι οι θεραπευόμενοι μαζί με τους εργαζομένους συναποφασίζουν για τη λειτουργία. Έπειτα υπάρχει το συμβούλιο κάθε προγράμματος, όπου μετέχουν όλοι οι συντονιστές των κοινοτήτων, και το Συμβούλιο Πολιτικής ΚΕΘΕΑ, που αποτελείται από τους υπεύθυνους κάθε προγράμματος και εισηγείται προτάσεις στο ΔΣ. Παράλληλα, λειτουργεί και η Γενική Συνέλευση, που αποτελείται περίπου από 800 άτομα (προσωπικό, θεραπευόμενοι, πρόεδροι συλλόγων οικογενειών και παλαιά μέλη διοίκησης). Όλη αυτή η δημοκρατική πυραμίδα λειτουργίας παύει να υφίσταται τώρα, αφού καταργείται το Συμβούλιο Πολιτικής, η Γενική Συνέλευση δεν θα λαμβάνει αποφάσεις, παρά μόνο θα επικυρώνει, και το ΔΣ θα αποφασίζει μόνο του, ακόμα και για το επίπεδο των κοινοτήτων.
Ταυτόχρονα, αλλάζει και ο κανονισμός εργασίας και οι υπεύθυνοι πια δεν θα επιλέγονται εσωτερικά από τις επιτροπές συναδέλφων, αλλά πάλι από το ΔΣ, «διαδικασία που μπορεί να είναι διαβλητή», όπως τονίζει ο Τάκης Χαλδαίος. Επίσης, μπορεί να διατηρείται η δυνατότητα πρόσληψης παλιών θεραπευόμενων, αλλά πλέον θα υπάρχει ταβάνι στην ανέλιξή τους, αφού για κάποιες θέσεις θα λαμβάνονται υπόψιν μόνο εξειδικευμένα προσόντα, «αγνοώντας τις εκπαιδεύσεις και τις γνώσεις που αποκτούν οι άνθρωποι από τα προγράμματα του ΚΕΘΕΑ».
Η δημοκρατία φοβίζει
Παραμένει δε αναπάντητο το ερώτημα για ποιο λόγο προωθείται αυτό το ξήλωμα. Από την ανακοίνωση του διορισμένου ΔΣ, όπου σημειώνει πως δεν αλλάζει κανένα θεραπευτικό μοντέλο, αλλά πρόκειται για μια νέα αρχή «που σέβεται τα 20 και πλέον εκατομμύρια ευρώ κρατικών πόρων», διαφαίνεται μια συγκεντρωτική λογική, βάσει της οποίας εφόσον κάτι χρηματοδοτείται κρατικά, θα πρέπει να ελέγχεται και πλήρως από την κεντρική εξουσία.
Παράλληλα, αφήνει να υπονοηθεί ότι το παλαιό μοντέλο διοίκησης έχει περιθώρια για οικονομικές ατασθαλίες. Γεγονός που απέχει παρασάγγας από την αλήθεια, αφού, πρώτον, με τη συγκέντρωση όλων των αποφάσεων στο ΔΣ, ο έλεγχος θα είναι μικρότερος, και, δεύτερον, όχι μόνο δεν έχει υπάρξει ποτέ σχετική νύξη, αλλά «ο οργανισμός επειδή είχε χρηστή διαχείριση, κατέληξε να έχει ένα σημαντικό αποθεματικό. Επίσης έχει και πολλά δικά του ακίνητα, από χρήματα που μαζεύτηκαν από δωρεές και συμβολές των συλλόγων οικογενειών. Έχει, δηλαδή, μια περιουσία που αρκετοί θα θελήσουν να αξιοποιήσουν με “παραδοσιακούς τρόπους”. Δεν το λέω αυτό για συγκεκριμένα πρόσωπα, αλλά για ένα συστημικό κίνδυνο που υπάρχει», επισημαίνει ο Νίκος Παρασκευόπουλος.
Το μοντέλο δε λειτουργίας που ακολουθείται στο ΚΕΘΕΑ, δεν έχει εργολαβίες για το μαγείρεμα, την καθαριότητα, τη φύλαξη κ.ο.κ, αφού οι δουλειές εκτελούνται από τη θεραπευτική κοινότητα, γεγονός που εξοικονομεί και χρηματικούς πόρους. Από την άλλη πλευρά, βέβαια, αυτοί οι τομείς για μια νεοφιλελεύθερη διακυβέρνηση αποτελούν και ένα ανεκμετάλλευτο πεδίο κέρδους, όπου θα ήθελε να εισάγει πιθανώς τους ιδιώτες.
«Δυστυχώς, υπάρχουν πολλοί λόγοι για να μη θέλουν να στηρίξουν προγράμματα κοινωνικής και πολιτικής αλλαγής. Το γεγονός ότι η ζωή μπορεί να αλλάξει προς το καλύτερο ή ότι ο κόσμος δουλεύει καλύτερα όταν έχουμε δημοκρατικές σχέσεις και μια άμεση επαφή των ανθρώπων, είναι ένα επαναστατικό μήνυμα. Μια εξουσία γιατί να θέλει να δείξει ότι ένα τέτοιο μοντέλο είναι επιτυχές, τη στιγμή που παραδοσιακά μοντέλα της αγοράς δεν μπορούν να πετύχουν τίποτα;», τονίζει ο πρ. πρόεδρος του ΔΣ.
* * *
«Δεν πλήττουν μόνο το ΚΕΘΕΑ,
αλλά όλη την κοινωνία»
«Εγώ ήμουν ένα άτομο που δεν πίστευα καν ότι θα μπορούσα να θεραπευτώ και τα κατάφερα στο ΚΕΘΕΑ εν Δράσει, στο πρόγραμμα που δραστηριοποιείται στις φυλακές. Το ίδιο είδα να συμβαίνει και σε πολλά άλλα παιδιά. Είδα να γίνονται πραγματικά θαύματα. Η απεξάρτηση, που είναι μια πράξη ελευθερίας, ειδικά όταν συμβαίνει σε ένα καθεστώς ανελευθερίας, είναι διπλά σημαντική.
Η κυβέρνηση έχει δείξει με τις πολιτικές της γενικότερα ότι δεν ενδιαφέρεται για πολλά στρώματα της κοινωνίας που θεωρεί κατώτερα. Άρα για ποιο λόγο να ενδιαφερθεί τώρα για το τι θα γίνουν οι «πρεζάκηδες»; Πιθανά να σκέφτεται και πάλι την ιδιωτικοποίηση. Η θεραπεία των εξαρτήσεων, όμως, έγκειται στην απεξάρτηση και την επανένταξη. Αν υποθέσουμε έστω ότι επιτυγχάνεται το πρώτο σε ένα ιδιωτικό πρόγραμμα, το δεύτερο πώς θα επιτευχθεί; Χωρίς την επανένταξη, η απεξάρτηση είναι απλά άκυρη. Επιπλέον με τους κρατούμενους εξαρτημένους, τι θα γίνει; Θα ενδιαφερθούν οι ιδιώτες;
Είναι πραγματικά ανήκουστο ότι πάνε να καταστρέψουν τη μοναδική βοήθεια γι’ αυτούς τους ανθρώπους. Δεν πλήττουν το ΚΕΘΕΑ έτσι, αλλά όλη την κοινωνία. Γι’ αυτό και όλοι μαζί πρέπει να το προστατέψουμε».
Μ., ψυχολόγος, πρ. θεραπευόμενη του ΚΕΘΕΑ Εν Δράσει
* * *
«Δεν τους νοιάζει η υγεία των χρηστών»
«Αν δεν ήταν το ΚΕΘΕΑ, εμείς δεν θα μιλούσαμε αυτή τη στιγμή. Πάντα ήθελα να ζήσω την επανάσταση. Η μόνη επανάσταση που έζησα τελικά, ήταν αυτή που έκανα προς τον εαυτό μου, με τη βοήθεια κάποιων ανθρώπων για να σταθώ ξανά στα πόδια μου. Για μένα το ΚΕΘΕΑ έχει φωνή, χρώμα, τραγούδι και αγαπημένους ανθρώπους, που ακόμα και αν δεν είναι στη ζωή, συνεχίζουν να αποτελούν έμπνευση.
Αυτό που πάει να γίνει τώρα, δεν τους τιμά και δεν αξίζει στον οργανισμό. Δικαίωμα να αναδιαμορφώσουν το ΚΕΘΕΑ έχουν αυτοί που βάζουν τα χέρια τους στη φωτιά. Οι άνθρωποι που είναι από πάνω και δεν έχουν καμία σχέση με τις κοινότητες, δεν έχουν κανένα δικαίωμα και γνώση.
Η κυβέρνηση προφανώς δεν νοιάζεται για την υγεία των χρηστών, το έχει δείξει ότι είναι ενάντια στην κοινωνία πολλάκις. Απλά το ΚΕΘΕΑ χρηματοδοτείται από το κράτος και το θεωρούν τσιφλίκι τους. Δεν θέλουν το καθαρό πρόγραμμα, γιατί δεν έχει λεφτά. Προτιμούν τα υποκατάστατα, που φέρνουν χρήματα στις φαρμακευτικές.
Η μορφή, όμως, επηρεάζει και το περιεχόμενο. Όταν στο προσχέδιο δεν γίνεται λόγος πια για θεραπευτική κοινότητα, αλλά για ξενώνα, καταλαβαίνουμε ότι η φιλοσοφία αλλάζει και γίνεται κάτι αποκομμένο από τον θεραπευόμενο. Τον θεωρεί έναν ξένο, που θα παίρνει απλά υπηρεσίες. Αυτό αλλάζει τα πάντα».
Ιωάννα, απόφοιτη του ΚΕΘΕΑ εν Δράσει