«Παπαφλέσσας»
Την περασμένη Τετάρτη συμπληρώθηκαν 54 χρόνια από εκείνο το «Απότομο ξύπνημα»*, της 21ης Απριλίου 1967, όταν οι συνταγματάρχες, με τη βοήθεια του αμερικανικού παράγοντα, ανέτρεψαν τη δημοκρατία και επέβαλαν ένα ανελεύθερο, τυραννικό, δικτατορικό καθεστώς το οποίο διήρκησε 7,5 χρόνια.
Από την πρώτη στιγμή ξεκίνησαν οι συλλήψεις, τα βασανιστήρια, οι φυλακίσεις και οι εκτοπίσεις. Παράλληλα επεβλήθη καθεστώς λογοκρισίας και ένας τεράστιος προπαγανδιστικός μηχανισμός μπήκε σε λειτουργία.
Μεταξύ των μέσων προπαγάνδας που χρησιμοποίησε η δικτατορία για να στηρίξει την παράνομη εξουσία της, ήταν και ο κινηματογράφος. Έτσι εκτός από μια σειρά διασκεδαστικές, πλην ανώδυνες, κωμωδίες, φανταχτερά μιούζικαλ και οικογενειακά δράματα, γυρίστηκε μια σειρά ταινιών οι οποίες σκόπευαν στην «ανύψωση του πατριωτικού φρονήματος» των Ελλήνων και της υγιούς πολιτικής διαπαιδαγώγησης των μαθητών.
Το 1971, μεσούσης της δικτατορίας της 21ης Απριλίου, το καθεστώς των συνταγματαρχών βρήκε ιδανική ευκαιρία, για να προπαγανδίσει τα «επιτεύγματά» του, την επέτειο των 150 χρόνων από την Επανάσταση του 1821.
Οι δικτάτορες προσπάθησαν με μια σειρά από εορταστικές εκδηλώσεις, εμπλουτισμένες με το ελληνοχριστιανικό κιτς, στο οποίο αρίστευσαν, να τιμήσουν την επέτειο. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στα σχολεία, όπου σύμφωνα με εγκύκλιο του υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, έπρεπε να «ενδυναμωθούν τα πατριωτικά αισθήματα των μαθητών και να δημιουργηθεί ατμόσφαιρα εθνικής ανατάσεως μεταξύ του λαού της χώρας».
Έτσι με κρατική βοήθεια γυρίστηκαν δύο ταινίες με θέμα την Επανάσταση. Ο «Παπαφλέσσας» και η «Μαντώ Μαυρογένους».
Η πρώτη, σε σκηνοθεσία του Ερρίκου Ανδρέου, είχε ως πρωταγωνιστή τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ και παραγωγό τον ελληνοαμερικανό Τζέιμς Πάρις –το ελληνικό όνομα του οποίου ήταν Δημήτρης Παρασχάκης– εξειδικευθέντος εκείνα τα χρόνια σε ταινίες εθνικοπατριωτικού περιεχομένου. Η ταινία αναφέρεται στη ζωή του Παπαφλέσσα, από την κήρυξη της Επανάστασης, τη νίκη του εναντίον του Ιμπραήμ στα Δερβενάκια, μέχρι το θάνατό του στο Μανιάκι το 1825.
Τη δεύτερη σκηνοθέτησε ο Κώστας Καραγιάννης και έχει ως πρωταγωνίστρια την Τζένη Καρέζη, στο ρόλο της Μαυρογένους και μαζί της τον Πέτρο Φυσσούν, ως Υψηλάντη. Η ταινία αφηγείται τη ζωή της Μαυρογένους, από την κήρυξη της Επανάστασης μέχρι και λίγο μετά την απελευθέρωση, καθώς και τον απαγορευμένο έρωτα της με τον Υψηλάντη.
Οι δύο αυτές ταινίες, εργαλειοποιώντας τις εμφύλιες διαμάχες μεταξύ των επαναστατών του 1821 και των πολιτικών της εποχής, οδηγούν στο συμπέρασμα πως οι πολιτικοί είναι εκείνοι οι οποίοι ευθύνονται για τον εμφύλιο, ενώ οι αγωνιστές-στρατιωτικοί αποτελούν το ενοποιητικό στοιχείο του λαού, ώστε να συνεχιστεί ο αγώνας εναντίον των Τούρκων. Οι αναφορές είναι κάτι περισσότερο από εμφανείς.
Στις ταινίες κυριαρχεί η στερεοτυπική αντίληψη για τα γεγονότα του 1821. Το ίδιο συμβαίνει και στην ταινία «Σουλιώτες», που σκηνοθέτησε το 1972 ο Δημήτρης Παπακωνσταντής και αναφέρεται στον αγώνα των Σουλιωτών. Στην ταινία επαναλαμβάνεται η δήθεν προδοσία του Πήλιου Γούση, η οποία ουδέποτε συνέβη, καθώς και η θυσία των γυναικόπαιδων στο Ζάλογγο, η οποία δεν τεκμηριώνεται ισχυρά από καμία πηγή.
«Στα σύνορα της προδοσίας»
Ψυχροπολεμικός αντικομουνισμός
«Ο Παπαφλέσσας με τον Παπαμιχαήλ, δεν είναι υπερπαραγωγή», υποστηρίζει ο γνωστός και μη εξαιρετέος, Κώστας Πρέκας, πρωταγωνιστής ταινιών του Τζέιμς Πάρις, σε συνέντευξη που παραχώρησε το 2015 στον Γιώργο Πισαλίδη. «Υπερπαραγωγές είναι αυτές οι τρεις», λέει αναφερόμενος στις ταινίες «Στα σύνορα της προδοσίας», «Όχι» και «Η Μεσόγειος φλέγεται», στις οποίες πρωταγωνίστησε ο ίδιος.
Ο Τζέιμς Πάρις χρησιμοποιούσε χιλιάδες κομπάρσους τους οποίους εξασφάλιζε από τον στρατό. Με αφορμή αυτό, ο Κώστας Πρέκας αναφέρει: «Ο στρατός έδινε τότε δυνατότητες να κάνεις παραγωγές. Ο στρατός τότε έκανε πολιτισμό. Έδωσε τη δυνατότητα σε ανθρώπους του κινηματογράφου και του θεάτρου να κάνουν παραγωγές. Για να μην πω ότι σε κάποιους έδωσε και χρήματα και έφτιαξαν τα θέατρά τους. Όμως αυτά δεν τα λένε. Το ψέμα που έχει ειπωθεί για το χρονικό διάστημα της επταετίας, είναι κάτι το ασύλληπτο. Όμως αν μιλήσεις για την προσφορά αυτής της επταετίας, θα σε πουν φασίστα και ακροδεξιό. Αλλά, στα παλιά μου τα παπούτσια ό,τι και να πουν! Η επταετία είναι το υγιέστερο κομμάτι από το 1909 μέχρι και σήμερα».
Η πρώτη ταινία στην οποία αναφέρεται, «Στα σύνορα της προδοσίας», γυρίστηκε το 1968 σε σκηνοθεσία του Ντίμη Δαδήρα. Ένας πράκτορας της Κα Γκε Μπε, ο Γκεόργκε Ντιμίτριεβιτς, φτάνει με μυστική αποστολή στην Ελλάδα. Στα ίχνη του βρίσκεται ο ταγματάρχης της ελληνικής αντικατασκοπίας Κώστας Δήμου. Στην πορεία αποδεικνύεται πως οι δύο άνδρες είναι αδέλφια αλλά ο Ντιμίτριεβιτς βρέθηκε στο «σιδηρούν παραπέτασμα» ως θύμα του παιδομαζώματος! Στη δίκη που θα γίνει ο σοβιετικός κατάσκοπος δηλώνει μετανιωμένος, έτοιμος να πληρώσει για το έγκλημά του και η μεγαλόψυχη ελληνική δικαιοσύνη θα τον αθωώσει. Η ταινία βραβεύτηκε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης (καλύτερη ταινία, καλύτερη σκηνοθεσία, ερμηνείας για τον Πρέκα και τη Λιβυκού), ενώ έκοψε 710.995 εισιτήρια!
Δήθεν εθνική συμφιλίωση
Το 1969, ο Ανδρέας Παπασταματόπουλος, σκηνοθέτησε ένα «μνημειώδες» αντικομουνιστικό φιλμ, με τίτλο «Οι δραπέτες του Μπούλκες». Η εν λόγω ταινία, σε αντίθεση με την ταινία του Δαδήρα, έκοψε μόλις 6.842 εισιτήρια. Στην αρχή ακούμε τον αφηγητή να λέει: «Μετά το κίνημα του Δεκέμβρη 1944 τα βαρυνόμενα με διάφορες εγκληματικές πράξεις αριστερά στοιχεία, μη δυνάμενα να λογοδοτήσουν εντός του έθνους κατέφυγον μετά τη Συμφωνίαν της Βάρκιζας σε διάφορες χώρες του Παραπετάσματος. Εκεί οργανωθέντες εκ νέου άρχισαν πάλι το εγκληματικό τους έργο εναντίον της πατρίδος των. Ως τόπος εκπαιδεύσεως των παρεχωρήθη το Μπούλκες της Γιουγκοσλαβίας, το οποίο έγινε και ορμητήριόν των». Στο Μπούλκες, οι άνθρωποι υφίστανται πλύση εγκεφάλου από τους κομματικούς καθοδηγητές. Τρεις από αυτούς έχουν μετανιώσει που «πρόδωσαν την πατρίδα» και θέλουν να το σκάσουν. Από την άλλη πλευρά, ο ανθυπολοχαγός του Εθνικού Στρατού, Γιώργος, αναφέρεται στον αδελφό του ο οποίος είναι με τους αντάρτες. Πρόκειται για τον καπετάν-Γουλιέλμο έναν από τους τρεις που το σκάνε, τελικά, από το Μπούλκες.
Μετά από πολλές περιπέτειες οι φυγάδες θα φτάσουν στην Ελλάδα, θα πέσουν πάνω σε μία μάχη μεταξύ στρατού και «συμμοριτών», θα συλληφθούν, θα καταφέρουν να το σκάσουν και θα χτυπήσουν από τα νώτα τους «συμμορίτες». Ο ανθυπολοχαγός Γιώργος αντιλαμβάνεται πως οι αντάρτες χτυπιούνται μεταξύ τους. Γίνεται μια γενική έφοδος, η μάχη τελειώνει με νίκη των «καλών», οι τρεις οδηγούνται στο διοικητή. Για τη συγκεκριμένη ταινία η μόνη κριτική που μπορώ να κάνω συνοψίζεται στη λέξη «γελοία!».
Το 1971, σε παραγωγή του Τζέιμς Πάρις και σκηνοθεσία του Ερρίκου Ανδρέου, γυρίζεται η ταινία, «Δώστε τα χέρια», η οποία κινείται στο ίδιο μοτίβο του μετανιωμένου κομουνιστοσυμμορίτη ο οποίος επιστρέφει στην αγκαλιά των συγγενών, των φίλων και, πάνω απ’ όλα, της πατρίδας! Ο Γιώργος και ο Χρήστος είναι αδελφικοί φίλοι. Μάλιστα ο πρώτος, είναι ερωτευμένος με τη Φιλιώ, αδελφή του δεύτερου. Όταν μπαίνουν οι Γερμανοί στην Ελλάδα, ο Γιώργος θα ανέβει στο βουνό και η Φιλιώ θα τον ακολουθήσει, όπου και θα σκοτωθεί. Στον Εμφύλιο ο Γιώργος πηγαίνει με τους αντάρτες ενώ ο Χρήστος, ως αξιωματικός του στρατού, τον καταδιώκει. Θα τον συλλάβει και έτσι ο Γιώργος θα βρεθεί ενώπιον του στρατοδικείου.
Την ίδια χρονιά, ο Ηλίας Μαχαίρας σκηνοθέτησε την ταινία «Γράμμος-Βίτσι» (ή σκέτο «Γράμμος»), με ήρωες, και σε αυτήν την περίπτωση, δύο αδέλφια που βρίσκονται στα δύο αντίπαλα στρατόπεδα. Μπορεί η ταινία, όπως και οι προηγούμενες, να θέλουν να μιλήσουν για την «εθνική συμφιλίωση» αλλά το επιχειρούν χοντροκομμένα και υποκριτικά. Στη λογική τους η συμφιλίωση μπορεί να επέλθει μόνον με την παραδοχή του λάθους, την ανάληψη της ευθύνης και την υποταγή του ηττημένου.
* «Απότομο ξύπνημα», τίτλος ντοκιμαντέρ 4 επεισοδίων, για την αντιδικτατορική αντίσταση στη Θεσσαλονίκη, σε σκηνοθεσία Χρύσας Τζελέπη και Άκη Κερσανίδη. Και τα τέσσερα επεισόδια διατίθενται στην πλατφόρμα ERTflix.