«Ιησούς Χριστός Υπέρλαμπρο Άστρο»
Χειμώνας του 1973 και το πολιτικό κλίμα στη χώρα είναι τεταμένο. Έχει προηγηθεί η εξέγερση στο Πολυτεχνείο, η καταστολή της οποίας τερμάτισε τις αυταπάτες της όποιας «φιλελευθεροποίησης», ενώ ο ταξίαρχος Δημήτριος Ιωαννίδης ανατρέπει τον Παπαδόπουλο και τοποθετεί στη θέση του έναν πρωθυπουργό-μαριονέτα, τον Αδαμάντιο Ανδρουτσόπουλο.
Εν τω μεταξύ στο εξωτερικό σημειώνει μεγάλη επιτυχία η κινηματογραφική μεταφορά της ροκ όπερας «Ιησούς Χριστός Υπέρλαμπρο Άστρο» (Jesus Christ Superstar), των Τιμ Ράις και Άντριου Λόιντ Βέμπερ σε σκηνοθεσία του Νόρμαν Τζούισον. Παρά το γεγονός πως σε ολόκληρο σχεδόν τον κόσμο μια σειρά από θρησκευτικές οργανώσεις αντιδρούν θεωρώντας την «βλάσφημη», η ταινία κόβει πολλές χιλιάδες εισιτήρια, ενώ οι θεατές δημιουργούν ουρές για να την δουν. Ας μην ξεχνάμε πως βρισκόμαστε πολύ κοντά στο 1968, τη χρονιά της εξέγερσης, η φλόγα της οποίας δεν έλεγε να σβήσει. Εκτός όμως από τους Χριστιανούς τη δυσαρέσκειά τους εξέφρασαν και οι Εβραίοι οι οποίοι από τη μεριά τους διέκριναν στην ταινία στοιχεία αντισημιτισμού! Τι όμως ήταν αυτό το οποίο ενόχλησε τους θρησκόληπτους, εκτός φυσικά από το εμφανές, πως δηλαδή παρουσιάζεται ο Ιησούς ως ροκ σταρ;
Πρώτα απ’ όλα ο ρόλος του Ιούδα είχε δοθεί σε έναν μαύρο ηθοποιό, τον Καρλ Άντερσον. Αυτό όμως που θα μπορούσε ίσως να αρέσει στους ρατσιστές και να ενοχλήσει τους αντιρατσιστές, ενόχλησε τους θρησκόληπτους. Τους πείραξε πως ο χαρακτήρας του Ιούδα προσεγγίστηκε με συμπάθεια και κατανόηση αλλά και τα «γεγονότα», είναι ιδωμένα από τη δική του σκοπιά! Επίσης σόκαρε ο χαρακτήρας της Μαρίας Μαγδαληνής (Ιβόν Έλιμαν), καθώς της δόθηκε ο ρόλος, όχι της μετανοημένης πόρνης αλλά μιας γυναίκας πλάι στον Ιησού η οποία μάλιστα δηλώνει πως “δεν ξέρει πώς να τον αγαπήσει” καθώς “είναι απλά ένας άνδρας και τον αγαπά, τον θέλει πολύ”! Τέλος, εξόργισε ιδιαίτερα το γεγονός πως δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην ανθρώπινη και όχι τη θεία φύση του Χριστού. Έτσι η ταινία τελειώνει με το θάνατό του στο σταυρό ενώ η Ανάσταση δεν υπάρχει! Πώς λοιπόν θα μπορούσε ένας ευσεβής Χριστιανός να ανεχτεί τόση βλασφημία μαζεμένη; Και μάλιστα επενδυμένη με δυνατή ροκ μουσική, με τανκς να συνοδεύουν τις τύψεις του Ιούδα και με τους μαθητές να παρουσιάζονται ως χίπηδες;
Έτσι λοιπόν όταν η ταινία προβλήθηκε στην Ελλάδα, οι αντιδράσεις ήταν έντονες. Η πρεμιέρα της ταινίας δεν έγινε όπως είχε προγραμματιστεί αφού ορδές μαινόμενων χριστιανοταλιμπάν και παπάδων είχαν συγκεντρωθεί έξω από τους κινηματογράφους καταφέρνοντας να σταματήσουν τις προβολές. Μερικές εβδομάδες μετά η ταινία προβλήθηκε αποκλειστικά στο «Αττικόν», όχι χωρίς προβλήματα. Και βέβαια κατέβηκε πολύ σύντομα! Το βέβαιο είναι πως η αντίστοιχη προβολή στη Θεσσαλονίκη, στον κινηματογράφο «Αριστοτέλειον», ουδέποτε πραγματοποιήθηκε εξαιτίας των αντιδράσεων που σημειώθηκαν. Για την ιστορία αναφέρω πως η ταινία δεν προβλήθηκε ποτέ σε κανονική κινηματογραφική προβολή στη συμπρωτεύουσα. Όπως μας θυμίζει «Η μηχανή του χρόνου», όταν μετά από μερικά χρόνια και ενώ είχε αποκατασταθεί η Δημοκρατία, η ταινία είχε προγραμματιστεί να προβληθεί στη δημόσια τηλεόραση. Κάτι όμως που δεν έγινε καθώς παρενέβη η πανίσχυρη Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος!
«Ο τελευταίος πειρασμός»
Ένας νόμος που έμεινε στα χαρτιά
Το 1988 στην κυβέρνηση βρισκόταν το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου. Ένα χρόνο πριν, εν μέσω αντιδράσεων εκ μέρους της Εκκλησίας, η οποία κινητοποίησε διάφορες θρησκευτικές οργανώσεις και πιστούς, ψηφίστηκε ο νόμος 1700/87, γνωστός ως νόμος Τρίτση, για την εκκλησιαστική περιουσία. Ένας νόμος όμως ο οποίος, δυστυχώς, παρέμεινε στα χαρτιά ως απόδειξη της δύναμης που είχε –και δυστυχώς έχει– ο θεσμός της Εκκλησίας στην Ελλάδα. Ένας θεσμός ο οποίος, διαθέτει και δικές του «ομάδες κρούσης», κάτι που ισχύει μέχρι τις μέρες μας. Αν και ο λαός είχε εκλέξει μια δημοκρατική και προοδευτική κυβέρνηση, η κοινωνία παρέμενε βαθιά συντηρητική. Κάτι που φάνηκε όταν τόλμησε να προβληθεί στη χώρα μας η σπουδαία ταινία του Μάρτιν Σκορσέζε, «Ο τελευταίος πειρασμός» (The last temptation), βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο του αιρετικού και αποτελούντος κόκκινο πανί για την Εκκλησία, Νίκου Καζαντζάκη.
Ο Βασίλης Ραφαηλίδης, στις 23.10.1988 έγραψε στο Έθνος: «Μόλις ανοίξει κάνεις το βιβλίο, στην πρώτη κιόλας παράγραφο του βιβλίου, πληροφορείται αμέσως τις προθέσεις του συγγραφέα, μέσα από μια συνοπτική και σαφέστατη παράθεση της άποψής του. Επειδή όμως οι παπάδες και οι παπαδίζοντες δε διαβάζουν πλέον ούτε την Αγία Γραφή, θα ήταν πολυτέλεια να τους ζητήσουμε να διαβάσουν όχι το βιβλίο του Καζαντζάκη, αλλά τουλάχιστον την πρώτη παράγραφο. Εντούτοις ο Σκορσέζε, εντιμότατα, πριν καν αρχίσει η ταινία προειδοποιεί το θεατή για τις δικές του προθέσεις που ταυτίζονται απολύτως, επί του προκειμένου, μ’ αυτές του Καζαντζάκη. Όποιος λοιπόν διαβάσει την ταινία διαφορετικά απ’ την ιδεολογική "τονικότητα" που υποδεικνύει η δεύτερη καρτολίνα, που λειτουργεί όπως το κλειδί του σολ ή του φα στη μουσική, είναι είτε ηλίθιος είτα κακόπιστος. Πιστεύουμε πως πολλοί απ’ τους Έλληνες παπάδες, όπως και όλοι οι παπαδίζοντες κοσμικοί παραεκκλησιαστικοί, είναι και κακόπιστοι και ηλίθιοι, αφού χαρίζουν αυτή τη βαθειά χριστιανική ταινία στους μη χριστιανούς».
160.000 εισιτήρια πριν την απαγόρευση
Η πρεμιέρα της ταινίας, η οποία είχε προγραμματιστεί για τις 13 Οκτωβρίου στους κινηματογράφους «Όπερα», «Έμπασσυ», «Ααβόρα», «Τροπικάλ» κ.α. δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ, καθώς το «χριστεπώνυμον» πλήθος με σταυρούς και λάβαρα είχε συγκεντρωθεί για να ματαιώσει, όπως και κατάφερε, την προβολή. Μάλιστα, πολλοί από αυτούς είχαν προμηθευτεί εισιτήρια και μόλις ξεκίνησε η προβολή κρατώντας ψαλίδια και μαχαίρια, με κραυγές, κατάρες και… ψαλμωδίες, έμπλεοι ιερής οργής, άρχισαν να καταστρέφουν την οθόνη, τα καθίσματα, τις πόρτες και οτιδήποτε μπορούσε να καταστραφεί! Αυτά συνέβησαν στην «Όπερα» και όπως διαβάζουμε σε δημοσίευμα των Νέων στον κινηματογράφο «Έμπασσυ»: «Οι άνδρες των ΜΑΤ προσπάθησαν να τους απωθήσουν ήπια και ξαφνικά, άρχισαν να πέφτουν δακρυγόνα. (…) σε έξαρση χριστιανικής πίστης, μερικοί άρχισαν να σπάνε την πίσω πόρτα του σινεμά, στην οδό Λεβέντη. (…) η προβολή φυσικά διακόπηκε και άρχισαν να φυγαδεύονται λίγοι-λίγοι οι θεατές της ταινίας, υπό τα γιουχαΐσματα των “χριστιανών”(…)». Εν τέλει όλα αυτά αποτέλεσαν μια πολύ καλή διαφήμιση και η ταινία πρόλαβε και έκοψε, μέχρι να απαγορευτεί, 160.000 εισιτήρια. Γιατί απαγορεύτηκε μετά από τα ασφαλιστικά μέτρα που κατέθεσαν ένας θεολόγος και οκτώ θρησκευτικά σωματεία και έγιναν δεκτά από το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών.
Δυστυχώς η Δικαιοσύνη έλαβε υπόψη της τους ισχυρισμούς πως με την ταινία «καθυβρίζεται δημόσια και κακόβουλα η ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού, προσβάλλεται το θρησκευτικό συναίσθημα και η πίστη των αιτούντων και επομένως η προσωπικότητά τους κατά την έννοια του άρθρου 57ΑΚ, παραβιάζεται το Σύνταγμα και τα χρηστά ήθη (…)» και όχι το άρθρο 16 του Συνάγματος το οποίο ορίζει πως «η τέχνη είναι ελεύθερη».
Σημειωτέον πως η Μελίνα Μερκούρη, υπουργός Πολιτισμού τότε, είχε εκφράσει την αντίθεσή της στην απόφαση της Δικαιοσύνης, δηλώνοντας χαρακτηριστικά: «Πάλεψα μια ζωή τη λογοκρισία και είναι περιττό να πω ότι είμαι κατά της απαγόρευσης της προβολής της ταινίας, που δεν υποχρεώνεται κανένας να ιδεί».
Η παράλογη απόφαση είχε ως αποτέλεσμα να μην προβληθεί έκτοτε η ταινία στους κινηματογράφους. Όμως πλέον μπορεί ο καθένας και η καθεμία να την δει ελεύθερα καθώς διατίθεται σε ντιβιντί ενώ έχει προβληθεί και από συνδρομητικό κανάλι.
Το βέβαιον είναι πως ούτε φέτος το Πάσχα πρόκειται να προβληθούν οι δύο αυτές «απαγορευμένες» ταινίες από την τηλεόραση. Για μια ακόμη χρονιά θα αρκεστούμε στην «πολιτικώς ορθή» εκδοχή του Φράνκο Τζεφιρέλι, «Ιησούς από τη Ναζαρέτ» και διάφορες άλλες εκδοχές κλασικών θρησκευτικών δραμάτων εποχής.
Όπως και νά ’χει, σας εύχομαι Καλή Ανάσταση, με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό στις συνθήκες που ζούμε! Και φυσικά, ζήτω η Εργατική Πρωτομαγιά!