«Καλή τύχη στους Κύπριους σε Βορρά και Νότο», είχε πει ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, το βράδυ της 7ης Ιουλίου 2017, όταν ανακοίνωνε την κατάρρευση των διαπραγματεύσεων στο Κραν Μοντανά της Ελβετίας.
Σχεδόν μια τετραετία μετά, το απόγευμα της Πέμπτης 29ης Απριλίου, ο πορτογάλος πολιτικός, βαθύς γνώστης του Κυπριακού προβλήματος, δήλωσε ότι «το να τετραγωνίζεις τον κύκλο είναι αδύνατο στη γεωμετρία, αλλά είναι πολύ κοινό στην πολιτική». Είχε προηγηθεί το αναμενόμενο τέλμα της Άτυπης Πενταμερούς στη Γενεύη αλλά και η ανακοίνωση ότι ο κ. Γκουτέρες θα καλέσει σε τρεις μήνες όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη σε μια νέα Πενταμερή Διάσκεψη.
Σε αδιέξοδο
Μετά το νέο αδιέξοδο, πολλοί ήταν οι αναλυτές που υπογράμμιζαν ότι στην Πενταμερή δεν έγινε καμία ουσιαστική συζήτηση και ως εκ τούτου «ήταν σαν να μην έγινε». Ωστόσο, για πρώτη φορά η τουρκική και τουρκοκυπριακή πλευρά κατέθεσαν έγγραφο έξι σημείων με το οποίο επιχειρούσαν να θέσουν τη συζήτηση σε νέο πλαίσιο, ζητώντας ουσιαστικά αναγνώριση της κυριαρχικής ισότητας δύο κρατών ως προϋπόθεση για να μπουν σε διαπραγματεύσεις. Μπορεί η θέση αυτή να μην έγινε αποδεκτή από κανένα άλλο μέρος της Διάσκεψης, καθώς βρίσκεται εκτός του πλαισίου των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για το Κυπριακό, ωστόσο επιβεβαίωσε το χάσμα ανάμεσα στις δύο πλευρές και την απόσταση που πρέπει να καλυφθεί έτσι ώστε να επανεκκινήσουν οι διαπραγματεύσεις.
Κάθε νέα καταγραφή αυτού του αδιεξόδου, όμως, είναι ένα βήμα πιο κοντά στην οριστική διχοτόμηση. Κι αυτό είναι το κέρδος όσων –και στις δύο πλευρές του νησιού– επιθυμούν τη διατήρηση του status quo.
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκος Αναστασιάδης, φαίνεται ότι στις τοποθετήσεις του στην Γενεύη επέμεινε στο συμφωνημένο πλαίσιο στη βάση των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας. Παράλληλα, έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στο ζήτημα της «θετικής ψήφου» των Τουρκοκυπρίων, επιμένοντας ότι σε περίπτωση λύσης αυτή μπορεί να ισχύσει μόνο για θέματα που τους αφορούν.
Οι τοποθετήσεις των δύο πλευρών αποδεικνύουν ότι το βασικότερο «αγκάθι» για την επίλυση του Κυπριακού δεν είναι ούτε τα κατοχικά στρατεύματα, ούτε οι εγγυήσεις. Άλλωστε, για τα δυο αυτά ζητήματα, έχουν κατατεθεί συγκεκριμένες προτάσεις, ήδη από το Κραν Μοντανά, οι οποίες αποτελούν μια καλή βάση συμφωνίας.
Η κυριαρχία
Το κλειδί των διαπραγματεύσεων βρίσκεται στο ζήτημα της κυριαρχίας. Είναι προφανές ότι η συμφωνημένη έννοια της «πολιτικής ισότητας» δεν είναι κατανοητή από τις δύο πλευρές με τον ίδιο τρόπο. Σε αυτό το θέμα θα υπάρξουν το επόμενο διάστημα πιέσεις τόσο προς την ελληνοκυπριακή, όσο και προς την τουρκοκυπριακή πλευρά. «Αυτό αποδεικνύει ότι η ελληνοκυπριακή πλευρά πρέπει να διαφυλάξει τις συγκλίσεις. Να μην ανοίγει εκ νέου ζητήματα που έχουν ήδη συμφωνηθεί. Είτε αυτά μας αρέσουν, είτε όχι», σημείωσε, σε ραδιοφωνική του συνέντευξη στον «Πολίτη», ο Τουμάζος Τσελεπής, μέλος του ΠΓ του ΑΚΕΛ και βασικός διαπραγματευτής της ελληνοκυπριακής πλευράς επί διακυβέρνησης Χριστόφια.
Η αδιάλλακτη στάση της τουρκικής και τουρκοκυπριακής πλευράς ήταν αυτή που δεν επέτρεψε να υπάρξει θετικό αποτέλεσμα στη Γενεύη. Επέτρεψε, ταυτόχρονα, όμως να «καμουφλαριστούν» και τα λάθη της ελληνοκυπριακής πλευράς, η συντριπτική πλειονότητα των οποίων έγινε μέσα στα τελευταία τέσσερα χρόνια που μεσολάβησαν από τον Κραν Μοντανά μέχρι τη Γενεύη.
Πρώτον, κανείς στην ελληνοκυπριακή ηγεσία δεν αντιλήφθηκε τη σημασία αλλά και την πολιτικοκοινωνική δυναμική που διαμόρφωνε στο βόρειο τμήμα του νησιού η παρουσία του Μουσταφά Ακιντζί στην ηγεσία των Τουρκοκυπρίων. Όπως και στην περίπτωση του Μεχμέτ Αλί Ταλάτ, έτσι και σε αυτήν του Μουσταφά Ακιντζί, οι Ελληνοκύπριοι υποτίμησαν τη σημασία της ύπαρξης ενός ηγέτη στην τουρκοκυπριακή κοινότητα που να υποστηρίζει τις προοπτικές επίλυσης. Ειδικά η περίοδος Ακιντζί, ενός πολιτικού που αφιέρωσε την πολιτική του καριέρα στο όραμα της επανένωσης του νησιού φτάνοντας στο σημείο να συγκρουστεί με τον Ερντογάν, αποτελούσε μια χρυσή ευκαιρία για επίλυση του Κυπριακού, η οποία σπαταλήθηκε στο Κραν Μοντανά.
Δεύτερον, από τον Ιούλιο του 2017 και την κατάρρευση των συνομιλιών μέχρι και την εκλογή του Ερσίν Τατάρ στην ηγεσία των Τουρκοκυπρίων, η ελληνοκυπριακή πλευρά έκανε από ελάχιστα ως καθόλου βήματα άρσης του αδιεξόδου. «Ταμπουρωμένη» πίσω από την ρητορεία περί απόσυρσης των κατοχικών στρατευμάτων και άρσης του καθεστώτος των εγγυήσεων, έχασε πολύτιμο χρόνο. Παράλληλα, έριξε μεγάλο μέρος στην απόδοση ευθυνών και στην προσπάθεια επιβολής κυρώσεων στην Τουρκία από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η τακτική αυτή έδωσε τη δυνατότητα στις απορριπτικές δυνάμεις στη βόρεια πλευρά του νησιού να ανασυνταχθούν και –σε αγαστή συνεργασία με την Άγκυρα– να εκλέξουν τον Ερσίν Τατάρ.
Τρίτον, η επιλογή «ΑΟΖοποίησης» του Κυπριακού και περιθωριοποίησης της Τουρκίας μέσω της ανάπτυξης πολυμερών σχημάτων περιφερειακής συνεργασίας –η οποία έγινε σε πλήρη συνεννόηση και συνεργασία με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και τον Νίκο Κοτζιά– δεν έφερε τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Αυτή η στρατηγική, όχι μόνο δεν ενίσχυσε τη θέση της Λευκωσίας στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, όπως ήλπιζαν οι θιασώτες της, αλλά αντίθετα διεύρυνε το χάσμα ανάμεσα στις δύο πλευρές, «παγώνοντας» ουσιαστικά κάθε απόπειρα διαλόγου. Παράλληλα, η Τουρκία κατάφερε να «γκριζάρει» μεγάλο μέρος της κυπριακής ΑΟΖ αλλά και να «παγώσει» ουσιαστικά το ενεργειακό πρόγραμμα της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Τέταρτον και ίσως σημαντικότερο. Με αργά, αλλά σταθερά βήματα εμπεδώνεται στην ελληνοκυπριακή πλευρά η αποδοχή της παρούσας κατάστασης. Όπως σημειώνει ο ιστορικός, Αντώνης Χατζηκυριάκου, σε συνέντευξή του στο Sputnik, «η παρούσα κατάσταση έχει μια επίφαση ηρεμίας και κανονικότητας. Στην πραγματικότητα πρόκειται για μια συνεχή κατάσταση έκτακτης ανάγκης που κανονικοποιεί τη διχοτόμηση. Παράλληλα έχει εμπεδωθεί ένα πλέγμα εξουσίας, το οποίο κατηγορείται σήμερα για εκτεταμένη διαφθορά».
Το Κυπριακό ως διαπραγματευτικό χαρτί
Ένα από τα βασικά ερωτήματα που μένει να απαντηθεί το επόμενο διάστημα είναι αν η θέση της Τουρκίας και του Ερσίν Τατάρ περί λύσης δύο κρατών είναι ένα διαπραγματευτικό κόλπο ή αν έχουν πάρει την απόφαση για οριστική διχοτόμηση του νησιού.
Οι εβδομάδες που ακολουθούν μέχρι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Ιουνίου, όταν και θα συζητηθούν εκ νέου οι ευρωτουρκικές σχέσεις, είναι πιθανόν να είναι ιδιαίτερα διαφωτιστικές ως προς την απάντηση στο συγκεκριμένο ερώτημα.
Πιθανώς η Τουρκία να θέλει να χρησιμοποιήσει το Κυπριακό ως διαπραγματευτικό χαρτί στις συνομιλίες της με την Ευρωπαϊκή Ένωση, προκειμένου να αποκομίσει κέρδη σε ό,τι αφορά την τελωνειακή σύνδεση, την απελευθέρωση της βίζας ή την οικονομική στήριξη για τη διαχείριση του προσφυγικού.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, το μόνο βέβαιο είναι ότι η Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία, όπως την ξέραμε, έχει οριστικά ενταφιαστεί. Η λύση, αν και όπως έρθει, δεν θα έχει καμία σχέση με όσα οι δύο πλευρές συζητούσαν επί δεκαετίες. Άλλωστε, δεν έχει ανακαλυφθεί ακόμα ο τρόπος… για να τετραγωνιστεί ο κύκλος.