Τη Δευτέρα ξεκινούν και πάλι τα σχολεία για την πλειοψηφία των παιδιών. Μετά από μήνες τηλεκπαίδευσης και απουσίας τα παιδιά θα συναντηθούν και πάλι με τους συμμαθητές, τους δασκάλους και τους καθηγητές, τους κοινωνικούς τους χώρους. Οι αριθμοί της πανδημίας, οι νεκροί, οι διασωληνωμένοι και η προοπτική του ανοίγματος όλων των δραστηριοτήτων εν όψει της επέλασης των τουριστών περιγράφουν απλώς και μόνο ένα πράγμα: Πως όλοι αυτοί οι κλειστοί μήνες συνέβησαν για το τίποτα. Δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα, καμία λύση, καμία διαφορά. Πως όλος αυτός ο χρόνος τους που πετάχτηκε, πετάχτηκε χωρίς λόγο. Τα παιδιά μπήκαν κάτω από το χαλί, όπως τα σκουπίδια σε ένα βρώμικο σπίτι όταν έρχονται οι επισκέπτες.
Γυρνούμε σελίδα μετρώντας τις πληγές μας. Η κάθε ηλικία με τον δικό της τρόπο. Αλλά ποιος θα μετρήσει τις πληγές για τις τόσες παιδικές ηλικίες; Για τα παιδιά που δεν έμαθαν να κοινωνικοποιούνται αφού οι παιδικοί σταθμοί έμειναν κλειστοί, για τα παιδιά των πρώτων τάξεων του δημοτικού που δεν πέρασαν τη μετάβαση σε ένα διαφορετικό πολύ πιο απαιτητικό περιβάλλον. Για τα παιδιά του γυμνασίου που εγκλώβισαν την εφηβεία τους σε τέσσερις τοίχους, για τα παιδιά του λυκείου που η διαδικασία ενηλικίωσής τους κόπηκε απότομα. Το σύνολο των πληγών δεν περιγράφει τίποτα λιγότερο από το έγκλημα απέναντι σε μια ολόκληρη γενιά παιδιών, μια γενιά για την οποία κανείς δεν μερίμνησε μόνο αντιμετώπισε ως εύκολο θύμα στα σαγόνια μιας κατασκευασμένης αναγκαιότητας.
Τι αφήνει άραγε όλη αυτή η περίοδος; Πώς είναι δυνατόν να επιτρέπεται ελαφρά τη καρδία τα παιδιά να ορίζουν τις ηλικίες τους μέσα στον εγκλεισμό, τη μοναξιά, την αλλοτρίωση; Τους καυγάδες των γονιών, την εξάντληση, την απελπισία. Ποια ανεύθυνη γενιά μπορεί να κουβαλά τόση αδιαφορία για τις γενιές που την ακολουθούν;
Σε όλο τον δυτικό κόσμο δόθηκε μάχη ώστε τα σχολεία να παραμείνουν ανοιχτά πάση θυσία. Εδώ άνοιξαν μήνες μετά τα κομμωτήρια. Εδώ τα παιδιά τρέφονται αποκλειστικά με πλήξη, ενοχή και ένα αίσθημα φόβου για μια ακαθόριστη απειλή. Η ψυχική υγεία καταργήθηκε ως έννοια στο όνομα της ίδιας της υγείας. Και για τα παιδιά στο όνομα της υγείας των άλλων, αφού αυτά δεν κινδύνεψαν ποτέ άμεσα. Και μέσα σε αυτή την ερημοποίηση του κοινωνικού, ενισχύθηκε μέχρι να γιγαντωθεί η επιβίωση σε έναν κόσμο ψηφιακό. Η οθόνη έγινε η αποκλειστική επικράτεια που μπορεί να σου προσφέρει ασφάλεια, γνώση, διασκέδαση και κοινωνικοποίηση. Αυτό είναι το μόνο μάθημα που έμαθαν τα παιδιά των κλειστών σχολείων.
Στρες, ανασφάλεια, αίσθηση αδυναμίας και εγκατάλειψης. Αυτό μας δίδαξε η πανδημία. Όχι η ίδια αλλά η διαχείριση της. Από μια κυβέρνηση που μισεί τη γνώση, καταπατά κάθε έννοια δημοσίου χώρου και εχθρεύεται τη νεότητα. Η ίδια η κυβέρνηση είναι πάροχος μιας ατελείωτης επιδημίας ψυχικών νόσων. Γιατί κανείς δεν ξέρει ποιο θα είναι το πραγματικό αποτύπωμα που θα αφήσει η πανδημία σε τόσα παιδιά που αναπτύσσονται στο σκοτάδι του εγκλεισμού.
Τη Δευτέρα, λοιπόν, ξεκινούνε τα περισσότερα σχολεία. Αλλά τα παιδιά που θα επιστρέψουν θα είναι διαφορετικά από τα παιδιά που έφυγαν από αυτό πριν από τόσους μήνες. Είναι τα παιδιά του εγκλεισμού και του πεταμένου χρόνου, τα παιδιά των ανεύθυνων ενηλίκων και του περιορισμένου κόσμου, τα παιδιά της ερήμωσης.