Χαίρομαι να διαβάζω τα κείμενα της Αννέτας Καββαδία. Ποιοτική γραφή, εύστοχα θέματα και κυρίως τόλμη και τσαγανό! Στο κείμενό της στην περασμένη «Εποχή» παρουσιάζει εμφατικά τους ιδεολογικούς μηχανισμούς πειθαναγκασμού που χρησιμοποιεί, ομολογουμένως αποτελεσματικά, η Νέα Δημοκρατία με αιχμή του δόρατος τον καθηγητή Γεραπετρίτη. Διαβάζοντας αυτές τις δηλώσεις προκλητικής εξουσιομανίας και απόλυτου κυνισμού διαπιστώνεις πόσο επικίνδυνη είναι η λεγόμενη επιστημονική ηγεσία όταν εφάπτεται με την πολιτική εξουσία. Τελικά έχουν άδικο οι φοιτητές όταν, συμβολικά, κτίζουν τις πόρτες των γραφείων καθηγητών τύπου Γεραπετρίτη; Αναφέρει, λοιπόν, στο κείμενό της με τίτλο «Στο μυαλό είναι ο στόχος…» η Αννέτα Καββαδία: «Δεν τους νοιάζει αν ο κόσμος δυσανασχετεί ή αν πανθομολογείται ο μάταιος χαρακτήρας κάποιων μέτρων. Αρκεί ο ελεγκτικός μηχανισμός –με τη μορφή sms σήμερα, κάτι άλλο αύριο– να συνεχίσει να υπάρχει έστω υπό το φόβο (ή ακριβώς γι’ αυτό) ενδεχόμενων προστίμων. Είναι η λογική που θέλει το λαό να ενημερώνει για κάθε του κίνηση, να γκρινιάζει μεν, αλλά να μην αντιδρά, να μη ζητά ευθύνες, να μην ακούει μουσική, να μη χορεύει, να μην τραγουδά, να μη σκέφτεται. Η λογική που βάλλει εναντίον οποιασδήποτε κίνησης μπορεί να εκληφθεί ως παρέκκλιση από τις άνωθεν επιβαλλόμενες εντολές. Και που δαιμονοποιεί την οποιαδήποτε συλλογική διεκδίκηση –λοιδορώντας και συκοφαντώντας κινητοποιήσεις– ομνύοντας στην έννοια της ατομικής ευθύνης. Είναι, με άλλα λόγια, η κυνική, αλαζονική ομολογία –σε συνδυασμό με την εργαλειοποίηση της Επιτροπής Ειδικών– ότι η μόνη λογική πίσω από κάποια μέτρα είναι η εμπέδωση της κατάλυσης των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών των πολιτών».
Αυτό που δεν αναφέρεται στο εν λόγω κείμενο είναι ότι ο παιδαγωγικός ρόλος του εξουσιαστικού αφηγήματος, όπως το παρουσιάζει ο Γεραπετρίτης, έχει περάσει, δυστυχώς, για τα καλά και στους κόλπους της Αριστεράς. Η πολιτική Αριστερά, στην κοινοβουλευτική και την εξωκοινοβουλευτική της έκφραση, έχει συνταχθεί ουσιαστικά πίσω από το κυρίαρχο αφήγημα και έχει περιοριστεί μόνο σε επιμέρους κριτική και διακριτική γκρίνια, χωρίς να έχει θίξει τίποτα από την ουσία των ολοκληρωτικών μέτρων που έχουν επιβληθεί στην κοινωνία με το πρόσχημα της πανδημία. Με τον φόβο του επικοινωνιακού κόστους, με την παγιωμένη προσκόλληση στις κατευθύνσεις των επιτροπών λοιμωξιολόγων που λειτουργούν ως φερέφωνα της κυβέρνησης και την ευθυγράμμιση με μια κοινή γνώμη φοβισμένη και χειραγωγημένη, η Αριστερά έχει εγκαταλείψει κάθε πρόθεση ριζοσπαστικής αντιμετώπισης των μέτρων της κυβέρνησης. Έτσι, όποιος εκφράζει έναν διαφορετικό λόγο, επιλέγει να μην υποκύψει στα ολοκληρωτικά μέτρα και να κάνει δεύτερη φύση του τις απαγορεύσεις των «πρωτοκόλλων», θεωρείται ανεύθυνος, επικίνδυνος για τους γύρω του και «ψεκασμένος». Η Αριστερά, συνολικά, δεν τόλμησε να αντισταθεί και άφησε ανοχύρωτους τους πολίτες μπροστά στο φόβητρο των προστίμων. Δεν έγινε καμιά ουσιαστική προσπάθεια, πολιτική, επικοινωνιακή, θεσμική ή κινηματική, εναντίωσης στα υπέρογκα πρόστιμα που αποτέλεσαν το πιο ισχυρό κι αποτελεσματικό όπλο της κυβέρνησης για την χειραγώγηση των πολιτών. Ούτε, βέβαια, τόλμησε να διαφοροποιηθεί σε μέτρα όπως η «παιδαγωγική» χρήση των sms, η απαγόρευση των μετακινήσεων και η χρήση μάσκας σε εξωτερικούς χώρους, κάτι που δεν ισχύει στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες.
Αυτό, όμως, που προκαλεί βαθιά απογοήτευση είναι η εικόνα που έχει δείξει η κοινωνική Αριστερά μπροστά σ’ αυτό το ζοφερό τοπίο. Ο φόβος, ενισχυμένος από την μικροαστική μας μιζέρια, απονεύρωσε κάθε έννοια ριζοσπαστισμού που θα έπρεπε να χαρακτηρίζει τους αριστερούς πολίτες και μας έκανε να αποδεχόμαστε, να τηρούμε ακόμα και να προπαγανδίζουμε τις κυβερνητικές αποφάσεις, έχοντας ως φερετζέ τις απόψεις των «ειδικών». Ενώ τα είχαμε αποδεχτεί όλα κρυμμένοι πίσω από έναν στείρο επιστημονισμό, ρίχνοντας μάλιστα τη ρετσινιά του «ανεύθυνου» σε όσους έλεγαν κάτι διαφορετικό, μας απέμεινε μια ανέξοδη κι εκτονωτική γκρίνια για τον εγκλεισμό, τα πρόστιμα, τα sms και τις απαγορεύσεις των μετακινήσεων. Και βέβαια, πολύ εύκολα, οικειοποιηθήκαμε το αφήγημα της ατομικής και κοινωνικής ευθύνης, κραδαίνοντας ζοφερές ειδήσεις για βαριές νοσηλείες και θανάτους γνωστών μας ανθρώπων και ρίχνοντας το ανάθεμα σε όσους συμμετέχουν σε δημόσιες συναθροίσεις, στους νέους που μαζεύονται στις πλατείες κι όσους επέλεξαν να μην κάνουν το εμβόλιο. Οι όποιες κοινωνικές διαφοροποιήσεις εγκαταλείφτηκαν στα χέρια του ακροδεξιού ριζοσπαστισμού, πράγμα που οδηγεί σε ζοφερά αποτελέσματα όπως η εντυπωσιακή άνοδος της ακροδεξιάς στην Ισπανία. Μια τέτοια γενικευμένη συμπεριφορά αναδεικνύει την αλλοτρίωση, την έλλειψη αντανακλαστικών και την ιδεολογική γύμνια της πλειοψηφίας των ανθρώπων της μικροαστικής Αριστεράς που σε δύσκολες στιγμές στοιχίζονται, συναινούν και τελικά υιοθετούν το κυρίαρχο αφήγημα.