Στην ιστορικού χαρακτήρα εκλογή (15-16/5/2021) των 1551 μελών της Συντακτικής Συνέλευσης που θα αποφασίσει, σε διάστημα ενός χρόνου, αν η Χιλή θα διατηρήσει το ισχύον σύνταγμα Πινοσέτ (που ενσωματώνει ρητά τις αξίες και τις πολιτικές του νεοφιλελευθερισμού και καθιστά αόρατους τους ιθαγενείς λαούς της) ή θα γυρίσει οριστικά σελίδα στο ωσεί παρών της δικτατορίας, οι κάλπες επεφύλαξαν εκπλήξεις που προκάλεσαν «πολιτικό σεισμό»: Θρίαμβος των «ανεξάρτητων» (εκτός κομμάτων) ψηφοδελτίων, που η πλειοψηφία τους τοποθετείται στην Αριστερά (31%, 48 εκπροσώπους) και νίκη του συμμαχικού ψηφοδελτίου του Κομμουνιστικού Κόμματος με κόμματα/κινήματα που αναδείχτηκαν στους φοιτητικούς αγώνες του 2011 (18,1%, 28 εκπροσώπους). Αντίθετα, βαριά ήττα της συνασπισμένης Δεξιάς –Ακροδεξιάς (23,9% και 37 εκπροσώπους) και του Σοσιαλιστικού Κόμματος (15 εκπροσώπους), που μαζί με άλλες κεντροαριστερές δυνάμεις κατέγραψαν συνολικά 16,1% (25 εκπρόσωποι). Οι ...σεισμοί επεκτάθηκαν τόσο στις περιφερειακές, όσο και στις δημοτικές εκλογές. Ενδεικτικά, η πρωτεύουσα –και προπύργιο της Δεξιάς– Σαντιάγο (5,4 εκατ. κάτοικοι) θα έχει για πρώτη φορά στην ιστορία του και κομμουνίστρια και δημαρχίνα, τη 30χρονη Ιρασί Χάσλερ, οικονομολόγο και πρώην δημοτική σύμβουλο του ΚΚ, ενώ στο κεντρικό λιμάνι της χώρας, Βαλπαραίσο, (280 χιλ. κάτοικοι) εκλέχτηκε δήμαρχος ακτιβιστής – οικολόγος, γνωστός από τους αγώνες για την αναγνώριση του νερού ως δημόσιο αγαθό. Η θεσμοθέτηση –πρώτη φορά παγκοσμίως– της ίσης συμμετοχής των δύο φύλων στα αιρετά όργανα (50% – 50%) έφερε τα πάνω κάτω: οι γυναίκες ψηφίστηκαν και στις τρεις ψηφοφορίες πολύ περισσότερο από τους άντρες και δεν είναι καθόλου λίγες αυτές που αναγκάστηκαν να παραιτηθούν υπέρ των ανδρών, ώστε να τηρηθεί η ποσόστωση!
Αποχή και κρίση πολιτικής εκπροσώπησης
Η συμμετοχή των ψηφοφόρων στις εκλογές, ιδιαίτερα μετά το 2012 που καταργήθηκε η υποχρεωτικότητα της ψήφου, κινείται σε πολύ χαμηλά επίπεδα (35–40%), με εξαίρεση το δημοψήφισμα για το Σύνταγμα που ξεπέρασε το 50%. Σ’ αυτές τις εκλογές η συμμετοχή ήταν μόνο 43%.
Βάσιμες οι ερμηνείες που αποδίδουν την αποχή στις συνθήκες της συγκυρίας: καραντίνες, εκτός ελέγχου η πανδημία αυτήν την περίοδο, παρά τον εμβολιασμό μεγάλου ποσοστού ενηλίκων, συνειδητά ανύπαρκτη η επίσημη ενημέρωση – πληροφόρηση, η αναβολή των εκλογών ένα μήνα, αδυναμία προεκλογικών περιοδειών και συγκεντρώσεων, μεγάλες δυσκολίες (και οικονομικές) προβολής και επικοινωνίας των ανεξάρτητων κατά κύριο λόγο ψηφοδελτίων, κ.ά.
Εν τούτοις, το δεδομένο ότι στη χώρα των μεγάλων κοινωνικών ανισοτήτων η αποχή μεγαλώνει όσο πιο φτωχός είναι ο τόπος (συνοικία πόλης, χωριό, κωμόπολη) και σε ορισμένες περιπτώσεις ξεπερνά το 80%, θέτει ερωτήματα, όπως σε τι βαθμό τα θεσμικά αποκλεισμένα κοινωνικά στρώματα από την ιδιωτική και πανάκριβη υγεία, παιδεία και τόσες άλλες «πολυτέλειες», αισθάνθηκαν ότι αυτή η διαδικασία τους αφορά, ότι η ψήφος τους θα μπορούσε να μετριάσει έστω το καθημερινό τους άγχος επιβίωσης; Πόσο, άραγε, μακριά από τα βιώματά τους αισθάνονται και αντιμετωπίζουν ανέλπιδα το πολιτικό σύστημα και τους πολιτικούς; Τα αποτελέσματα των εκλογών δίνουν τις πρώτες απαντήσεις και αναδεικνύουν την κρίση της πολιτικής εκπροσώπησης.
Σε κάθε περίπτωση, ας ελπίσουμε ότι τα μέλη της εκλεγμένης δημοκρατικά Συντακτικής Συνέλευσης, στην οποία η Αριστερά και μαχόμενα κοινωνικά κινήματα διαθέτουν ισχυρή πλειοψηφία (απίστευτο!), θα αναζητήσουν τρόπους να εμπλέξουν στο πλαίσιο των εργασιών τους και περιθωριοποιημένα κοινωνικά στρώματα.
Γιατί τα αποτελέσματα προκάλεσαν τόση αναταραχή;
Καταρχάς να υπενθυμίσουμε ότι τόσο το «Ναι» στο νέο Σύνταγμα, όσο και η επιλογή όλα τα μέλη της Συντακτικής Συνέλευσης να εκλέγονται με το σύστημα των βουλευτικών εκλογών, υπερψηφίστηκαν με σχεδόν 80% και 79% αντίστοιχα και συμμετοχή πάνω από 50% με δημοψήφισμα (25/10/2020). Να επισημάνουμε, ωστόσο, ότι και οι δύο αυτές επιλογές διεκδικήθηκαν από εκατομμύρια Χιλιανούς και Χιλιανές –και κυρίως τη νεολαία στους δρόμους και στις πλατείες όλης της χώρας– επίμονα και μαχητικά από τον Οκτώβρη του 2019, που ξέσπασε η οργή και η εξέγερση. Ήταν ο φόβος για ενδεχόμενη διατάραξη του στάτους κβο τόσων χρόνων και η προσδοκία κατευνασμού της διογκούμενης εξέγερσης που οδήγησε την κυβέρνηση και τα κόμματα της αντιπολίτευσης –εκτός του ΚΚ- να αποδεχτούν τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος και εκλογής της συνέλευσης, αλλά με διαφορετική πρόταση (24/11/2019)2.
Είναι προφανές ότι δεν εκτιμήθηκαν το βάθος και η έκταση των αλλαγών που επέφεραν οι επίμονοι κοινοί αγώνες στο πλήθος των ανθρώπων και ιδιαίτερα στη νεολαία που πρωτοστατεί στις κινητοποιήσεις, ούτε η πέρα από κάθε μέτρο καταστολή που άφησε, εκτός των άλλων, 30 τουλάχιστον νεκρούς και νεκρές. Δεν δόθηκε, επίσης, ιδιαίτερη σημασία στις πάμπολλες –νεανικές κατά κανόνα- συλλογικότητες που ενδυναμώθηκαν η δημιουργήθηκαν σ’ αυτούς τους αγώνες. Η εμφάνιση στις εκλογές 160 ανεξάρτητων ψηφοδελτίων αποδόθηκε στον κατακερματισμό του πολιτικού συστήματος και εκτιμούσαν ότι θα εκλέξουν 8–16 αντιπροσώπους. Διαψεύστηκαν. Το μεγαλύτερο «ανεξάρτητο» ψηφοδέλτιο (Ο λαός, El Pueblo), όπου πλειοψηφικά συμμετέχουν κοινωνικά κινήματα των κινητοποιήσεων για νέο Σύνταγμα, έλαβε το 24% των ψήφων και εξέλεξε 24 εκπροσώπους, ενώ και άλλα μικρότερα εξέλεξαν αντιπροσώπους.
Η διαδικασία ολοκληρώνεται με νέο δημοψήφισμα για έγκριση ή απόρριψη του νέου συντάγματος και υποχρεωτική συμμετοχή στην ψηφοφορία. Εκτιμάται ότι η διαδικασία αυτή θα ολοκληρωθεί το 2022, μετά δηλαδή από τις προεδρικές εκλογές που έχουν προκηρυχτεί για τις 21 Νοεμβρίου 2021.
Φαίνεται ότι οι λαοί της Χιλής είναι αποφασισμένοι και πήραν το μονοπάτι που οδηγεί στην οριστική αποτίναξη της κοινωνίας από τον Πινοσέτ και την αιματοβαμμένη δικτατορία του. Δύσκολο μονοπάτι και θα έχει και κακοτοπιές. Ας ελπίσουμε ότι θα τις διαβούν αλώβητοι.
Σημειώσεις
1. Υπό την πίεση του κινήματος – εξέγερσης του 2019 που συμμετείχαν ενεργά οι ιθαγενείς, αποφασίστηκε η συμμετοχή στη Συνταγματική των ιθαγενών λαών με 17 εκπροσώπους (7 οι Μαπούτσε), που θα εκλεγούν με διακριτά ψηφοδέλτια. Μόνο οι Μαπούτσε αποτελούν το 11% του συνολικού πληθυσμού.
2. Μικτή Συνταγματική Συνέλευση (50% των μελών εκλέγεται με το σύστημα των βουλευτικών εκλογών και 50% βουλευτές-ριες από τη Βουλή ad hoc).