Η ποίηση και η κωμωδία, λοιπόν, δυο τέχνες φαινομενικά σε πλήρη απόσταση αλλά ουσιαστικά με πολύ περισσότερα κοινά από αυτά που επιτρέπει η λαθρανάγνωσή τους.
Και οι δυο τέχνες μοιράζονται τη γλώσσα και τον ρυθμό ως κυρίαρχο και απόλυτο χαρακτηριστικό. Τη σωστή απόσταση ανάμεσα στις λέξεις, η οποία θα γεννήσει την ποιητική συγκίνηση ή το γέλιο. Και στις δύο ισχύει αυτό που είχε πει ο Μαρκ Τουέιν: The distance between the right word and the almost right word is the distance between the lightning and the lightning bug. Ή ελληνιστί: Η διαφορά ανάμεσα σε μια σχεδόν σωστή λέξη και μια σωστή λέξη είναι αλήθεια αρκετά μεγάλο θέμα. Είναι η διαφορά ανάμεσα σε μια πυγολαμπίδα και μια αστραπή.
Όλα είναι ρυθμός, ρυθμός, ρυθμός.
Ένας ρυθμός προς έναν στόχο. Στην ποίηση ο στόχος συχνά είναι ο καταληκτικός στίχος. Στην κωμωδία το punch line. Και στις δύο περιπτώσεις μιλούμε για την τελευταία φράση, τη φράση αυτή που θα ανακεφαλαιώσει, θα συνοψίσει ή θα ανατρέψει το όλο οικοδόμημα. Αυτή που κάθε φορά θα του δώσει την ουσία του.
Η κωμωδία και η ποίηση, γεννήματα διαφορετικά και απόμακρα, ζούνε στην απόστασή τους μια διπλή παρεξήγηση. Η ποίηση εξόριστη στον χρυσελεφάντινο πύργο της, περιορισμένη για λίγους ανθρώπους, για τους ειδικούς των συναισθημάτων και τους κλειδούχους της συμπύκνωσης. Εκτός κοινωνίας πίνει το τσάι της με την αριστοκρατία των λέξεων.
Η κωμωδία, τέχνη ταπεινή, στην Ελλάδα επιβιώνει ταπεινωμένη. Αν και ο Σαίξπηρ, ο Ραμπελαί, ο Θερβάντες, ο Μολιέρος (για να μιλήσουμε μόνο για κλασικούς) μίλησαν μέσα από αυτήν, στην Ελλάδα η κωμωδία δεν θεωρείται τέχνη αλλά κάτι το ευτελές. Φθαρμένη από την επανάληψη των πιο χιλιοειπωμένων μονοπατιών. Ταυτισμένη με τη σεξοκωμωδία, τις εκκρίσεις του σώματος, τα αστεία με ποντίους, χοντρούς, πεθερές, και κάτι ψιλά η κωμωδία παραμένει ξεχασμένη στην ευκολία, την πρόχειρη επιβράβευση ενός γέλιου που περνά και χάνεται χωρίς ίχνος πάνω στην άμμο.
Εντάξει, θα διαφωνήσει κάποιος, αλλά στην Ελλάδα όντως δεν υπάρχει κάτι ανάλογο με τους μεγάλους σατυρικούς της Δύσης, το χιούμορ μας είναι ευτελές. Ας σκάψουμε βαθύτερα. Υπάρχει μια παράλληλη γραμμή, ξεκινώντας από τον Ροΐδη περνώντας στον Σκαρίμπα και τους σουρεαλιστές, φτάνοντας μέχρι σήμερα, ένα παράλληλο άνοιγμα ακόμα διαμπερές για δημιουργία. Μια σχισμή όπου το κωμικά ευφυές ταυτίζεται με την ποιητική αφαίρεση.
Η ποίηση και η κωμωδία, δύο εκφράσεις παρεξηγημένες μπορούν να συναντηθούν διεκδικώντας μια νέα θέση και για τις δύο ταυτόχρονα. Ζητούμε ένα κείμενο φωτογενές και θελκτικό το οποίο θα επιβάλει την ύπαρξή του μέσω της σύζευξης.
Γιατί όμως η κωμωδία; Ακριβώς γιατί η κωμωδία είναι αυτή που μπορεί να απονομιμοποιήσει το σταθερό και το βέβαιο, το μόνο πραγματικό, στον χωρίς χάσματα σημερινό κόσμο. Με όρους διαλεκτικής, η κωμωδία μπορεί να παίξει τον ιδεολογικό ρόλο της χαμογελαστής αντίθεσης, στο ήδη υπαρκτό.
Η ίδια η δομή της κωμωδίας, εμπεριέχει την ανομοιογένεια και την ανατροπή. Η ανάλυση και του πιο απλού αστείου αποδεικνύει εύκολα κάτι τέτοιο. Ένας άνθρωπος περπατά στον δρόμο και πέφτει. Οι γύρω του γελάνε. Ποιος ο μηχανισμός που προκαλεί αυτό το γέλιο; Η ανομοιογένεια που προκαλείται από μια σειρά βημάτων τα οποία αναπάντεχα σταματούν και η πτώση που επιβεβαιώνει την ανατροπή της σειράς αυτής. Δεν είναι ο βηματισμός ή ο συγκεκριμένος άνθρωπος αυτός που ανατρέπεται, είναι η ίδια η ομοιογένεια. Η σιγουριά που γεννά η διαδοχή των βημάτων και ο φόβος για μια νέα ανατροπή. Κάθε αστείο ταυτίζεται με ένα βήμα της ομοιογένειας, του αποδεκτού και του κατεστημένου που μέσα στην απλότητά του απέτυχε. Μπορούμε να πούμε πως η κωμωδία συνορεύει με τη διάθεση της ανατροπής. Ένας κόσμος σαν το σημερινό, που βαδίζει τόσο στραβά και άτσαλα, ίσως να μην τελειώνει ούτε με ένα βρόντο, ούτε με ένα λυγμό, αλλά με ένα μειδίαμα κωμικής ανατροπής.
Ζητούμε μια ποίηση που θα πλησιάσει με κωμική καταστροφικότητα τα μεγάλα θέματα και θα τα ξανακάνει οικεία, έτοιμα να τα πλησιάσουμε εκτός του κατασκευασμένου μεγέθους που τα καθιστά απλησίαστα. Το κωμικό επιστρέφει στη ζωή ό,τι του κλάπηκε από τις κοινωνικές και φιλολογικές ταξινομήσεις μεγέθους. Ο κόσμος είναι ξανά ψαύσιμος, απειλητικός και όμορφος χωρίς βεβαιότητες. Ζητούμε μια ποίηση που θα χαμογελά πάνω από τα ερείπια ενός πεζού κόσμου.