ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗ ΧΥΔΑΙΑ ΥΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ
Μιλώντας για το ντύσιμο της Ζωής, τα γεμιστά της Θεανώς, τις ρυτίδες της Τασίας και τα μαλλιά της ΣίαςΤης Ειρήνης ΑγαθοπούλουΗ «Ελπίδα» ήρθε στην Ελλάδα, η «Πρώτη Φορά Αριστερά» αισίως έγινε «Δεύτερη Φορά Αριστερά», όμως πολλά από αυτά που προμηνύονταν ότι θα φέρει μαζί της, δεν έχουν έρθει ακόμη. Και θα έλεγα να αφήσουμε λίγο στην άκρη «τα δύσκολα» - την ανάπτυξη, την ευημερία, τη δίκαιη φορολογία, την καταπολέμηση της ανεργίας – και ας επικεντρωθούμε σε πιο «απλά», που τουλάχιστον δεν έχουν δημοσιονομικό κόστος. Ας μιλήσουμε για την ισότητα των φύλων στη διάρκεια μιας αριστερής διακυβέρνησης.
Τον Γενάρη του 2015, ο λαός εξέλεξε 70 γυναίκες – σε σύνολο 300 βουλευτών και βουλευτριών – να τον εκπροσωπούν στο ελληνικό κοινοβούλιο, αριθμός που ισοδυναμεί με τη μεγαλύτερη γυναικεία συμμετοχή μέχρι σήμερα στο θεσμό. Ένα ποσοστό της τάξεως του 23,3%, το οποίο βαίνει συνεχώς αυξανόμενο από την εφαρμογή της ποσόστωσης και έπειτα. Στη διάρκεια εκείνης της κοινοβουλευτικής θητείας είδαμε, επίσης, γυναίκα πρόεδρο της βουλής – τη δεύτερη στην ιστορία του θεσμού – καθώς και γυναίκες να καταλαμβάνουν το υπουργικό αξίωμα, λίγες αριθμητικά αλλά σε θέσεις «κλειδιά», όπως αυτές του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής, Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Οικονομικών. Πιστέψαμε, προς στιγμήν, ότι κάτι αλλάζει σε αυτή τη χώρα – παρότι είμαστε ακόμη πολύ μακριά από το επιθυμητό της ίσης εκπροσώπησης – και πως οι γυναίκες αρχίζουν να κατακτούν αυτό που δικαιούνται, τόσο στην πολιτική όσο και στην κοινωνία. Ήταν όμως οι εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα, αν κρίνουμε από τη συνέχεια.
Με τα μικρά τους ονόματαΟι γυναίκες βουλεύτριες αλλά και υπουργοί, από τη μέρα της ορκωμοσίας τους μέχρι και σήμερα αντιμετώπισαν την απαξίωση και το σεξισμό σε όλες του τις εκφάνσεις. Εντός και εκτός κοινοβουλίου. Τα ΜΜΕ έπαιξαν επάξια το ρόλο τους αναφορικά με την ενίσχυση των έμφυλων στερεοτύπων και την προβολή ενός σεξιστικού λόγου, που γίνεται αρεστός από το φιλοθεάμον κοινό, αλλά και οι συνάδελφοί τους βουλευτές φρόντισαν να τις αντιμετωπίσουν «όπως τους άξιζε»: Με υποτιμητικό και χυδαίο τρόπο. Οι γυναίκες αυτές κρίθηκαν δημόσια για ένα σωρό θέματα, εκτός από τη δουλειά και την αποτελεσματικότητά τους· «το extreme ντύσιμο της Ζωής στην ορκωμοσία της κυβέρνησης», «οι ρυτίδες της Τασίας», «τα γεμιστά της Θεανώς» και προσφάτως «τα μαλλιά της Σίας» - της νέας αναπληρώτριας υπ. Παιδείας. Στην τελευταία, άλλωστε, και με αφορμή τις πρόσφατες δηλώσεις της για το μάθημα των Θρησκευτικών αναφέρθηκε με «ωραιότατο» τρόπο και ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος, ως «κάποια κυρία που έχει ορισμένες ιδέες στο μυαλό της». Και φυσικά πάντα αποκαλώντας τις με το μικρό τους όνομα. Καθόλου τυχαίο και σε καμία περίπτωση δείγμα οικειότητας. Βέβαια, από το σεξιστικό αυτό παραλήρημα δε θα μπορούσε να γλυτώσει και η κα Μπέτυ Μπαζιάνα, ως η γυναίκα του πρωθυπουργού, αφού ειπώθηκε ή ευρέως υπονοήθηκε πως τη θέση που κατέλαβε στο πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας την κέρδισε με το σπαθί …του άντρα της!
«Δεν χωράνε» στους σχεδιασμούς των αντρώνΑπό την άλλη, όσον αφορά στο θεσμικό κομμάτι, έχουμε μια πρόοδο τα τελευταία χρόνια σε επίπεδο νομοθετικών ή άλλων παρεμβάσεων για την προώθηση της ισότητας των φύλων στην πολιτική ζωή της χώρας – κατά φύλο ποσόστωση στις εκλογικές λίστες, ρητή αναφορά του ζητήματος της ισότητας των φύλων στα προγράμματα των κομμάτων, κ.ά. Ταυτόχρονα, σημειώνεται ότι διαφαίνεται πρόοδος σχετικά με την αποδοχή από την κοινωνία της αλλαγής των κυρίαρχων προτύπων· οι ψηφοφόροι πλέον, τόσο οι άντρες όσο και οι γυναίκες, ψηφίζουν και γυναίκες και αρχίζουν πλέον να εστιάζουν και σε ποιοτικά χαρακτηριστικά των υποψηφίων και όχι -μόνο- στο φύλο. Δύο βασικές κατηγορίες όμως, που όπως φαίνεται θα αποδεχτούν τελευταίες την όποια αλλαγή προτύπων είναι πρωτίστως τα ΜΜΕ και εν συνεχεία οι άντρες πολιτικοί. Για τα πρώτα, η στερεότυπη εικόνα της ωραίας, μοιραίας, έξαλλης, αλλά και υστερικής και ανισόρροπης γυναίκας ακόμα πουλάει, συνιστά εύκολο ρεπορτάζ και χαμηλού επιπέδου «ενημέρωση» – ό, τι ακριβώς χρειάζεται για την «ψυχαγωγία» αλλά και τον αποπροσανατολισμό του κοινού.
Την ίδια ώρα, μέσα σε ένα ανδροκρατούμενο τοπίο, καλά δομημένο πάνω σε αντρικά στερεότυπα, είναι πολύ δύσκολο να παρεισφρήσει μια γυναίκα. Όταν τυχαίνει να τα καταφέρει, ταράζει την πατριαρχική ισορροπία και γίνεται ανεπιθύμητη, είτε συνειδητά είτε υποσυνείδητα. Πολλές φορές απλά οι γυναίκες «δε χωράνε» στους σχεδιασμούς των αντρών για τη διαχείριση της εξουσίας. Και ένα τέτοιο παράδειγμα είναι η δημιουργία των κομματικών λιστών στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές. Όταν δηλαδή χρειάστηκε τα κόμματα, που είναι ανδροκρατούμενοι μηχανισμοί, να αποφασίσουν τη λίστα με τη σειρά εκλογής των υποψήφιων βουλευτών/τριών, για πρώτη φορά μετά την εφαρμογή της ποσόστωσης, τα ποσοστά των εκλεγμένων γυναικών έπεσαν κατακόρυφα. Αυτή τη στιγμή στη νέα Βουλή πρόκειται να μπουν 55 γυναίκες, δηλαδή ένα ποσοστό της τάξεως του 18,3%. Κανένα κόμμα, ούτε της Αριστεράς, δεν φρόντισε να εκπροσωπηθούν τα μέλη του με ίση κατανομή ανδρών και γυναικών υποψηφίων σε εκλόγιμες θέσεις. Αντίθετα φρόντισαν να τηρήσουν οριακά -στην πλειοψηφία- τους την, επιβαλλόμενη από τον νόμο, κατά φύλο ποσόστωση, «στριμώχνοντας» τις υποψήφιες γυναίκες σε μεγάλες εκλογικές περιφέρειες και σε -σχεδόν σίγουρα- μη εκλόγιμες θέσεις. Πρόκειται για την πιο εύγλωττη δήλωση ότι η ισότητα δε θα έρθει τόσο εύκολα στο ανδροκρατούμενο περιβάλλον της πολιτικής ζωής. Η όλο και πιο ενεργή συμμετοχή των γυναικών στα κοινά, ίσως είναι ένας από τους αποτελεσματικότερους τρόπους αλλαγής προτύπων αλλά και συσχετισμών – γιατί είναι και τέτοιο το θέμα, ας μην κρυβόμαστε.
Υποχρέωση της κυβερνώσας ΑριστεράςΟι άνθρωποι που αγωνίστηκαν και συνεχίζουν να παλεύουν για ισότητα, ξέρουν ότι πρόκειται για τη δυσκολότερη ίσως μάχη στον κοινωνικό στίβο. Ιδιαιτέρως όταν πρόκειται για εκείνη ανάμεσα στα φύλα, όπου η διάκριση επικάθεται πάνω σε άλλες υφιστάμενες (όπως εισοδηματική ή ταξική) και τις θολώνει. Αν η Αριστερά είναι η ατμομηχανή της κοινωνίας και οι αξίες της (ισότητα, ελευθερία, κοινωνική δικαιοσύνη) αποτελούν κοινωνικά επίδικα, τότε οφείλει να ρίξει όλο το αξιακό και μεταρρυθμιστικό της βάρος για να εξαλείψει κάθε έμφυλη διάκριση, κάθε παραγκωνισμό των γυναικών από θέσεις πολιτικής ευθύνης και πρωτίστως στο εσωτερικό της. Πόσο δε μάλλον όταν μιλάμε για την κυβερνώσα Αριστερά. Αυτή, εκτός των παραπάνω, οφείλει να το διεκδικήσει συγκροτημένα στους θεσμούς, να το επιβάλει στα ΜΜΕ και το δημόσιο λόγο, να το εμφυσήσει μέσα από την εκπαίδευση. Να βρει τον τρόπο και το δρόμο να συγκροτήσει την απαιτούμενη συμμαχία ελεύθερων συνειδήσεων και κράτους, για να πλήξει αποτελεσματικά τα έμφυλα στερεότυπα και τις διακρίσεις που πηγάζουν από αυτά.
* Η Ειρήνη Αγαθοπούλου είναι πρόεδρος του ΔΣ Κέντρου Ερευνών για Θέματα Ισότητας (ΚΕΘΙ)