Οι φωτογραφίες είναι του Σπύρου Μελετζή από το βιβλίο του «Με τους αντάρτες στα βουνά», Αθήνα 2002.
Εβδομήντα επτά χρόνια πέρασαν από ένα γεγονός με ξεχωριστή σημασία για την περίοδο της Εθνικής Αντίστασης, αλλά και τους αγώνες του λαού για ελευθερία και δημοκρατία. Ήταν Μάιος του 1944, όταν στους Κορυσχάδες στον ορεινό οικισμό της Ευρυτανίας που βρίσκεται πολύ κοντά στο Καρπενήσι συγκλήθηκε το Εθνικό Συμβούλιο. Επρόκειτο για μιας μορφής κοινοβουλίου των αντιπροσώπων, κατόπιν εκλογών στην απελευθερωμένη χώρα, αλλά και στις περιοχές της χώρας που βρίσκονταν ακόμα υπό κατοχή. Οι εκλογές είχαν προσδιοριστεί με απόφαση της κυβέρνησης του βουνού της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης ΠΕΕΑ (Πράξη 6), να διεξαχθούν στις 23 και στις 30 Απριλίου 1944, με μυστική και καθολική ψηφοφορία με ψηφοδέλτια. Σε αυτές τις εκλογές θα ψήφιζαν άνδρες, –για πρώτη φορά– γυναίκες, καθώς και νέοι άνω των 18 ετών. Ιδιαίτερο βάρος των δυνάμεων του ΕΑΜ δόθηκε στην εκλογική διαδικασία στην κατοχική Ελλάδα. Συγκεκριμένα, αποφασίστηκε όσες πόλεις ήταν κάτω των 25.000 κατοίκων να εκλέξουν 2 αντιπροσώπους, όσες ήταν κάτω των 50.000 κατοίκων 3 και οι υπόλοιπες πόλεις 4 αντιπροσώπους. Κατ’ εξαίρεση η Αθήνα εξέλεγε 20, η Θεσσαλονίκη 10 και ο Πειραιάς 7 αντιπροσώπους. Η συμμετοχή στις εκλογές ήταν πολύ μεγάλη και φαίνεται να ξεπέρασε το 1.500.000 ψηφοφόρων, σύμφωνα με τα στοιχεία που διαθέτουμε, σε μία χώρα των 7.000.000.
Εκλέχθηκαν πέντε γυναίκες εθνοσύμβουλοι· η Μαρία Σβώλου και η Καίτη Νισυρίου (Ζεύγου) από την Αθήνα, η Χρύσα Χατζηβασιλείου από τον Πειραιά, η Φωτεινή Φιλιππίδου από την Λάρισα, και η Μάχη Μαυροειδή – Χιουρέα από την Καλαμάτα, η οποία δεν κατάφερε να συμμετέχει. Το σύνολο των αντιπροσώπων που εκλέχθηκε, όπως προκύπτει από το βιβλίο του Γιάννη Σκαλιδάκη, Η Ελεύθερη Ελλάδα, (Αθήνα 2014), κυμαίνεται από 202 έως 214, από ένα ευρύτατο πολιτικό όσο και επαγγελματικό φάσμα. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι εκλέχτηκαν πέντε καθηγητές Πανεπιστημίου, δύο μητροπολίτες, οκτώ στρατηγοί, είκοσι δημόσιοι υπάλληλοι, πέντε βιομήχανοι, δέκα δημοσιογράφοι, δεκαπέντε γιατροί, είκοσι τρεις αγρότες, είκοσι δύο εργάτες.
Επίσης η παρουσία των εθνοσυμβούλων κατέδειξε την ποικιλία των πολιτικών απόψεων των αντιπροσώπων. Εκτός από τα μέλη του ΚΚΕ, πολλοί ήταν αυτοί που εκπροσώπησαν άλλους πολιτικούς σχηματισμούς και πολιτικές παρατάξεις. Έτσι εμφανίστηκε η ομάδα των Αριστερών Φιλελευθέρων, που αποτελούταν από τους Λεωνίδα Καραμαούνα, Νεόκοσμο Γρηγοριάδη, Νικόλαο Ασκούτση πολιτικοί που προέρχονταν από το χώρο των φιλελευθέρων, η πολιτική ομάδα της ΕΛΔ (Ένωση Λαϊκής Δημοκρατίας) με τους, Ηλία Τσιριμώκο, Σταύρο Κανελλόπουλο, Ιωάννης Μηλιάδη, Εμμανουήλ Μάντακα, Αθανάσιο Καρούτα, Κωνσταντίνο Γκότση, αλλά συμμετείχαν και άλλα μέλη του κόμματος των Φιλελευθέρων, του Λαϊκού κόμματος και του Μεταρρυθμιστικού Εθνικού Κόμματος.
Γιατί επιλέχθηκε το συγκεκριμένο χωριό
Το χωριό των Κορυσχάδων είχε συνδεθεί στενά με την ιστορία της Εθνικής Αντίστασης. Στη διάρκεια της κατοχικής περιόδου, οι Κορυσχάδες υπήρξαν το επίκεντρο αντιστασιακών δράσεων και για ένα διάστημα λειτούργησε ως έδρα της 13ης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ, και για μικρότερο διάστημα, λειτούργησε ως στρατηγείο του ΕΛΑΣ. Το κτίριο του Σχολείου της κοινότητας Κορυσχάδων, που φιλοξένησε τους εθνοσυμβούλους την άνοιξη του 1944, χτίστηκε το 1938. Τη διακόσμηση και την εικονογραφική προετοιμασία του χώρου που θα φιλοξενούσε τους εθνοσυμβούλους ανέλαβαν οι ζωγράφοι Σεμερτζίδης, Φέρτης, Μεγαλίδης και Γιολδάσης, ο ηθοποιός Γιώργος Δήμου και οι Δημήτρης (Μήτσος) Κατσικογιάννης και Δημήτρης Οικονομίδης. Μέσω των εικόνων των ηρώων του 1821 που φιλοτέχνησαν οι ζωγράφοι που είχαν ανέβει στο βουνό, απεικόνιζαν τη σύνδεση του Εθνικού Συμβουλίου και των στιγμών της εθνικής αντίστασης του 1944 με τις επαναστατικές διαδικασίες του 1821. Έτσι αποτυπώνονται στους τοίχους μορφές των ηρώων της επανάστασης του 1821, όπως και συνθήματα της περιόδου της ανεξαρτησίας από τους Τούρκους. Στο χώρο του σχολείου δεσπόζει η επιγραφή: «Επίδαυρος 1821- Κορυσχάδες 1944». Πάνω από το προεδρείο της Εθνοσυνέλευσης υπήρχαν οι θυρεοί των μεγάλων δυνάμεων και συμμάχων κατά των δυνάμεων του άξονα, της Αγγλίας, της Σοβιετικής Ένωσης, των ΗΠΑ και της Γιουγκοσλαβίας και στη μέση ένας μεγάλος Φοίνικας με το πουλί που ξαναγεννιέται από τις στάχτες του, που συμβόλιζε το ελληνικό κράτος. Στην πρώτη συνεδρίαση του οργάνου και μετά την ορκωμοσία των μελών αποφασίστηκε να αποσταλεί επιστολή στις ξένες δυνάμεις με την οποία να γνωστοποιείται η συγκρότηση της ΠΕΕΑ. Οι εργασίες της συνεδρίασης ξεκίνησαν με όλη την επισημότητα που άρμοζε στην περίσταση, ακολούθησε δοξολογία και η ορκωμοσία των μελών. Πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου εκλέχθηκε ο φιλελεύθερος στρατηγός Νεόκοσμος Γρηγοριάδης και αντιπρόεδρος της ο μητροπολίτης Κοζάνης Ιωακείμ. Οι συνεδριάσεις ξεκίνησαν με πανηγυρικό τρόπο και την ορκωμοσία του σώματος την 14 Μαΐου και ολοκληρώθηκαν την 27η Μαΐου 1944.

Πώς προέκυψε η κυβέρνηση του βουνού;
«Όλος ο κεντρικός όγκος που σχηματίζει τη ραχοκοκαλιά της Ελλάδος είναι εντελώς και εξ ολοκλήρου ανεξάρτητος από την επιρροή ή την επαφή με τις δυνάμεις κατοχής ή τη διοίκηση των Κουίσλινγκ στην Αθήνα. Τα σύνορα ανατολικά και δυτικά είναι αόριστα και διαφέρουν από καιρό εις καιρό, ανάλογα με τη δραστηριότητα των δυνάμεων του Άξονα. Αλλά σε κανονικές συνθήκες διατρέχουν σχεδόν παράλληλα τα σύνορα της θεσσαλικής πεδιάδας, από τη μία πλευρά, και των κύριων κοιλάδων της Ηπείρου από την άλλη. Υπάρχουν, φυσικά, απομονωμένα κομμάτια απελευθερωμένων περιοχών σε όλη την Ελλάδα, αλλά αυτό είναι το μεγαλύτερο συνεχές κομμάτι και ξεκινά αδιάσπαστο από τη Νότια Σερβία μέχρι κάτω στα βουνά της Γκιώνας και του Παρνασσού. Μέσα σε αυτό είναι σε πλήρη ασφάλεια. Μπορείς να ταξιδέψεις από τη Φλώρινα μέχρι τις παρυφές της Αθήνας χωρίς τίποτα άλλο, παρά μια άδεια από το ΕΑΜ», βρετανός ταγματάρχης Major Wallace .
Τι είχε συμβεί επομένως και ο Εγγλέζος ταγματάρχης περιέγραφε αυτήν την εικόνα ήδη από τον Αύγουστο του 1943; Η απονομιμοποίηση της κατοχικής εξουσίας σε πολλές περιοχές και κυρίως στους ορεινούς όγκους της χώρας με βάση την οροσειρά της Πίνδου, ειδικά στις περιοχές εκείνες που είχαν καταληφθεί από τις ιταλικές δυνάμεις κατοχής και την μετέπειτα παράδοση τους τον Σεπτέμβριο του 1943, συνέβαλε αποφασιστικά στην ενδυνάμωση της οργάνωσης αντάρτικων ομάδων, αλλά και στη νομιμοποίηση της εξουσίας τους. Το Εθνικό Συμβούλιο ήταν αποτέλεσμα, αφενός, της ύπαρξης της εξουσίας μιας «κατοχικής κυβέρνησης που –κατά τον Γ. Σκαλιδάκη– ήταν ένα υβριδικό μόρφωμα με σύμφυση πολιτικών, νομοθετικών και εκτελεστικών εξουσιών υπό τον πλήρη έλεγχο των στρατιωτικών δυνάμεων κατοχής», και αφετέρου της απουσίας μιας κεντρικής διοίκησης που ήταν απαραίτητη για τη λειτουργία μιας κοινωνίας στις περιοχές που ήταν απελευθερωμένες από τις κατοχικές δυνάμεις, όσο και για την οργάνωση της οικονομίας σε μια εκτεταμένη περιοχή.
Η κυβέρνηση του βουνού κατά συνέπεια προέκυψε αρχικά από την ανάγκη να διοικηθεί η περιοχή εκείνη της χώρας που εξαιτίας της δράσης των ανταρτικών ομάδων είχε ουσιαστικά απελευθερωθεί από τις δυνάμεις κατοχής. Η Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ) (Μάρτιος – Σεπτέμβριος 1944), η «κυβέρνηση του βουνού», επιχείρησε να οργανώσει με ένα συστηματικό τρόπο την διοίκηση του απελευθερωμένου τμήματος, αλλά και να παρέμβει σε κρίσιμα θέματα, όπως ήταν η επιβίωση του πληθυσμού διανέμοντας τους τοπικούς πόρους, προκειμένου να μην ξαναζήσουν οι πληθυσμοί ανάλογα φαινόμενα πείνας και δυστυχίας όπως αυτά που είχαν ζήσει οι πληθυσμοί, ειδικά τα πρώτα χρόνια της κατοχής, αλλά και να ενισχύσει το αντάρτικο, το στρατιωτικό σκέλος του ΕΛΑΣ.
Στις 12 Μαρτίου 1944, ο παράνομος «Ριζοσπάστης» κυκλοφορεί με πρωτοσέλιδη είδηση σχετικά με την ίδρυση της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης, σχέδιο που είχε πρωτοδιατυπωθεί αρκετά νωρίτερα και το ΚΚΕ υιοθέτησε με απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής του, με σκοπό να προχωρήσει σε κάποιου είδους μορφή εξουσίας εθνικής ενότητας. Η ιδέα για τη δημιουργία μιας ενιαίας κυβέρνησης εθνικής ενότητας, εμφανίζεται από τα μέσα περίπου του 1943. Η πολιτική αυτή επιλογή επισημοποιείται στην 10η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ που συγκλήθηκε στο Κουκάκι, και την πρόταση αυτή διατυπώνει ανοιχτά ο Γιάννης Ζεύγος τότε μέλος του Πολιτικού Γραφείου στις αρχές του 1944. Το ΚΚΕ επιδίωκε συστηματικά σε αυτή τη συγκυρία να έρθει σε επαφή και συνεννόηση με τις άλλες πολιτικές δυνάμεις και να προωθήσει την ιδέα της εθνικής ενότητας. Είχε, ωστόσο, προηγηθεί η ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του ΕΑΜ στο στέκι της οδού Πύθωνος στην Κυψέλη. Κατά τη διάρκεια εκείνης της σύσκεψης αποφασίστηκε να γίνει πρόταση στον Αλέξανδρο Σβώλο και στον αρχηγό του Ενιαίου Αγροτικού Κόμματος Ιωάννη Σοφιανόπουλο, για να αναλάβουν την ηγεσία της κυβέρνησης. Η ΠΕΕΑ ήταν ένα είδος κυβέρνησης με έδρα την Βίνιανη με προσωρινό πρόεδρο τον Ευρυπίδη Μπακιρτζή και αρχικά συγκροτήθηκε αποκλειστικά από μέλη του ΕΑΜ και του ΚΚΕ και της επιρροής τους. Κατά τη δεύτερη συνεδρίασή της, η ΠΕΕΑ κατέληξε στην απόφαση να ιδρυθεί Εθνικό Συμβούλιο το οποίο θα προερχόταν μέσα από εκλογές. Την ίδια περίοδο ζητήθηκε από τον ΕΔΕΣ και την ΕΚΚΑ να ενταχθούν στον εθνικό στρατό (ΕΛΑΣ), αίτημα που όμως απορρίφθηκε. Παρά τους δισταγμούς, τις ανακολουθίες, τις αναβολές, ακόμα και τις διαφωνίες που προέκυπταν, ήταν εμφανές ότι την πρωτοβουλία σε επίπεδο κινήσεων είχαν οι δυνάμεις του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και του ΚΚΕ που επηρέαζε ουσιαστικά τις εξελίξεις. Στις 16 Απριλίου ακολούθησε η διεύρυνση της ΠΕΕΑ, με τη συμμετοχή στην νέα κυβέρνηση του Αλέξανδρου Σβώλου, του Νικολάου Ασκούτση, του Σταμάτη Χατζήμπεη και του Πέτρου Κόκκαλη.
Ένα μήνα αργότερα τα πράγματα είχαν αλλάξει. Η παρουσία στην κυβέρνηση πολλών μελών που κατά τη διάρκεια κυρίως της κατοχής ριζοσπαστικοποιήθηκαν, αποφάσισαν να συμμετάσχουν ενεργά στην κυβέρνηση. Ο Αλέξανδρος Σβώλος, ο Πέτρος Κόκκαλης, ο Ευρυπίδης Μπακιρτζής ήταν μόνο μερικά από τα πρόσωπα που διεύρυναν κατά πολύ το πεδίο επιρροής του ΚΚΕ και της αριστεράς, αλλά και με την παρουσία τους σχημάτιζαν ένα ισχυρό πόλο εξουσίας που οι υπόλοιπες πλευρές δεν μπορούσαν πια να αμφισβητήσουν ή πολύ περισσότερο να τον αγνοήσουν, όπως σε διάφορες φάσεις και στιγμές τμήματά τους θα ήθελαν και θα επιδίωκαν. Στο πλαίσιο αυτής της πορείας δεν ήταν μόνο οι εκλεγμένοι αντιπρόσωποι που μέσα από κακουχίες και δυσκολίες βρέθηκαν εκείνες τις μέρες στην ορεινή Ευρυτανία, αλλά και μια προσπάθεια να δοθεί συνέχεια στη βίαιη διακοπή του κοινοβουλευτικού συστήματος, της Βουλής του 1936 που κατήργησε ο Ιωάννης Μεταξάς. Έτσι κλήθηκαν και όσοι βουλευτές είχαν εκλεγεί σε εκείνην τη βουλή (Γ΄ Αναθεωρητική) και ήθελαν βέβαια να πάρουν μέρος.
Η πολιτική κατεύθυνση της ΠΕΕΑ ήταν να ασκηθεί πίεση στους υπολοίπους διεκδικητές της εξουσίας, αλλά ταυτόχρονα να αποδείξει ότι μπορεί να διοικήσει με αποτελεσματικότητα και σε πολύ δύσκολες συνθήκες. Η νέα ΠΕΕΑ αποφάσισε να συντάξει έναν κατάλογο με διοικητικούς υπαλλήλους για τη συγκρότηση ενός πλήρους μηχανισμού. Η νέα ΠΕΕΑ προώθησε 29 Πράξεις από τις συνολικά 64 Πράξεις που αποφάσισε. Ο τρόπος που εκλέχτηκαν οι αντιπρόσωποι, οι θεσμοί που οργανώθηκαν και πολλαπλασιάστηκαν σε σύντομο χρόνο ήταν πράγματι εντυπωσιακό επίτευγμα. Οι θεσμοί λαϊκής δικαιοσύνης και λαϊκής τοπικής αυτοδιοίκησης, αλλά και η οργάνωση του εκπαιδευτικού συστήματος ήταν μόνο μερικά μηνύματα για το πώς μπορούσε σε μια άλλη κατεύθυνση να κινηθεί η κοινωνία.
Συνέπειες
Με το τέλος της συνόδου αποφασίστηκε να εκλεγεί μια Αντιπροσωπεία δεκαεπτά τακτικών και πέντε αναπληρωματικών μελών από το Εθνικό Συμβούλιο που θα λειτουργούσε έως την επόμενη σύνοδό της. Η δημιουργία της ΠΕΕΑ και του Εθνικού Συμβουλίου αποτέλεσαν αναμφισβήτητα ένα κρίσιμο σταυροδρόμι στις μετέπειτα ραγδαίες, όσο και σημαντικές, εξελίξεις. Καθόσον οι δυνάμεις του άξονα υποχωρούσαν σε όλα τα μέτωπα, η κυβέρνηση του βουνού και η ΠΕΕΑ από τη μία οργάνωσαν και διαμόρφωσαν μια πολιτική παρουσία αναγκαία στο χώρο της ελεύθερης Ελλάδας, ενώ συνέβαλαν στη διαμόρφωση μιας ενιαίας πολιτικής από διαφορετικές πολιτικές καταβολές οδηγώντας στις σκληρές διαπραγματεύσεις του Λιβάνου με τα άλλα κέντρα εξουσίας με την εξόριστη κυβέρνηση του Καΐρου, υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου, αλλά και τις ξένες συμμαχικές δυνάμεις.