Bellinda Hollyer «Ο σκληρός χωρισμός», εκδόσεις Σαββάλας
Την φώναζαν Σίζι, που σημαίνει μεγαλύτερος στη γλώσσα Αφρικαάνς, μα βαφτίστηκε Νουμβούγιο, που πάει να πει χαρά στη γλώσσα της φυλής των Χούα. Πολύβουη και πολύχρωμη σαν ουράνιο τόξο είν’ η γειτονιά της. «Μύριζε σιροπιαστά τσουρεκάκια, διπλοτηγανισμένα και βουτηγμένα σε σιρόπι ζάχαρης με φρεσκοτριμμένη καρύδα» που «έτσι και τα έτρωγες ζεστά, κατευθείαν απ’ το χάρτινο χωνάκι (…) είχες τη γεύση του Παράδεισου στο στόμα». Ναι, ήταν παράδεισος η γειτονιά της στο Κέιπ Τάουν της Νοτίου Αφρικής. Εκεί, όπου λευκοί, μαύροι και μιγάδες, οικογένειες Εβραίων, Ιταλών και Γερμανών, ζούσαν στην Περιφέρεια Έξι. Μια πολυεθνική κοινότητα, αλλιώτικη απ’ το υπόλοιπο Κέιπ Τάουν, όπου, όπως σε όλη τη χώρα, «οι άνθρωποι χωρίζονταν από το χρώμα του δέρματός τους. Όμως τα παιδιά δεν τα απασχολούν τα χρώματα, εκτός κι αν κάποιος τα αναγκάσει να τα ξεχωρίσουν». Αυτό κάνει η κυβέρνηση του Απαρχάιντ. Ξεχωρίζει τους ανθρώπους, τους επιβάλλει πού θα μείνουν, κατεδαφίζει γειτονιές, απάνθρωπα χωρίζει οικογένειες, κρατά τους ανθρώπους υποταγμένους. «Πολλοί πίστευαν πως αν όρθωναν το ανάστημά τους, θα είχαν πολύ χειρότερους μπελάδες. Ξεριζώνονται λοιπόν απ’ τη γειτονιά τους που θα κατεδαφιστεί. Δυο κομμάτια η οικογένεια. Πάνε οι φίλοι, οι μελωδικές μπάντες σε κάθε γωνιά, η υπέροχη μυρωδιά ψαρόσουπας από καβούκια καραβίδων, πάει και το σχολείο. Οι μαύροι, βλέπετε, πρέπει να μείνουν στον πάτο της κοινωνίας».
Η Μπελίντα Χόλιερ, που γεννήθηκε στη Νέα Ζηλανδία και έζησε στο Λονδίνο, επισκέφτηκε πολλές φορές τη Ν. Αφρική και γνώρισε από κοντά τη γειτονιά της Περιφέρειας Έξι «μνημείο της ωμότητας και της ηλιθιότητας του Απαρχάιντ». Η ιστορία, γραμμένη σε πρώτο πρόσωπο, βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα που διαδραματίστηκαν το 1966. Ανάγλυφη η αδικία, σιωπηλός ο σπαραγμός, ο φόβος και η αγωνιστικότητα παλεύουν ποιος θα επικρατήσει. Ο «αράπης με πάσο», πατέρας της ηρωίδας, αποδέχεται τη μοίρα του –τι άλλο να κάνει;– και εξορίζεται στην έρημο. Η έγχρωμη μητέρα της, με αδιάκοπο περπάτημα, πάει παρανόμως να τον φέρει πίσω. Ρεπορταζιακή η γραφή του βιβλίου, αποτυπώνει καρέ-καρέ, με ένταση, γεγονότα και συναισθήματα χωρίς να γίνεται μελό ούτε στις πιο τραγικές στιγμές. Ηρωίδες και ήρωες, σε μια εποχή και σε μια χώρα όπου μόνο οι λευκοί είχαν δικαιώματα, ξέρουν να αγωνίζονται. «Ε, δε γίνεται να υποχωρείς διαρκώς σε όλα. (…) Ακόμα κι αν δεν έχεις πολλές δυνατότητες να νικήσεις, να πολεμάς ενάντια στα πράγματα που είναι πραγματικά στραβά». Επίκαιρο, ε;
Κατερίνα Ζωντανού «Human net», εικονογράφηση: Γιώργος Δημητρίου, εκδόσεις Μεταίχμιο
Είκοσι τρία ζευγάρια μάτια κοιτούσαν τον «καινούργιο» που δειλά έμπαινε στην τάξη. Αδυνατούλης, κατακόκκινος από την ντροπή, καμία σχέση με τον συνονόματό του τον Σπαρτιάτη, ο Λεωνίδας έκατσε δίπλα στον Πέτρο «δίχως δόρυ και ασπίδα». Έτσι ξεκίνησαν όλα. Συνέχισαν δηλαδή, διότι ο Αντρέας που κάθεται πίσω τους, μέγας τσαμπουκάς, με ύφος χιλίων καρδιναλίων, όλους τους παρενοχλεί. Να, τον Πέτρο, που μας διηγείται το στόρι, «βαρελοζουμπά» τον φώναζε, τότε που είχε πάρει κάνα δυο κιλάκια. Και τη Μαρία, που έβαλε μετά στο στόχαστρο, ν’ αλλάξει σχολείο την ανάγκασε. Άσε που σου επιβάλλει να διαλέξεις «ή με μένα ή μ’ αυτόν». Εντάξει, παραδέχεται ο Πέτρος την αδυναμία του και πάει με τον δυνατό, όπως κι όλη η τάξη δηλαδή. «Καημένε Λεωνίδα, σ’ αυτή την τάξη μόνος σου πρέπει να τα βγάλεις πέρα (…).΄Ετσι μου ‘ρχεται… αλλά μετά θα τα βάλει μαζί μου!» Και είναι κάτι λέξεις που σφάζουν σαν μαχαίρια. Ξαναχώνεται στο κρεβάτι λοιπόν, χαζεύει τ’ αστέρια που έφτιαξε στο ταβάνι του δωματίου του, παίρνει αγκαλιά το τάμπλετ και βυθίζεται σε βιντεοπαιχνίδι για δυνατούς παίκτες. Ανθρώπινες σκιές, τέρας μεγάλο κι αδυσώπητο τις καταδιώκει. Human και Monster και στο τέλος ένα Net. Το ανθρώπινο δίκιο.
Η συγγραφέας, Κατερίνα Ζωντανού, που «τη θυμώνει ο πόλεμος και άλλα τερατώδη που κάνουν οι άνθρωποι», διαπραγματεύεται το πολυσυνηθισμένο ζήτημα του μπούλινγκ στο σχολείο, του σχολικού εκφοβισμού ελληνιστί. Το βιβλίο μπήκε στη βραχεία λίστα των Κρατικών Βραβείων 2018. Μικροί νταήδες με προβληματική ζωή, αγόρια που δειλά θεωρούν τον εαυτό τους, μα κάνουν στρατηγικές σκέψεις, αποφασιστικά κορίτσια με περίσσευμα ψυχής, εκπαιδευτικοί και γονείς που δεν «κοιτούν τη δουλειά τους», εμπλέκονται στο κείμενο, δρουν, αντιδρούν και αναμετρώνται άλλοτε με τη συνένοχη σιωπή, άλλοτε με το φόβο, άλλοτε με την απόδοση δικαιοσύνης. Έντονα συναισθήματα, ανακουφιστικά, άλλωστε «κανείς δεν γίνεται ρεζίλι επειδή κλαίει». Έξυπνοι διάλογοι καθημερινών παιδιών που, δίχως να το ξέρουν, φιλοσοφούν με αφορμή ένα βιντεοπαιχνίδι, δίνουν λύσεις και γίνονται υποδείγματα αγωνιστών στους ενήλικες. «Φτιάχνουμε Δίχτυα από Ανθρώπους και αποδυναμώνουμε το Τέρας». Ο καθένας γίνεται «ρεαλιστής με όνειρα. Το καλύτερο».
Τη μαυρόασπρη εικονογράφηση, έντονα εκφραστική, που μοιάζει με σκηνές μαυρόασπρης ταινίας, ανέλαβε επάξια ο Γιώργος Δημητρίου.