Έφη Κάννερ «Άνδρες και γυναίκες στην τροχιά του εκσυγχρονισμού. Ο τουρκικός εκσυγχρονισμός από τη σκοπιά των έμφυλων σχέσεων», εκδόσεις Ηρόδοτος, 2021
Συχνά γίνεται αναφορά στο «αίνιγμα» του τουρκικού εκσυγχρονισμού, χωρίς όμως να είναι πάντα σαφές τι εννοεί όποιος ή όποια αναφέρεται σε αυτόν. Πολλές φορές μάλιστα περιγράφεται ως «μια άνωθεν εκπορευόμενη διαδικασία, με κύριους φορείς τον στρατό και την κρατική γραφειοκρατία», μια οπτική που συνήθως παρακάμπτει τις όποιες κοινωνικές διεργασίες και δυναμικές έχουν παίξει ρόλο σε αυτό το φαινόμενο.
Η μελέτη του τουρκικού εκσυγχρονισμού υπό το πρίσμα του φύλου διευρύνει τον φακό και «μετατοπίζει την οπτική μας σε ευρύτερες κοινωνικές διεργασίες». Με τον τρόπο αυτό, η μελέτη της Έφης Κάννερ, επίκουρης καθηγήτριας Τουρκικών Σπουδών στο Πανεπιστημιο Αθηνών, επαναδιαπραγματεύεται αρκετές από τις πλευρές του φαινομένου του τουρκικού εκσυγχρονισμού σε όλη την ιστορική του πορεία, θέτοντας σε συζήτηση κρίσιμα ερωτήματα σε σχέση με αυτή τη διαδικασία.
Ο επίσημος (και ευρύτερα διαδεδομένος) λόγος περί άνωθεν χειραφέτησης των γυναικών χάρη στον κεμαλισμό και ο «κρατικός φεμινισμός», η «νέα κρατική πατριαρχία» του κεμαλικού καθεστώτος, η αλληλεξάρτηση των πολλαπλών κοινωνικών ταυτοτήτων, η ανάδυση του νέου φεμινιστικού κινήματος και η σχέση των γυναικείων οργανώσεων με την Αριστερά, η μαζική και κρίσιμη συμμετοχή των γυναικών στις συλλογικότητες και τις διεργασίες του πολιτικού Ισλάμ, η είσοδος των γυναικών στον δημόσιο χώρο και στην πολιτική δράση στις αρχές του 20ού αιώνα, η θέση των γυναικών ως προϊόν «πατριωτικών» καθηκόντων, ο εκσυγχρονισμός και η πολιτική σημασία της ιδιωτικής σφαίρας, είναι μερικά μόνο από τα θέματα που θίγονται στη μελέτη αυτή.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η συζήτηση για πλευρές της σχέσης των γυναικών με το πολιτικό Ισλάμ, μια συζήτηση που είναι συχνά φορτισμένη με πολλές ευκολίες και στερεότυπα. Η συγγραφέας πραγματεύεται εκτενώς τις έμφυλες διαστάσεις του τουρκικού πολιτικού Ισλάμ, συζητάει «την καθοριστική συμβολή των γυναικών στην ανάδειξη του πολιτικού Ισλάμ», ενώ σκιαγραφεί τις πολλές και σύνθετες πλευρές της κάλυψης των γυναικών, που, όπως υποστηρίζουν πολλοί ερευνητές και ερευνήτριες που δίνουν «έμφαση στην ατομική συνειδητή πράξη», «από πλευράς των ακτιβιστριών του πολιτικού Ισλάμ καθόλου δεν γίνεται αντιληπτή σαν υποταγή στους άνδρες ή σε οποιαδήποτε άλλη ομάδα».
Η συγγραφέας ολοκληρώνει τη συζήτηση με τη γενική παρατήρηση ότι «ο τουρκικός εκσυγχρονισμός, σε όλη την πορεία του, συνοδεύτηκε από την επιβεβαίωση της έμφυλης ιεραρχίας, πράγμα που συνεπαγόταν ποικίλες μορφές αποκλεισμού για τις γυναίκες». Σύμφωνα με τη συγγραφέα, μπορεί μεν να καταρρίπτεται ο διαδεδομένος μύθος «περί τουρκικής εξαίρεσης και ιδιαιτερότητας», ωστόσο «η διαδικασία του εκσυγχρονισμού είχε όντως έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα στην Τουρκία», καθώς «η σύγχρονη Τουρκία αναδύθηκε ως δύναμη που διέφερε τόσο από τα δυτικά κράτη, όσο και από τους λαούς που βίωναν την αποικιοκρατία». Το «τουρκικό εκσυγχρονιστικό εγχείρημα» και το σύνολο των κοινωνικών μετασχηματισμών, διεργασιών και διαπραγματεύσεων που περιλαμβάνει είναι ένα φαινόμενο πολύπλευρο και πολυσύνθετο και συνάμα ένα φαινόμενο που πολλές φορές, ειδικά στον τρέχοντα πολιτικό λόγο, έχει περιβληθεί με πλήθος από στερεότυπα, μύθους, στρεβλές πληροφορίες. Αξίζει, ως εκ τούτου, να συζητηθεί εκτενέστερα.