«That’s some catch, that Catch-22» he observed.
«It’s the best there is», Doc Daneeka agreed.*
Χωρίς να το αντιλαμβάνονται, οι Έλληνες εκδότες βρίσκονται σε ένα Catch-22 περιβάλλον, όχι ως σατιρική μυθοπλασία, αλλά ως ανηλεή πραγματικότητα. Ανήμποροι και χωρίς επαρκείς συνομιλητές από την πλευρά της πολιτείας παρατηρούν την απλουστευτική ερμηνεία μέτρων που οδηγούν σταθερά στην άρνηση του στόχου που επιδιώκουν, μια παγιωμένη συνθήκη που διευκολύνει την κατ’ ουσία απόρριψη όσων προγραμμάτων στήριξης του πολιτισμού προσφέρονται μέσω ευρωπαϊκών πηγών τα τελευταία πολλά χρόνια. Κραυγαλέο παράδειγμα τα τελευταία χρόνια, διαθέσιμοι ευρωπαϊκοί πόροι προς τον πολιτισμό δεν φτάνουν σε όσους προορίζονται, γιατί οι χρηματοπιστωτικοί φορείς που προβλέπονται ως ενδιάμεσοι αρνούνται να το κάνουν, δεν τους το επιτρέπουν, ισχυρίζονται, τα τραπεζικά κριτήρια, το διαρκές Catch-22.
Το ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα έχει, μάλιστα, φτάσει στο σημείο να αρνείται το κύριο εργαλείο στήριξης του πολιτισμού, το γενναιόδωρο εγγυοδοτικό πρόγραμμα που προσφέρει η Ευρωπαϊκή Ένωση αποκλειστικά για δάνεια προς τις επιχειρήσεις του κλάδου. Η άρνηση είναι σταθερή και διαχρονική, βασίζεται δε και στην πολιτική κάλυψη που παρέχουν οι αρμόδιοι κυβερνητικοί φορείς, ασχέτως της παράταξης που κατέχει την εξουσία. Με άλλα λόγια, η εκπεφρασμένη πρόθεση της Κομισιόν να στηρίξει τον πολιτισμό ως συστατικό της ευρωπαϊκής ταυτότητας και η παροχή των σχετικών κονδυλίων συναντά την αντίθεση του ελληνικού τραπεζικού (κατ’ ευφημισμόν) συστήματος που κρίνει πως δεν πρέπει να υπάρχει χρηματοδότηση προς τις επιχειρήσεις στον πολιτιστικό κλάδο, και μάλλον να μην υπάρχουν ούτε οι επιχειρήσεις.
Επιχείρημα χωρίς βάση
Είναι ενδιαφέρον πως στο ίδιο πρόγραμμα οι προνοητικοί ευρωπαίοι γραφειοκράτες πέτυχαν να παρέχονται δωρεάν τεχνικές συμβουλές και συστηματική εκπαίδευση σε στελέχη τραπεζών για να κατανοούν καλύτερα τις ιδιαιτερότητες του πολιτιστικού και δημιουργικού κλάδου [cultural and creative sector], ώστε να είναι ευκολότερη η αξιοποίηση των εγγυοδοτικών εργαλείων. Με αυτή τη συνδρομή αίρεται το κύριο επιχείρημα των τραπεζών πως δεν είναι σε θέση να αξιολογήσουν την υγεία μιας, ας πούμε, εκδοτικής επιχείρησης. Η άρνηση, λοιπόν, συμμετοχής στο πρόγραμμα υποδεικνύει τη ριζική περιφρόνηση του τραπεζικού ολιγοπωλίου προς μια δραστηριότητα που δεν έχει αποκλειστικό σκοπό το εύκολο και σύντομο κέρδος, και δηλώνει τον υποβιβασμό των επιχειρηματιών του κλάδου στην κατηγορία των «ψώνιων» που μόνο η φτώχεια τους ταιριάζει.
Το ζήτημα της χρηματοδότησης θα αποδειχθεί κρίσιμο για την επιβίωση των εκδοτικών οίκων μέσα στις συνθήκες περί βιώσιμων και μη επιχειρήσεων που δημιουργούν οι αλλαγές που προωθούνται από το επερχόμενο Ταμείο Ανάκαμψης. Προγράμματα ψηφιοποιήσεων, ανάπτυξη των logistics, μεγέθυνση των επιχειρήσεων και άλλα εκσυγχρονιστικά οράματα μπορούν εύκολα να αποδειχθούν μοιραία για εκδοτικούς οίκους που πιστεύουν στην αξία της λογοτεχνίας ή της γνώσης και χρειάζονται το αναγνωστικό κοινό των αληθινών βιβλιοπωλείων. Η απουσία μέτρων υπέρ της ανάγνωσης από τον διαφημιζόμενο οδηγό ανάκαμψης δεν είναι τυχαία, προκύπτει ευθέως από τον εξοβελισμό των εκδοτικών επιχειρήσεων στους μη βιώσιμους κλάδους. Ήδη πολλοί εκδότες, ενώπιον αυξανόμενων κεφαλαιακών αναγκών και στενών περιθωρίων κέρδους, υποχρεώνονται να εγκαταλείψουν τις αρχές και τα κριτήρια με τα οποία ήθελαν να εργάζονται και προσπαθούν να ακολουθήσουν τον εκάστοτε συρμό – ρομάντζα, αυτο-βελτίωση, αλμανάκ νέου τύπου κ.ο.κ., για να μη παγιδευτούν σε ένα διαρκώς συρρικνούμενο βιβλιόφιλο κοινό.
Αναπάντητα ερωτήματα
Αν πρέπει να αποδεχθούμε πως το επιχειρηματικό μοντέλο ενός εκδοτικού οίκου με καλούς και ενδιαφέροντες τίτλους, που παράγονται κατά τους νόμους της εκδοτικής τέχνης, είναι ακατανόητο στα στελέχη των τραπεζών, δεν είναι ανεκτή η κοροϊδία που εκπηγάζει από διάφορα όργανα της πολιτείας που φέρουν ταμπέλες πολιτιστικού περιεχομένου για να δικαιολογούν την ύπαρξή τους και κυρίως το κόστος τους. Γιατί δεν λειτουργεί το αρμόδιο γραφείο του ΥΠΠΟ για τα ευρωπαϊκά προγράμματα; Γιατί ποτέ δεν υποχρεώθηκαν οι τράπεζες να αιτιολογήσουν την περιφρόνησή τους προς τις επιχειρήσεις του πολιτισμού; Γιατί δεν διευκολύνει κάποια υπηρεσία την αξιοποίηση των προγραμμάτων πολιτισμού συνεργαζόμενη με ένα ξένο, δηλαδή σε άλλη ευρωπαϊκή χώρα, χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, αφού τα ημέτερα δεν σηκώνουν ούτε το τηλέφωνο; Από πού αντλούν το θράσος, ενώ αδιαφορούν για τα παραπάνω, να επαναλαμβάνουν κάθε περίπου έξι μήνες τα ίδια φαιδρά περί προβολής του ελληνικού βιβλίου στο εξωτερικό, περί ψηφιακών βάσεων και κόμβων, περί φιλαναγνωσίας και ιδρυμάτων πολιτισμού;
Η μικρονοϊκή διαχείριση αυτών των περιφερειακών δράσεων διεκδικεί, και εν πολλοίς έχει κατορθώσει, να κατοχυρωθεί ως εθνική πολιτική βιβλίου, η τέλεια πομφόλυγα που επιπολάζει σε φορείς της πολιτείας – συχνά και στην υψηλή πολιτική ηγεσία, σε δημοσιογραφικά κείμενα και μελέτες, και οπωσδήποτε σε σωματειακούς παράγοντες και ημι-σιτιζόμενα μέλη συμβουλίων και επιτροπών. Η ανυπαρξία υποδομών, νόμων και ρυθμίσεων επιτρέπει στα σημερινά πολιτικά πρόσωπα να λάμψουν αντιγράφοντας δοκιμασμένες λύσεις εδώ και δεκαετίες ή και αιώνες σε χώρες με τις οποίες είμαστε πια στην ίδια τάχα οικογένεια. Νέες νομοθετικές πρωτοβουλίες για τις βιβλιοθήκες, για την εκπαίδευση, για τη φορολογία, για τα δικαιώματα των δημιουργών, και άλλα δεκάδες μέτρα που στηρίζουν άμεσα και έμμεσα την ανάγνωση και τους συντελεστές των βιβλίων θα μπορούσαν εύκολα και σύντομα να επιτρέψουν στους εκδοτικούς οίκους να επανέλθουν στους πραγματικούς λόγους ύπαρξής τους και να υπηρετήσουν τους σκοπούς τους.
Είναι βέβαιο πως δεν υπάρχει πουθενά στο κομματικό φάσμα η πολιτική βούληση να απαιτηθεί από τους πιστωτικούς οργανισμούς η στήριξη των ιδιωτικών εκδοτικών ή πολιτιστικών επιχειρήσεων, ο πολιτισμός εν γένει θεωρείται δραστηριότητα που ταιριάζει κυρίως στα φερώνυμα ιδρύματα των εφοπλιστικών οικογενειών. Ας φανούν χρήσιμα τα πολιτικά μέλη στηρίζοντας το οικο-σύστημα της ανάγνωσης αντιγράφοντας τα παραδοσιακά εργαλεία των εταίρων τους, και ας αφήσουν τους ευφάνταστους νεωτερισμούς για όσους επιβιώσουμε.
Σημείωση
* Catch-22: στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Joseph Heller, οι πιλότοι κατά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο μπορούν να επικαλεστούν ψυχιατρικούς λόγους για να μην πετάξουν, αλλά από την επίκλησή τους τεκμαίρεται πλήρης ψυχική υγεία.