Χρειάζεται η Λατινική Αμερική το Κόπα Αμέρικα, τη μεγαλύτερη ποδοσφαιρική οργάνωση της ηπείρου, που είναι προγραμματισμένη να ξεκινήσει στις 13 Ιουνίου, σχεδόν παράλληλα με το δικό μας Γιούρο; Για τους αυταρχικούς ηγέτες της περιοχής, η απάντηση είναι καταφατική. Αφενός, θα είναι μια καλή ευκαιρία για να ξεχαστεί η αδυναμία τους να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά την πανδημία. Αφετέρου, θα δοθεί μια επίφαση «κανονικότητας» σε βασανισμένες και καταπιεσμένες κοινωνίες και ελπίζεται να υποχωρήσουν οι κοινωνικές διαμαρτυρίες, που συνεχίζονται σε μια σειρά από χώρες, με πιο χαρακτηριστικό το παράδειγμα της Κολομβίας.
Αυτή ήταν μια από τις συνδιοργανώτριες του μεγάλου ποδοσφαιρικού ραντεβού. Αλλά όταν ξέσπασαν οι μεγάλες διαδηλώσεις, που στο μεταξύ έχουν κοστίσει τουλάχιστον εξήντα νεκρούς ο πρόεδρος Ιβάν Ντούκε ανακοίνωσε ότι η χώρα του δεν μπορεί να εκπληρώσει την υποχρέωση. Η συνδιοργανώτρια Αργεντινή δήλωσε έτοιμη να σηκώσει μόνη της το βάρος της διοργάνωσης. Όμως, και εκεί η κατάσταση μόνο «κανονική» δεν είναι. Μπορεί κάποτε να πανηγύριζαν οι κάτοικοι του Μπουένος Άιρες στους δρόμους, «ξεχνώντας» τη χούντα του Βιντέλα με την κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλου του 1978, αλλά σήμερα είναι αδύνατον, όσο «καλή θέληση» και να έχεις να αγνοήσεις 40.000 νέα κρούσματα ημερησίως. Η χώρα των 45 εκατομμυρίων κατοίκων, που έχει αγγίξει τους 80.000 νεκρούς δήλωσε και αυτή αδυναμία να φέρει εις πέρας τη διοργάνωση. Και αν η Αργεντινή είναι 20η στον κόσμο σε θανάτους ανά εκατομμύριο, υπάρχουν και χειρότερα.
Η Βραζιλία με πάνω από 462.000 θύματα είναι 10η στη σχετική λίστα και δεύτερη παγκοσμίως σε απόλυτο αριθμό νεκρών. Για τον Ζαϊρ Μπολσονάρου τον ακροδεξιό πρόεδρο, που κάποτε αποκαλούσε τον covid «γριπούλα» αυτό δεν έχει σημασία. Προσφέρθηκε τώρα αυτός να παίξει το ρόλο του διοργανωτή της γιορτής του ποδοσφαίρου, έχοντας προφανώς στο μυαλό του τη δόξα του 2019, όταν φωτογραφιζόταν στο κατάμεστο Μαρακανά με την εθνική ομάδα και το κύπελο στα χέρια. Μόνο που ακόμα και στην Βραζιλία, όπου το ποδόσφαιρο είναι κάτι σαν θρησκεία είναι πολλοί αυτοί που δεν έχουν καμιά όρεξη για γιορτές.
Πρώτοι οι επιδημιολόγοι που χαρακτήρισαν την πρόταση παράλογη και προσβλητική στη μνήμη των νεκρών και των εκατομμυρίων συγγενών τους. Την αντίθεσή τους εξέφρασαν και μια σειρά τοπικοί παράγοντες, δήμαρχοι και περιφερειάρχες όπως στο Ρεσίφε και στο Μπέλο Οριζόντε, ενώ το Ρίο ντε Τζανέιρο το σκέφτεται ακόμα. Ο Μπολσονάρου βέβαια ονειρεύεται τελικό με γεμάτο στάδιο. Δεν είναι μόνο πολιτικοί οι λόγοι της προσφοράς του. Δεν είναι δηλαδή μόνο μια απόπειρα να βελτιώσει το τσαλακωμένο προφίλ του με μια κίνηση που θεώρησε ότι θα ερμηνευθεί ως «φιλολαϊκή». Ξέρει ότι μια ακύρωση της διοργάνωσης σημαίνει απώλειες εκατοντάδων εκατομμυρίων από σπόνσορες και τηλεοπτικά δικαιώματα. Και ένας «φίλος της αγοράς» προσπαθεί να αποφύγει τέτοιες απώλειες. Άλλωστε, η πολιτική του είναι φανατικά υπέρ του ανοίγματος της οικονομίας με κάθε κόστος. Όμως, αυτή τη φορά ο «Βραζιλιάνος Τραμπ» μάλλον υποτίμησε το μέγεθος της λαϊκής δυσαρέσκειας. Στη χώρα του δεν συνεχίζει να... παίζει μπάλα μόνο η πανδημία, αλλά και η φτώχεια και η πείνα. Εκατομμύρια ανθρώπων έχουν θέμα επιβίωσης. Και θυμούνται ότι οι «χαρές» των εργολάβων για τα σύγχρονα γήπεδα και τις εγκαταστάσεις για να κάνει η Βραζιλία το Παγκόσμιο Κύπελλο (2014) και τους Ολυμπιακούς Αγώνες (2016), τελικά το μόνο που άφησαν πίσω ήταν θεόρατα χρέη και λιτότητα για τις μάζες. Μένει να φανεί αν οι αντιδράσεις θα ακυρώσουν τη... σέντρα στις 13 Ιουνίου ή αν θα κοπάσουν μετά από αυτή.