* * ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΕΚΔΟΧΗ * *
Οι Χριστιανοδημοκράτες (CDU) του Ράινερ Χάσελοφ είναι οι μεγάλοι νικητές των εκλογών στην Σαξωνία Ανχαλτ, αφού κατόρθωσαν να ανεβάσουν τα ποσοστά τους από το 29,8% του 2016 στο 35% με βάση τις πρώτες προγνώσεις. Σε καμιά περίπτωση δεν απειλούνται από την ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), η οποία είναι καθαρά δεύτερη σε ποσοστά, στα επίπεδα περίπου εκείνων, που είχε προ πενταετίας (από 24,3% στο 23,5%).
Για τον υποψήφιο καγκελάριο της Χριστιανοδημοκρατίας, Αρμιν Λάσετ το αποτέλεσμα αυτό είναι βάλσαμο, σε μια περίοδο που το κόμμα του... αγκομαχούσε στις δημοσκοπήσεις. Από την άλλη, η σταθερότητα της AfD και οι προσκλήσεις της για συνεργασία ή έστω ανοχή μιας κεντροδεξιάς κυβέρνησης, θα συνεχίσουν να προκαλούν αρκετούς εσωκομματικούς κλυδωνισμούς στις τάξεις της κεντροδεξιάς. Ο Χάσελοφ πάντως έχει το πλεονέκτημα των πολλαπλών επιλογών. Ως τώρα συγκυβερνούσε στο Μαγδεμβούργο με σοσιαλδημοκράτες και πράσινους (συνασπισμός της Κένυας, όπως τον αποκαλούν από τα χρώματα της σημαίας της αφρικανικής χώρας)
Για την Αριστερά το αποτέλεσμα είναι κακό. Πέφτει στο 11% από το 16,3% που είχε μέχρι τώρα και δεν μπορεί να διεκδικήσει σοβαρά τη συμμετοχή της στην τοπική κυβέρνηση. Αλλά είναι και ένα σήμα κινδύνου για την πορεία της μέχρι τις ομοσπονδιακές εκλογές του Σεπτεμβρίου. Είναι πλέον ορατός ο κίνδυνος να μην νοιώθει σίγουρη για την είσοδό της στο Μπούντεσταγκ βασισμένη μόνο στα ποσοστά της στην Ανατολή.
Πτώση και για το SPD από το 10,6% στο 8%, κάτι που επιβεβαιώνει ότι στα ανατολικογερμανικά κρατίδια η σοσιαλδημοκρατία χάνει διαρκώς τη «σύνδεση» με την κοινωνία. Αξίζει να σημειωθεί ότι μια δεκαετία πριν είχε ποσοστό 22%.
Οπως γράφαμε και στο σαββατιάτικο φύλλο της «Εποχής», οι Πράσινοι για μια ακόμα φορά αποδεικνύεται ότι δεν είναι ικανοί για το «μεγάλο άλμα» στην ανατολική πλευρά της Γερμανίας. Εχουν μια οριακή άνοδο και απλώς φτάνουν το 6%, χωρίς να αγωνιούν αυτή τη φορά, για το αν θα είναι πάνω από το εκλογικό πλαφόν του 5%. Το FDP τους ξεπερνά πάντως σε ποσοστά με 7%. Οι Φιλελεύθεροι δεν τα είχαν καταφέρει να μπουν στη Βουλή την τελευταία φορά.
Η ουσία είναι ότι η Ανατολική Γερμανία παραμένει σταθερά προσανατολισμένη προς τα δεξιά. Ή μάλλον στρίβει ακόμα δεξιότερα, όπως δείχνει το γεγονός ότι τα δύο τρίτα όσων ψήφισαν επέλεξαν ανάμεσα σε CDU, AfD και FDP. Ανησυχητικό είναι σίγουρα και το γεγονός ότι η συμμετοχή στις εκλογές έπεσε κι άλλο και δεν ξεπέρασε το 41%.
Τα ποσοστά είναι από την πρόγνωση του καναλιού ZDF. Tα αντίστοιχα του καναλιού ARD είναι:
CDU 36%, AfD 22,5%, Linke 11%, SPD 8,5%, FDP 7%, Πράσινοι 6,5%
* * ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΧΗ * *
Πολιτικές κατολισθήσεις στην Γερμανία
Ο πολιτικός σεισμός διαρκείας, που βιώνει η Γερμανία εδώ και χρόνια μπορεί να μην προκαλεί ακριβώς καταρρεύσεις, αλλά σίγουρα κατολισθήσεις, που μοιάζουν να επιταχύνονται λόγω πανδημίας. Το δέος που προκαλεί σε ορισμένους η προοπτική επικράτησης στις εθνικές εκλογές των Πρασίνων υπό την Αναλένα Μπέρμποκ, κρύβει κάποιες σημαντικές μετατοπίσεις, αλλά και την παγίωση νέων δεδομένων, που δεν είναι απαραιτήτως πυλώνες αισιοδοξίας για το μέλλον.
Την Κυριακή γίνονται εκλογές στην Σαξωνία-Άνχαλτ. Ανεξάρτητα αν θα είναι πρώτο ή δεύτερο κόμμα η ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) θα κυμανθεί σε ποσοστά γύρω στο 25%. Οι Χριστιανοδημοκράτες του κυβερνώντος στο Μαγδεμβούργο πρωθυπουργού Ράινερ Χάσελοφ, που έχουν την εξουσία από το 2011 ελπίζουν να κρατήσουν έστω και την τελευταία στιγμή την πρώτη θέση. Αυτό δεν αλλάζει όμως την ουσία, η οποία λέει ότι η AfD παγιώνεται ως μια σημαντική πολιτική δύναμη σε ολόκληρη την Ανατολική Γερμανία, γεννώντας μάλιστα σε πολλούς Χριστιανοδημοκράτες σκέψεις για μια μελλοντική συνεργασία.
Περιορισμένη στην Ανατολή μοιάζει πλέον και η Αριστερά. Μπορεί στην Σαξωνία-Άνχαλτ να καταφέρει να κρατηθεί πάνω από το 10%, αλλά όλες οι δημοσκοπήσεις επιβεβαιώνουν ότι παραμένει ένα μικρομεσαίο κόμμα με φθίνουσα επιρροή, ακόμα και στην πρώην Ανατολική Γερμανία, που δεν θα μπορέσει να επηρεάσει τις πολιτικές εξελίξεις μετά τις εθνικές εκλογές στις 26 Σεπτεμβρίου.
Κάτι ανάλογο θα μπορούσε να πει κανείς και για τη σοσιαλδημοκρατία, αλλά από την ανάποδη. Σε καμιά περίπτωση δε μπόρεσε να ριζώσει στα ανατολικά της χώρας την ώρα που συνεχίζει να φυλλοροεί και στα δυτικά. Σε οποιοδήποτε μετεκλογικό σενάριο συνεργασίας θα συμμετέχει από θέση αδυναμίας.
Το ενδεχόμενο οι Πράσινοι να είναι οι μεγάλοι κερδισμένοι των εκλογών του Σεπτεμβρίου μάλλον θα βαθύνει αυτό το χάσμα και επιβεβαιώσει την αποτυχία του πολιτικού συστήματος να πετύχει την «ενοποίηση». Το άλλοτε ριζοσπαστικό κόμμα έχει πλέον στραφεί εξ ολοκλήρου σε μεσαία δυτικογερμανικά στρώματα και έχει αποδεχτεί ότι δε μπορεί να διεισδύσει σε κοινωνίες φτωχότερες και περισσότερο φοβικές, όπως αυτές σε περιοχές της Ανατολής, που μαστίζονται ακόμα από ανεργία και σοβαρά κοινωνικά προβλήματα. Όταν η Μπέρμποκ προτείνει για παράδειγμα αύξηση 16 λεπτών ανά λίτρο στα καύσιμα δείχνει να αγνοεί ποιούς πλήττει πρωτίστως αυτό το «οικολογικό μέτρο». Τα κατώτερα στρώματα εκτός των «ακριβών» αστικών κέντρων, για τα οποία το αυτοκίνητο είναι εργαλείο δουλειάς. Μάλλον ξέχασε πού οδήγησαν ανάλογες επιλογές πριν δύο χρόνια στη Γαλλία.
Όταν λοιπόν μιλάει κανείς για αποτυχία της ενοποίησης αυτό δεν πρέπει να κατανοείται γεωγραφικά, αλλά πρωτίστως κοινωνικά. Η Γερμανία που σε μεγάλο βαθμό είχε καταφέρει, σε αντίθεση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, να διατηρήσει ένα υψηλό ποσοστό κοινωνικής συνοχής και να μειώσει κραυγαλέες διαιρέσεις, μοιάζει τώρα να απειλείται εξίσου από τη δημιουργία νέων τειχών, που προκαλούν οι συνεχώς αυξανόμενες ανισότητες. Τα κόμματα εξουσίας έχουν συμφιλιωθεί ή απλώς «παραδοθεί» στην ιδέα ότι δε μπορούν να τους προσεγγίσουν όλους, ότι αναγκαστικά πρέπει να παραδεχτούν ότι θα υπάρχει ένα «περιθώριο», το οποίο πιθανώς να απέχει συνολικά από τις πολιτικές διαδικασίες. Η μόνη ανησυχία είναι όταν αυτό το περιθώριο αποφασίζει να αντιδράσει βίαια και να στραφεί προς ακραίες πολιτικές «προτάσεις», όπως της AfD. Αντίδοτο σε αυτή την εξέλιξη δεν έχει βρεθεί. Κυρίως δεν έχει βρεθεί μια αριστερή αντιπρόταση, που θα δώσει μια προοπτική στους «περιθωριοποιημένους» για να τους μετατρέψει σε ενεργούς διεκδικητές της ίδιας τους της ζωής.